Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Η Ελλάδα είναι μια χώρα διακοπών και φιλοσοφικών αναζητήσεων, ένα χωνευτήρι ακαθόριστων τάσεων και διαθέσεων. Πάντοτε, η επίσημη αυλαία των Πανελληνίων πέφτει με την ανακοίνωση των βάσεων. Πέρασαν δύο δεκαετίες από τις περίεργες εμπνεύσεις του εκλιπόντος Γεράσιμου Αρσένη, για να γυρίσουμε πάλι στις δέσμες. Να αποδείξουμε, δηλαδή, ότι φέρνουμε βόλτες και στο τέλος, πάλι στα ίδια γυρνάμε.
Πέρα από αυτό, όμως, η κατάσταση είναι περίπου παρόμοια: αγωνία για μαθητές και μαμάδες, προβληματισμός για τα θέματα στα φροντιστήρια και πυρετώδεις προετοιμασίες στο Υπουργείο να λειτουργήσει το σύστημα με επάρκεια.
Εχει, όμως, νόημα να επιμένουμε ακόμα στις Πανελλήνιες; Εχει κάποια σημασία για το εκπαιδευτικό μας σύστημα να διατηρούμε έναν αδιάβλητο μεν αλλά αναξιοκρατικό και αναχρονιστικό θεσμό που φανερώνει την αδυναμία μας να λύσουμε τα προβλήματα της κοινωνίας μας;
Απλώς διατηρούμε ένα ξεπερασμένο πλαίσιο λειτουργίας, ενώ οι πολιτισμικές εξελίξεις και η αγορά μας έχουν, ήδη, ξεπεράσει. Κι όταν λέω αγορά, δεν εννοώ μόνο την οικονομία και την ανεργία των νέων αλλά και τις συνθήκες ανάπτυξης της κοινωνίας, μέσα από αξίες, ήθη, κανόνες και αρχές. Μόνο ένα 15% των νέων προτίθεται να ενσωματωθεί σε κάποια ειδικότητα μέσω των ΕΠΑΛ. Οι υπόλοιποι σπεύδουν να διεκδικήσουν μια θέση σε ανώτερο ή ανώτατο ίδρυμα Προσέξτε την κατανομή των μαθητών που συμμετέχουν στις εξετάσεις : περίπου 80 χιλ μαθητές από Γενικά Ημερήσια Λύκεια, χίλιοι από Εσπερινά και από ΕΠΑΛ 12,5 χιλ.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Οτι σε μία χώρα που ο παραγωγικά ενεργός πληθυσμός δεν ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια, σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την ανεργία και την απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας, ολόκληρο το σύστημα συνεχίζει να ζει στην δεκαετία του ΄80. Τότε που η λαγνεία της αστικοποίησης και η κοινωνική καταξίωση, μέσω των σπουδών ήταν στόχος ζωής και όνειρο επιβράβευσης.
Προκύπτει, λοιπόν, ότι μόνο ένα 15% των νέων προτίθεται να ενσωματωθεί σε κάποια ειδικότητα μέσω των ΕΠΑΛ. Οι υπόλοιποι σπεύδουν να διεκδικήσουν μια θέση σε ανώτερο ή ανώτατο ίδρυμα.
Λες και η αγορά των 10 εκατ. Ελλήνων θα αυγατίσει για να δεχτεί κι άλλες ορδές απαξιωμένων ανέργων. Λες και τα κρατικά ταμεία πρόνοιας έχουν κι άλλες δυνατότητες να συντηρούν παραπλανημένους «μορφωμένους» νέους- είναι γνωστό άλλωστε ότι από τους συμμαθητές τους των ΕΠΑΛ είναι πιο καλλιεργημένοι! Ένα ίδιο και απαράλλαχτο σκηνικό: κόποι, τεράστια κεφάλαια, αγωνίες, νευρώσεις και ένα σωρό άλλες εντάσεις για μία διαδικασία που μεταφέρει από γενιά σε γενιά, την καθυστέρηση και των συντηρητισμό. Τη δειλία μάλλον και τις αγκυλώσεις μιας κοινωνίας που δεν θέλει να δει πέρα από τους μύθους της. Που δεν θέλει να απαλλαγεί από τον πρωτογονισμό και τον επαρχιωτισμό της.
Ο μακροπρόθεσμος στόχος πρέπει να είναι η κατάργηση των Πανελληνίων και μία νέα αρχή με τα πανεπιστήμια να επιλέγουν τους φοιτητές τους. Αφού πρώτα, ενταχθούν σε ένα αυστηρό σύστημα αξιολόγησης, και από την πολιτεία, ώστε αναγκαστικά, να κρατούν σε υψηλό επίπεδο το κύρος και το πρόγραμμά τους.
Οι Πανελλήνιες δεν είναι τίποτε άλλο από ένα παιχνίδι εντυπώσεων για μικρούς και μεγάλους. Εκτός από τους άριστους που έτσι κι αλλιώς θα ενταχθούν με αξιώσεις στο σύστημα -άσχετο αν μετά θα αποδράσουν…- οι υπόλοιποι βασανίζονται χωρίς λόγο και αιτία. Μόνο ο λαϊκισμός θα θριαμβεύσει και πάλι, ανοίγοντας κι άλλες τρύπες, στην οικονομία και στην πολιτισμική παραγωγικότητα. Κυρίως όμως, στις συνειδήσεις μίας ακόμα χαμένης γενιάς ανυποψίαστων και γελασμένων Ελλήνων.