Τα οικονομικά στατιστικά στοιχεία που δίδονται στη δημοσιότητα ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τόσο από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, όσο και από το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, δεν προσφέρονται ούτε για θριαμβολογίες, ούτε για καταστροφολογίες. Άλλωστε από τα ίδια δεδομένα, μπορούν να προβληθούν διαφορετικές διαστάσεις και εξαχθούν διαφορετικά συμπεράσματα. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, για το 11μηνο του 2021, χρήζουν λοιπόν μιας νηφάλιας ανάλυσης.
Και όπως θα δούμε η ανάλυση αυτή θα καταλήξει στην αναγνώριση των ίδιων εμποδίων, που δεν είναι άλλα από τις χρόνιες παθογένειες της εγχώριας πραγματικής οικονομίας, που δυστυχώς δεν υποχωρούν με τους ρυθμούς που θα έπρεπε. Ειδικά σε ένα περιβάλλον παγκόσμιων αλλαγών που ακολουθεί διαρκώς επιταχυνόμενους εκθετικούς ρυθμούς.
Ποια είναι τα μεγέθη, που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, που προκάλεσαν διθυραμβικές αντιδράσεις από τον φιλοκυβερνητικό περιβάλλον, αλλά και οργίλες καταγγελτικές αντιδράσεις από τη αντιπολίτευση;
Τα στοιχεία σχετικά με το εμπορικό ισοζύγιο. Που μαζί με το δημοσιονομικό ισοζύγιο, αποτελούν τα «μεγέθη – κλειδιά», που σηματοδοτούν την πορεία της οικονομίας κάθε χώρας. Και ενώ το δημοσιονομικό ισοζύγιο, δηλαδή το έλλειμμα ή το πλεόνασμα, παρουσιάζει τη σχέση ανάμεσα στα έξοδα και τα έσοδα του κράτους, η οποία μπορεί να αλλάξει με βάση κάποιες διοικητικές αποφάσεις, όπως είναι η περιστολή των δαπανών ή η αύξηση της φορολογίας, το εμπορικό ισοζύγιο έχει άλλη χροιά.
Το εμπορικό ισοζύγιο καταγράφει την σφριγηλότητα της πραγματικής οικονομίας. Αποτελεί τη διαφορά ανάμεσα στο σύνολο των Εξαγωγών και στο σύνολο των Εισαγωγών. Όταν οι εξαγωγές είναι περισσότερες από τις εισαγωγές, τότε υπάρχει εμπορικό πλεόνασμα. Αντιθέτως όταν οι εισαγωγές είναι περισσότερες από τις εξαγωγές, τότε υπάρχει έλλειμμα.
Τι σημαίνει λοιπόν εμπορικό έλλειμμα; Σημαίνει ότι η οικονομία «πληρώνει» σε τρίτους από το εξωτερικό, περισσότερα χρήματα για να αγοράσει προϊόντα και υπηρεσίες από το εξωτερικό, από όσα αντίστοιχα «εισπράττει», πωλώντας προϊόντα και υπηρεσίες στο εξωτερικό, που παράγονται μέσα στην ίδια τη χώρα. Δηλαδή, η οικονομία δαπανά προς το εξωτερικό, περισσότερα χρήματα από όσα εισπράττει. Και αυτό δεν είναι κάτι, που επιλύεται άμεσα με κάποιες διοικητικές ή κυβερνητικές αποφάσεις.
Τι έδειξαν λοιπόν τα στοιχεία του 11μηνου του 2021; Έδειξαν ότι παρουσιάστηκε μια αύξηση του εμπορικού ελλείμματος.
Η συνολική αξία των εξαγωγών ανήλθε στα 43,2 δισεκατομμύρια δολάρια, αυξημένη κατά 30,8%, από τα 31,6 δισεκατομμύρια δολάρια της αντίστοιχης περιόδου του 2020. Θετικό αποτέλεσμα; Θετικότατο.
Ταυτόχρονα, η συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στα 68,5 δισεκατομμύρια δολάρια, αυξημένη κατά 30,5%, από τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια της αντίστοιχης περιόδου του 2020.
Σαν αποτέλεσμα, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2021 ανήλθε σε 25,3 δισεκατομμύρια δολάρια, έναντι 18,7 δισεκατομμύρια δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2020, παρουσιάζοντας μια αύξηση του 29,9%. Αποτέλεσμα καθόλου ενθαρρυντικό και ιδιαίτερα ανησυχητικό.
Ο μεγάλος στόχος της ελληνικής οικονομίας είναι να μειωθούν οι εισαγωγές και να αυξηθούν οι εξαγωγές.
Θα πρέπει η ελληνική οικονομία να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες, που θα αντικαταστήσουν τις εισαγωγές των αντίστοιχων προϊόντων και υπηρεσιών από το εξωτερικό. Και αυτό θα επιτευχθεί, μόνο όταν τα εγχώρια προϊόντα φτάσουν το επίπεδο των εισαγόμενων, ως προς την ποιότητα και την τιμή τους.
Ταυτόχρονα θα πρέπει η ποιότητα και οι τιμές των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, να γίνουν τόσο ανταγωνιστικές, που να μπορούν να διεμβολίσουν τις ξένες αγορές, έτσι ώστε τα «made in Greece» προϊόντα να πάρουν θέση στα «ράφια» του εξωτερικού.
Μα καλά, θα ρωτήσει ο καλοπροαίρετος αναγνώστης, πόσο μπορούν να μειωθούν οι εισαγωγές; Ασφαλώς και υπάρχουν εισαγωγές, που δεν μπορούν να αντικατασταθούν από εγχώριες πηγές, όπως είναι για παράδειγμα τα καύσιμα και οι πρώτες ύλες για τη βιομηχανία. Ωστόσο εδώ είναι το κουμπί. Να μπορεί η ελληνική παραγωγή, να παράγει με βάση αυτές τις πρώτες ύλες, προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και ανταγωνιστικής ποιότητας και τιμής, έτσι ώστε να εξαχθούν στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα την αύξηση των εξαγωγών.
Και αυτά δεν είναι απλά λόγια ή ευχολόγια. Όταν απαιτούνται πωλήσεις τριών τόνων πορτοκαλιών στο εξωτερικό για να αγοραστεί ένα iPhone και εξαγωγές τριών τόνων «χύμα» ελαιολάδου για να εισαχθεί ένα ακριβό αντικαρκινικό φάρμακο, σε ποιο ακριβώς σημείο αυτών των δυο εξισώσεων, δίνει απαντήσεις, η χρονίζουσα παθογενής κατάσταση της ελληνικής πραγματικής οικονομίας; Ειδικά όταν η παραγωγή των πορτοκαλιών και του ελαιολάδου, δεν πραγματοποιείται μέσα σε ένα κλειστό εργαστηριακό αποστειρωμένο περιβάλλον δοκιμαστικού σωλήνα, αλλά μέσα από μια διαδικασία που απαιτεί την αγορά λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, αγροτικών εργαλείων, αγροτικών οχημάτων και καυσίμων, που στο μεγαλύτερο τους μέρος εισάγονται.
Και ας μην γελιόμαστε. Οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, παίζουν τον δικό τους βαρύ εξαγωγικό ρόλο. Με τους υπόλοιπους τι γίνεται; Η κατακερματισμένη μικρή και μικρομεσαία επιχειρηματικότητα που καλώς ή κακώς αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της πραγματικής οικονομίας, έχει τα επόμενα 2-3 χρόνια την τελευταία της ευκαιρία να μεταλλαχθεί σε κάτι που να μπορεί να σταθεί στις παγκόσμιες αγορές.
Η λέξη παραγωγικότητα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα πρέπει να ηχήσουν σαν σειρήνες στα αυτιά αυτών των επιχειρήσεων. Να υποκαταστήσουν τις λέξεις «επιδότηση», «στήριξη», «βοήθεια». Η νοοτροπία «κάθε γωνιά και σουβλατζίδικο», «κάθε γωνιά και καφετέρια», «αφεντικό στο δικό μου μαγαζί» και το «έλα μωρέ, τώρα» δεν θα μας πάει μακριά. Έχουμε μπροστά μας ακριβώς πέντε χρόνια, για να στρίψουμε το τιμόνι, διότι είναι φανερό, ότι δεν είναι στραβός ο γιαλός, αλλά ότι στραβά αρμενίζουμε. Πρέπει μέσα στα επόμενα 5 χρόνια, να γίνουν, όλα όσα δεν έγιναν από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Μέσα σε αυτά τα χρόνια θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο τους ευρωπαϊκούς πόρους, τα ιδιωτικά κεφάλαια και τις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, έτσι ώστε η λέξη «έλλειμμα» να αντικατασταθεί από τη λέξη «πλεόνασμα», τόσο στο δημοσιονομικό, όσο και στο εμπορικό πεδίο. Αλλιώς, η απόκλιση μας από τις δυτικές οικονομίες, πιθανότατα θα μας φέρει πίσω σε στιγμές και εικόνες, που δεν θα θέλαμε να ξαναβιώσουμε ούτε στα πιο άγρια όνειρα μας.
Η ευθύνη δεν είναι μόνο της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση πρέπει να χαράξει το νέο πλαίσιο. Το νέο νομικό, ρυθμιστικό, εποπτικό πλαίσιο που θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις να διαπρέψουν, δίχως να φέρουν στα πόδια τους το βάρος από τις αλυσίδες του κράτους, σε κάθε τους βήμα. Υπό αυτή την έννοια, η κυβέρνηση έχει βαριά ευθύνη για τις αποφάσεις που λαμβάνει.
Μετά, είναι θέμα, «ημών των ιδίων». Διότι εμείς χαράσσουμε το δικό μας μέλλον και το μέλλον των παιδιών μας. Διότι εμείς ορίζουμε το που τοποθετούμε τον πήχη της ζωής μας. Και όπως λένε και οι αγγλοσάξονες, «think big, or die.»