Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Πόση ανάγκη έχουμε από την ταύτιση με τη συλλογική μας ταυτότητα! Αφήνουμε τον εαυτό μας υποσυνείδητα, να ταυτιστεί με τις διακρίσεις των ικανών, προσπαθώντας να ορίσουμε μία γόνιμη συνύπαρξη μαζί τους. Είναι φανερό ότι ψάχνουμε κάτι που λείπει από την πραγματική μας ζωή, στην αντιπροσωπευτικότητα των αρίστων.
Τα ερωτήματα όμως που προκύπτουν από αυτή τη σχέση της ατομικής υπόστασης με την συλλογική, είναι πολλά. Και όχι μόνο στο χώρο του αθλητισμού. Και σε άλλους χώρους, όπου δοκιμάζεται η υπέρβαση της ανθρώπινης φύσης, σπεύδουμε να διαλαλήσουμε την σύνδεσή μας (τοπικιστική, εθνική, ομοϊδεατική, φυλετική) με κάποια επιτυχία.
Θυμάμαι όμως, μία δήλωση του Τραϊανού Δέλλα- τα σημαντικά καμιά φορά, έρχονται από εκεί που δεν τα περιμένεις-, μετά την κατάκτηση του ΕURO, το 2004, «Καλώς πανηγυρίζουμε τώρα αλλά ας μην είμαστε αφελείς, μην περιμένετε να αλλάξει τίποτα στο ελληνικό ποδόσφαιρο στα επόμενα χρόνια!». Κι όμως, στα επόμενα χρόνια, πολλά άλλαξαν στο ελληνικό ποδόσφαιρο, προς το χειρότερο βέβαια. Για να αποδειχθεί ότι η κατάκτηση ενός τροπαίου, μια αριστεία συλλογικότητας, όπως ήταν η ομάδα του Ρεχάγκελ, δεν αντιπροσώπευε παρά μόνο την αρμονική συνεύρεση παικτών, που αγωνίζονταν σε ξένα πρωταθλήματα, υπό την καθοδήγηση ενός ξένου «μεθοδικού»… προπονητή!
Άλλο «εθνικό» σχέδιο εξαπάτησης συνειδήσεων, οργανωμένο μέσα στην δεκαετία του ΄90, με πρωτοβουλίες ανθρώπων που δεν είναι ώρα να αναφέρουμε (πόση σημασία έχει άλλωστε, όταν η Δικαιοσύνη τους απαλλάσσει…). Στο όνομα της «εθνικής ανάτασης» - λες και ήμασταν Λαϊκή Δημοκρατία- αποφασίστηκε να δαπανήσουμε κεφάλαια και «τεχνικές» σε στίβο και άλλα ολυμπιακά αθλήματα. Με τις γνωστούς μεθόδους που η αποκάλυψή τους άρχισε με το «ατύχημα» Κεντέρη και Θάνου, την παραμονή των Αγώνων…
Ψέμα στο ψέμα, φτάσαμε να ψαχνόμαστε τώρα μεταξύ της ανεπάρκειας του κράτους να μας ενισχύσει με περισσότερους μύθους και της αμφισβήτησης πραγματικά, αρίστων ανθρώπων που μοχθούν μόνοι τους για την δική τους αποτελεσματικότητα.
Αξιολογώντας αποκλειστικά το γεγονός, κανένα μετάλλιο, καμία διάκριση, καμία αριστεία και κανένα επίτευγμα δεν ανήκει παρά μόνο στο άτομο ή στην ομάδα που το πέτυχε. Το ζήτημα με την συλλογικότητα (τόπος, πατρίδα, κράτος ή πόλη) αφορά μόνο στο πριν και στο μετά του γεγονότος. Και στις περισσότερες φορές, το ελληνικό κράτος δεν έχει ουδεμία σχέση με την επιτυχία ενός αθλητή. Ούτε το κράτος ούτε και εμείς που πανηγυρίζουμε. Απλά, ως «ακόλουθοι» μιας «ευγενούς» πράξης, θέλουμε να δρέψουμε κι λίγη από την «αστερόσκονη» του αρίστου.
Είναι πολλά που δένουν γύρω από μία επιτυχία, όταν χαρακτηρίζεται εθνική. Η πολιτεία που αντιπροσωπεύει το έθνος μπορεί να δίνει το διαβατήριο της συμμετοχής στην προσπάθεια αλλά δεν σημαίνει ότι αξίζει και τα συγχαρητήρια της νίκης. Άσε που αν υπολογίσουμε διαχρονικά, από πού ήταν η καταγωγή όλων των σπουδαίων Ελλήνων, θα εκπλαγούμε, γιατί κάποια άλλη κοινωνία, ξένη τους προετοίμασε για να σηκώσουν στις πλάτες τους την ελληνική σημαία. Η ελληνική πολιτεία, αν δεν τους πολέμησε, τις περισσότερες φορές, απλά τους γύρισε την πλάτη!
Ας μην κρυβόμαστε άλλο. Υπερήφανοι θα ήμασταν, ως Έλληνες, αν είχαμε οργανωμένο σχολικό αθλητισμό με αθλήματα και για τον τελευταίο μαθητή, στάδια ανοιχτά σε όλους, αν διαθέταμε εργαστήρια, δημιουργικά πανεπιστήμια και ελεύθερες αγορές. Αν δίναμε στον Έλληνα που μεγαλώνει σ΄αυτόν τον τόπο την υποδομή, το θάρρος, τη στήριξη και την αξιοκρατία ως τρόπο ζωής για να απλώσει τα φτερά του. Να βγάλει από μέσα του την εξωστρέφεια και τον δυναμισμό, που τώρα καταπνίγει στη μιζέρια και στα αδιέξοδα.
Είναι κρίμα για τους υπόλοιπους αλλά το «εγώ» του καθενός μας ουδεμία σχέση έχει με το «εγώ» του αρίστου και επομένως με το φαντασιακό «εμείς» στο οποίο εκλιπαρεί να ανήκει.
Οι άριστοι θα είναι πάντα άριστοι και οι εξάρσεις τους θα δίνουν επιτυχίες. Για να αξιοποιήσουμε όμως, την επιτυχία τους ως κεφάλαιο συλλογικής προόδου, πρώτα πρέπει να πασχίσουμε για μία κοινωνία αρίστων που θα προτάξουμε στη δημοκρατία μας ως πρότυπα ανάτασης και όχι πρόσκαιρου και «ωφέλιμου» εμπαιγμού.
Ο Έλληνας εδώ και αιώνες είναι μόνος και μόνος πορεύεται μέσα στο χρόνο. Ας πιστέψουμε τουλάχιστον σ΄αυτόν και όχι στο «περιούσιο» κράτος του…