Της Έφης Μπάσδρα*
Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα ελληνικά πανεπιστήμια συνοδεύτηκε όπως ήταν φυσικό από συναισθήματα χαράς και πανηγυρισμούς για το περίπου 80% των φοιτητών που πέτυχαν την εισαγωγή τους. Γιατί τόσο υψηλό είναι κάθε χρόνο το ποσοστό των αποφοίτων λυκείων που εισέρχεται στα ελληνικά ανώτατα ιδρύματα. Ξεπερνάει δε κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που κυμαίνεται περίπου στα μισά. Και όλα θα ήταν καλώς καμωμένα και όλοι θα ήμασταν εξαιρετικά περήφανοι αν δεν παραβλέπαμε μια μικρή αλλά άκρως σημαντική λεπτομέρεια: τις βάσεις εισαγωγής στα τμήματα των πανεπιστημίων.
Φέτος λοιπόν, όπως άλλωστε και πέρυσι και κάθε χρονιά τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν εξαιρετικά χαμηλές βάσεις εισαγωγής σε τμήματα, οι οποίες προκάλεσαν για μια ακόμη φορά αρνητική εντύπωση και ανάδειξαν ακόμη πιο έντονα τον μεγάλο προβληματισμό για το μέλλον και την αρτιότητα της εκπαίδευσης στη χώρα μας. Θεωρητικά δεν μπήκαν στο πανεπιστήμιο μόνον αυτοί που δεν το επιθυμούσαν.
Υπήρξε Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών με βάση 845 μόρια, Οικονομικές Επιστήμες με 1.275 και Μαθηματικό με 1.921! Εισαγωγή δηλαδή στο πανεπιστήμιο στις πάλαι ποτέ «υψηλές» σχολές με γραπτό και βαθμό εισαγωγής 0,84! Και δεν νομιζω να υπάρχει κάποιος που σοβαρά να ισχυρίζεται ότι φοιτητής που πήρε κατά την εισαγωγή του 1,9 στα μαθηματικά, είναι ικανός να παρακολουθήσει επάξια τα μαθήματα του τμήματος και να αποφοιτήσει σε κανονικό χρόνο. Επακόλουθο, η διαιώνιση των σπουδών και η δημιουργία ακόμη ενός μεγάλου προβλήματος των ελληνικών πανεπιστημίων, αυτό των αιώνιων φοιτητών.
Δυστυχώς η φιλοσοφία και η λογική της προηγούμενης αρχής του Υπουργείου βασίστηκε στην δημιουργία της αίσθησης «όλα για όλους, χωρίς κούραση και εξετάσεις και απολαμβάνοντας το... ποτάκι μας», λογική της ήσσονος προσπάθειας, λογική με πολλά επακόλουθα και δεινά για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Πρόσφατα αντιμετωπίστηκε σθεναρά από την αρχή του Υπουργείου και την νέα κυβέρνηση το ζήτημα του ασύλου. Δύο βδομάδες πιο πριν στη λίστα της Σαγκάης, διεθνής λίστα αξιολόγησης των πανεπιστημίων, διαπιστώθηκε η γενική φθίνουσα πορεία των πανεπιστημίων μας με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, νησίδες αριστείας. Αύριο με την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους θα συζητάμε για τις μεταγραφές και την αποδυνάμωση των περιφερειακών ιδρυμάτων. Μεθαύριο για τους αιώνιους φοιτητές και πάει λέγοντας...
Τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν πολλαπλά προβλήματα. Το 2011 έγινε μία σοβαρή προσπάθεια ανασύνταξης του ελληνικού πανεπιστημίου που στηρίχτηκε από τον πολιτικό κόσμο και απορρίφτηκε στην εφαρμογή του από τους φοιτητές και πολλούς καθηγητές. Στο ενδιάμεσο αποδομήθηκε ότι θετικό έφερνε ο νόμος και αντικαταστάθηκε με τη φιλοσοφία του «χαλαρά χωρίς κούραση». Το πουλόβερ ξεχείλωσε ακόμη πιο πολύ και σήμερα χρειάζεται να πλεχτεί από την αρχή.
Ένα ολιστικό σχέδιο ανασύνταξης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση όπως έχει ήδη προαναγγείλει και η αρχή του υπουργείου είναι μονόδρομος. Όσον αφορά τις βάσεις εισαγωγής και στη λογική της αυτονομίας και ανεξαρτησίας των πανεπιστημίων, τα πανεπιστήμια είναι υπεύθυνα για τον αριθμό των εισακτέων και την ποιότητα αυτών. Η εισαγωγή του ενός τρίτου των εισακτέων με βαθμό κάτω από τη βάση και τα τμήματα στα αζήτητα πολλά απΌ τα οποία πανεπιστημοποιήθηκαν ευκαιριακά προσφάτως, είναι παράμετροι που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ?όψιν στον όλο σχεδιασμό για τις βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια.
* Η Έφη Μπάσδρα είναι καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών, πρώην πρόεδρος Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών.