Αρκετές φορές στις υποσημειώσεις και στις παρατηρήσεις, που μπαίνουν στο τέλος των μελετών, των παρουσιάσεων και των εκθέσεων, κρύβεται όλο το ζουμί και το νόημα, των κειμένων που προηγούνται. Μπορεί να είναι γραμμένες με μικρότερες διαστάσεις και πολλές φορές με διαφορετικές γραμματοσειρές. Όμως αξίζει τον κόπο να δαπανήσουμε χρόνο και να τις μελετήσουμε.
Αυτό συμβαίνει και στις οικονομικές και χρηματιστηριακές αναλύσεις, καθώς και στις αναλύσεις ρίσκου των αγορών, των ομολόγων και των χρηματιστηρίων σε όλον τον κόσμο. Από επαγγελματική διαστροφή, το μάτι μου πέφτει πάνω σε αυτά τα μικρά γράμματα, στους αστερίσκους και στις παραπομπές, όπως πέφτει πάνω στις εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών κάτω από τους ισολογισμούς και τους πίνακες των αποτελεσμάτων χρήσεως των εταιρειών.
Όταν λοιπόν μου ζητήθηκε από ξένο συνεργάτη να ετοιμάσω μόνο τις υποσημειώσεις, τις παρατηρήσεις, τις ενστάσεις και τους αστερίσκους, αντί για μια ολόκληρη έκθεση για την ελληνική οικονομία και τις τράπεζες, το εξέλαβα ως πρόκληση.
Ο πρώτος αστερίσκος, αφορά τη σχέση Δημοσίου Χρέους προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Μπορεί να την έχουμε ξεχάσει, με τη δικαιολογία ότι όλες οι χώρες έχουν αυξήσει τον δανεισμό τους λόγω της πανδημίας. Όμως το Χρέος είναι εδώ, ξεπερνώντας σήμερα το 200% του ΑΕΠ, με τη χώρα μας να φιγουράρει στη τρίτη θέση παγκοσμίως. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τι σημαίνει αυτό το ποσοστό, οι αγορές το 2010 είχαν κλείσει τις πόρτες τους για τη χώρα μας, με τον συγκεκριμένο δείκτη να βρίσκεται στο 150% και το έλλειμμα να κινείται πολύ υψηλότερα από το 10%.
Όμως με δεδομένο ότι η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, είναι εξασφαλισμένη για τα επόμενα δέκα χρόνια, η χώρα έχει μια καλή ευκαιρία, πολύ καλύτερη από το 2010, να κινηθεί με υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, που θα ανατρέψουν άρδην την εικόνα του δείκτη «Χρέος προς ΑΕΠ».
Ο δεύτερος αστερίσκος, αφορά το τραπεζικό σύστημα. Σίγουρα το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από το 2010. Όμως αν σκεφτούμε ότι από το καταθετικό δυναμικό των τραπεζών που αυξήθηκε ιδιαίτερα μέσα στην πανδημία και από τις ενέσεις ρευστότητας ύψους 47 δισ. ευρώ από το Ευρωσύστημα και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μόλις 5 δισ. έχουν διοχετευτεί στην οικονομία, κάτι δεν πάει καλά. Τα κεφάλαια, αντί να μεταγγίζονται στη πραγματική οικονομία, επιστρέφουν υπό την μορφή ομολόγων στην ΕΚΤ.
Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος της πιστωτικής επέκτασης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στηρίζεται πάνω στις εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου. Στις εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, στηρίζονται και τα προγράμματα Ηρακλής Ι & ΙΙ, που επιτρέπουν την ταχεία απαλλαγή των τραπεζικών ισολογισμών από τα κόκκινα δάνεια.
Ο τρίτος αστερίσκος, είναι ότι η απουσία εμπιστοσύνης του τραπεζικού συστήματος προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που καλώς ή κακώς, αποτελούν την ραχοκοκαλιά της πραγματικής οικονομίας, θέτει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα 700.000 επιχειρήσεων, που υποστηρίζουν 2.000.000 θέσεις απασχόλησης. Μιλάμε για μια ωρολογιακή βόμβα της οποίας η αντίστροφη μέτρηση έχει ξεκινήσει και είναι αρκετά δύσκολο να αντιστραφεί στην πορεία.
Στον ίδιο αστερίσκο, εντάσσεται και η έλλειψη εμπιστοσύνης των μεγάλων εγχώριων επενδυτών να προβούν σε επενδύσεις στην ίδια τους τη χώρα. Ένα γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά στον ερχομό ξένων επενδυτών. Όμως το τελευταίο χρονικό διάστημα η δραστηριοποίηση ελληνικών σχημάτων στο project του Ελληνικού, η εξαγορά των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά από εγχώριο επενδυτή, δείχνουν ότι τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν.
Ο τέταρτος αστερίσκος, αναφέρεται στη διαχείριση της κρίσης και στο μέλλον. Η ελληνική οικονομία συγκράτησε την πτώση του ΑΕΠ στο 8,2%. Και γράφω «συγκράτησε», διότι δεν ήταν λίγοι αυτοί, που ανέμεναν ύφεση της τάξης του 12% ακόμα και του 15%. Και σήμερα, βρίσκεται μπροστά σε μια εξαετία, κατά τη διάρκεια της οποίας το ύψος των εισροών από τα ευρωπαϊκά ταμεία θα πλησιάζουν τα 75 δισ. ευρώ.
Αυτό είναι το στοίχημα της χώρας. Και αυτή είναι η μεγάλη ευκαιρία για τους επενδυτές. Αυτός είναι ο τέταρτος και πιο σημαντικός αστερίσκος.