Σαν να συμβαίνουν κάπου άλλου, μοιάζουν η επιστροφή στην κανονικότητα και η καθαρή έξοδος που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση, σύμφωνα με την εικόνα της οικονομίας που σκιαγραφεί στο Liberal.gr, ο Γιώργος Παγουλάτος.
Αποχαιρετώντας το πλέον αχρείαστο και καταστροφικό, όλων των προγραμμάτων, ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, περιγράφει ένα ελατήριο που δεν λέει να λειτουργήσει, μια χώρα που αδυνατεί να γυρίσει σελίδα, αγορές και επενδυτές που δεν πείθονται από τον διαρκή κίνδυνο υπαναχώρησης από ψηφισμένες μεταρρυθμίσεις, και μια πολιτική διαχείριση που έχει καθηλώσει την οικονομία σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο χαμηλών προσδοκιών.
Χρειαστήκαμε τέσσερα ολόκληρα χαμένα χρόνια κυβερνήσεων Τσίπρα, και ένα ακόμη Μνημόνιο, για να επιστρέψουμε εκεί που βρισκόμασταν το 2014, τονίζει με νόημα, θυμίζοντας ότι το 2014, πρώτη χρονιά θετικής μεγέθυνσης απ'' όταν η χώρα μπήκε στα μνημόνια, κατείχαμε το 4ο χαμηλότερο ποσοστό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Τρία χαμένα χρόνια μεσολάβησαν, και το 2018, θα έχουμε συμπτωματικά, και πάλι το 4ο χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη, αλλά με χειρότερους όρους διεθνώς, και το φόβο ενός μπαράζ παροχολογίας στη ΔΕΘ περισσότερου υπαρκτού παρά ποτέ.
Στην ουσία, αυτή η ολέθρια κληρονομιά της περιττής επιπλέον λιτότητας που έφερε το 3ο και πλέον περιττό πρόγραμμα, παγίωσε στους Έλληνες μια οικουμενική αίσθηση αποτυχίας όλων των μνημονίων, σημειώνει ο κ. Παγουλάτος, και εξηγεί ότι όσο και να θριαμβολογεί η κυβέρνηση, η χώρα σήμερα μπαίνει απλά, με μεγάλη καθυστέρηση και με τεράστιο κόστος, στο επόμενο στάδιο της ατέρμονης περιπέτειας της.
Συνέντευξη στο Γιώργο Φιντικάκη
- Σήμερα, τελευταία ημέρα εξόδου της Ελλάδας από το 3ο πρόγραμμα, σας δίνει την εντύπωση οικονομίας που βγαίνει από ένα οκταετές έπος μνημονίων;
Το ορόσημο της 20ής Αυγούστου έχει ιδιαίτερη συμβολική σημασία. Δυστυχώς κυρίως συμβολική παρά ουσιαστική. Η οικονομία εξακολουθεί να υπόκειται σε ένα εξαιρετικά περιοριστικό δημοσιονομικό πλαίσιο, με απαιτητικά πρωτογενή πλεονάσματα που εκτείνονται πολλές δεκαετίες στο μέλλον.
Επίσης η χώρα δεσμεύεται να υλοποιήσει συγκεκριμένες διαρθρωτικές πολιτικές (φορολογία, κόκκινα δάνεια, ασφαλιστικό, αδειοδότηση, αποκρατικοποιήσεις, δημόσια διοίκηση, κλπ) και να μην αντιστρέψει τις μεταρρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι θετικές και φιλοαναπτυξιακές (όπως και οι περισσότερες που έχουν πραγματοποιηθεί από το 2010), αλλά η δημοσιονομική λιτότητα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Δυστυχώς η ελληνική οικονομία δεν εκπέμπει την αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση που θα έπρεπε, μετά από τόσα χρόνια επώδυνης προσαρμογής.
Οι δυνάμεις της οικονομίας, αγορές και επενδυτές, θα έπρεπε να προσβλέπουν (και να επενδύουν) σε μια ισχυρή ανάκαμψη, αλλά αυτή η θετική προοπτική του upside δεν υπάρχει. Η διαχείριση των τελευταίων ετών, μετά την καταστροφική προθανάτια εμπειρία του 2015, έχει καθηλώσει την οικονομία σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο χαμηλών προσδοκιών.
- Βλέπετε, κάποιες έστω ενδείξεις δυναμισμού της ελληνικής οικονομίας, όπως είχε συμβεί σε Πορτογαλία, Κύπρο, Ιρλανδία, κατά τη χρονιά εξόδου από τα δικά τους μνημόνια;
Υπάρχουν ενδείξεις φυσιολογικής κυκλικής ανάκαμψης (στις εξαγωγές, στον τουρισμό, στις άμεσες ξένες επενδύσεις), αλλά όχι ενδείξεις δυναμισμού. Και αυτό σε μια περίοδο που ολόκληρη η Ευρωζώνη (από το 2015) αναπτύσσεται δυναμικά. Το 2017 είχαμε τη χαμηλότερη ανάπτυξη από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης. Το 2018 θα έχουμε το 4ο χαμηλότερο ποσοστό ανάπτυξης, σύμφωνα με τις πρόσφατες προβλέψεις της Κομισιόν. Και αυτό μετά από δύο χαμένα χρόνια, 2015 και 2016, ως η μόνη χώρα της Ευρωζώνης σε ύφεση.
Συμπτωματικά, το 2014 (πρώτη χρονιά θετικής μεγέθυνσης από το 2008) ήμασταν πάλι η 4η χώρα από το τέλος. Χρειαστήκαμε δηλαδή 4 χαμένα χρόνια κυβερνήσεων Τσίπρα (και ένα 3ο Μνημόνιο) για να επιστρέψουμε περίπου εκεί που βρισκόμασταν το 2014.
Το προφανές τίμημα δεν είναι μόνο η τεράστια σωρευτική απώλεια επιπλέον εισοδήματος, αλλά η περαιτέρω αποδιάρθρωση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας και μείωση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια. Αυτή η ολέθρια κληρονομιά της περιττής επιπλέον λιτότητας και ύφεσης, ο κύκλος των χαμένων ευκαιριών, έχουν καθοριστική ευθύνη για την παγίωση μιας οικουμενικής αίσθησης αποτυχίας, ως συνώνυμο της πορείας της Ελλάδας στα Μνημόνια.
- Τι συνεχίζουν να βλέπουν οι αγορές και δεν μας εμπιστεύονται;
Οι αγορές τείνουν να λειτουργούν με έναν αγελαίο τρόπο, προσπαθώντας να προεξοφλήσουν το αποτέλεσμα που θα επικρατήσει (το beauty contest που έχει αναλύσει ο Κέυνς). Το επικρατούν στερεότυπο για την ελληνική οικονομία μιλά για την πιο ευάλωτη οικονομία της Ευρωπεριφέρειας, κατά συνέπεια την πλέον εκτεθειμένη στις αναταράξεις και στους κινδύνους της περιφέρειας και της Ευρωζώνης.
Επομένως η αβεβαιότητα στην Ιταλία ασκεί πολύ αρνητική επίδραση στα ελληνικά ομόλογα, όπως αρνητικός είναι και ο αντίκτυπος της κρίσης στην Τουρκία. Επιπλέον οι αγορές βλέπουν μια υποτονική ανάκαμψη, αδυναμία της χώρας να πείσει ότι γύρισε σελίδα, και διαρκή τον κίνδυνο υπαναχώρησης της κυβέρνησης από τις ψηφισθείσες μεταρρυθμίσεις.
Το ελληνικό “story” έχει οριακά βελτιωθεί, ενώ αυτό που χρειάζεται, είναι να αντιστραφεί δραστικά : Από αφήγημα αποτυχίας σε αφήγημα αν όχι επιτυχίας τουλάχιστον ισχυρά θετικής προοπτικής.
- Θα μας εμπιστεύονταν περισσότερο σήμερα, αν αντί για το αφήγημα της καθαρής εξόδου, είχαμε επιμείνει και πάρει, μια προληπτική γραμμή στήριξης, όπως οι επί μήνες υποδείξεις του κ. Στουρνάρα; Πόσο ασφαλής είμαστε δίχως αυτήν;
Μια προληπτική πιστωτική γραμμή θα προστάτευε τη χώρα από τις ακραίες αναταράξεις των αγορών σε μια περίοδο που η οικονομία είναι ακόμα πολύ ευάλωτη.
Αυτές τις αναταράξεις τις βλέπουμε: Τουρκία, η διαρκής απειλή μιας ρήξης της Ιταλίας με την ΕΕ, αλλά και η πιθανότητα ενός άτακτου Brexit χωρίς συμφωνία, που θα άφηνε τον κοινοτικό προϋπολογισμό με μια τρύπα 20 δισ. ευρώ, με σοβαρές επιπτώσεις και για την Ελλάδα.
Μια προληπτική γραμμή στήριξης θα αύξανε τις πιθανότητες συμμετοχής μας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, στη φάση της επανεπένδυσης, λόγω του waiver, το οποίο επίσης θα μείωνε το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών. Θα απαιτούσε βέβαια την υπογραφή από το ελληνικό κοινοβούλιο προγράμματος, Μνημονίου. Αλλά και τώρα οι μεταμνημονιακές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα ισοδυναμούν πρακτικά με ένα νέο Μνημόνιο.
- Ενόψει ΔΕΘ, φοβάστε ένα μπαράζ παροχολογίας από πλευράς κυβέρνησης; Και τι επίπτωση θα έχει αυτό για τους επενδυτές, στους οποίους ποντάρει τόσο πολλά η κυβέρνηση;
Ελπίζω ο κ. Τσίπρας να μην εξαπολύσει ένα νέο μπαράζ παροχολογίας το Σεπτέμβριο, επιστρέφοντας στον λαϊκισμό που συνιστά την πραγματική πολιτική του φύση. Τούτου λεχθέντος, οι προσδοκίες μου δεν είναι θετικές.
Μια επαναφορά παροχολογίας στη ΔΕΘ θα υπονόμευε την έστω αδύναμη ανάκαμψη που έχει επιτευχθεί. Θα επιβεβαίωνε το αρνητικό διεθνές στερεότυπο μιας χώρας με αδιόρθωτο πολιτικό προσωπικό, μιας οικονομίας που θα παραπαίει από τον ένα κύκλο αναξιοπιστίας στον επόμενο.
Οπωσδήποτε θα πάγωνε οποιαδήποτε σοβαρή επενδυτική πρωτοβουλία, εδραιώνοντας την πεποίθηση ότι η χώρα εισήλθε σε προεκλογική περίοδο παρατεταμένης ανευθυνότητας, στρέφοντας την προσοχή των επενδυτών σε μια θετική για τις αγορές (market positive) προοπτική κυβερνητικής αλλαγής.