Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Σε πρόσφατη εκδήλωση με θέμα την καθυστέρηση στη απονομής της Δικαιοσύνης, μου δόθηκε η ευκαιρία να διαπιστώσω τον κατακερματισμό των παραγόντων που εμπλέκονται στη λειτουργία του θεσμού. Ήταν φανερή η περιχαράκωση όλων σε ένα συντεχνιακό προγεφύρωμα, ως αποτέλεσμα ανασφάλειας και φοβικών ενστίκτων.
Οι μεν δικηγόροι έβαλαν κατά δικαστών και πολιτείας, οι δε δικαστές εναντίον του κράτους και της ελλιπούς νομοθεσίας και ο πρώην εκπρόσωπος της πολιτείας εναντίον των διαδόχων του. Η νυν πολιτεία ασφαλώς απουσίαζε, αφού ήταν επόμενο να δεχτεί εκατέρωθεν τα βέλη, απολογούμενη για τις αμαρτίες της.
Σε κάθε περίπτωση, στα θέματα της Δικαιοσύνης, η πολιτική εξουσία θα πρέπει να εξασφαλίζει την αρτιότητα των λειτουργικών της μερών και το κύρος του θεσμού και των εκπροσώπων του. Με λίγα λόγια, είναι υπεύθυνη για την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης στην κοινωνία η οποία δεν πρέπει να αμφισβητεί τα δικαστήρια και να εμπιστεύεται τις αποφάσεις τους. Τουλάχιστον, αυτά συμβαίνουν στις αστικές δημοκρατίες όπου το Σύνταγμα αποτελεί βάση για κάθε δίκαιο νομοθέτη και κάθε αντικειμενικό δικαστή.
Στην ελληνική πραγματικότητα, όμως, φαίνεται να μην ισχύουν τα παραπάνω. Κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης της Ενώσεως Εισαγγελέων, ο Πρόεδρος του ΣτΕ κ. Νίκος Σακελλαρίου, αμέσως μετά την ομιλία του υπουργού ο οποίος άσκησε κριτική στο Συμβούλιο της Επικρατείας έλαβε το λόγο και μίλησε ευθέως για "ωμή παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης από τον υπουργό», σημειώνοντας ότι το σχετικό θέμα με το πόθεν έσχες των δικαστικών είναι ακόμη σε εκκρεμότητα στο ανώτατο δικαστήριο. Κριτική και μάλιστα έντονη ασκήθηκε στον κ. Κοντονή και από τον πρόεδρο της Ενώσεως Εισαγγελέων Δημήτρη Ασπρογέρακα σχετικά με όσα ο υπουργός ανέφερε για καθυστερημένη έκδοση του βουλεύματος για τα στημένα από το Συμβούλιο Εφετών, ενώ ο εφέτης Νίκος Σαλάτας, που εκπροσώπησε στη συνέλευση την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, αναφερόμενος στην κριτική του υπουργού σχετικά με τις ανακοινώσεις των δικαστικών ενώσεων επί διαφόρων θεμάτων, ανέφερε με νόημα πως «δεν μπορεί ο υπουργός να έρχεται για να μας μαλώσει».
Είναι λοιπόν, φανερό ότι οι δικαστές αγανάκτησαν με τον υπουργό Κοντονή. Και είναι πρωτοφανής η αντεπίθεσή τους, δεδομένου πως δεν είναι καθόλου συνήθης η σχεδόν συντονισμένη αντίδρασή τους στην πολιτική ηγεσία.
Έχω πάντως, την αίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε για άλλη μία περίπτωση απαξίωσης των θεσμών, από τη στιγμή που ο Υπουργός – ως πρώην φανερός και νυν κρυφός Κομμουνιστής- δεν αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα προστασίας των αστικών θεσμών.
Ο κ. Κοντονής προφανώς, αγνοεί ότι δικαστικές αποφάσεις κρίνονται όχι από τις συνέπειες που προκαλούν στην κοινωνία όπως συμβαίνει με τις πολιτικές αποφάσεις, αλλά από το πόσο ανταποκρίνονται στους νόμους και στο Σύνταγμα. Και ότι οι δικαστές είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν την νομοθεσία, ακόμα και αν αυτή χρειάζεται επικαιροποίηση για να καταστεί δίκαιη προς τους πολίτες. . Συνεπώς, οι φορείς της πολιτικής εξουσίας, στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων του πολιτεύματος, δεν επιτρέπεται να επιτίθενται στη δικαιοσύνη επειδή οι αποφάσεις της δεν συνάδουν με την ακολουθούμενη πολιτική.
Αυτή είναι ίσως και η γενικότερη διαφορά μεταξύ αριστερής και αστικής ιδεολογίας που υποδηλώνει το μεγάλο χάσμα μεταξύ δημοκρατίας και ολοκληρωτισμού. Η αδυναμία αντίληψης για την διαφορά διαδικασίας και αποτελέσματος. Για την διάσταση μεταξύ κανόνων και συνεπειών. Η αδιαφορία που επιδεικνύει μία αυθαίρετη πολιτική εξουσία στις αρχές ενός συστήματος, με αξιολογικές κρίσεις στο ανεπιθύμητο, για την ίδια, αποτέλεσμα.
Αυτή δυστυχώς, είναι η Αριστερά και καμία άλλη,για όσους την αναζητούν στα όνειρα και στις φαντασιώσεις τους. Άλλο κράτος δικαίου και άλλο “λαική δημοκρατία” και “λαικά δικαστήρια”...