Η κυβέρνηση απολαμβάνει αυτή την περίοδο υψηλά ποσοστά αποδοχής από τον ελληνικό λαό. Και μάλιστα έναν ολόκληρο χρόνο μετά την εκλογή της. Θα λέγαμε ότι αυτό ξεπερνάει κατά πολύ τη λεγόμενη περίοδο του μέλιτος. Είναι μία κατάσταση που θα τη ζήλευε ο οποιοσδήποτε πρωθυπουργός. Και δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Αν η κυβέρνηση δεν πάρει τώρα τις κρίσιμες αποφάσεις, αν δεν προχωρήσει τώρα σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, πότε άλλοτε θα το κάνει;
Οι προτιμήσεις της κοινής γνώμης στηρίζονται μεν σε κάποια αντικειμενικά κριτήρια, αλλά κατά βάση καθορίζονται από πρόσκαιρα στοιχεία. Μια κυβέρνηση απολαμβάνει υψηλά ποσοστά αποδοχής το πρώτο χρονικό διάστημα της διακυβέρνησής της. Αυτό είναι φυσιολογικό. Όλοι θέλουν να τα έχουν καλά με μία νέα και άφθαρτη κυβέρνηση. Και αυτοί που την ψήφισαν κι εκείνοι που δεν την ψήφισαν. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρέτεινε τον μήνα του μέλιτος με το εκλογικό σώμα και αύξησε σημαντικά την επιρροή της, διεισδύοντας ακόμη και στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω των άριστων χειρισμών της στις κρίσεις του Έβρου και του κορονοϊού.
Η χώρα, πάντως, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και χρειάζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη να κερδίσει και τις επόμενες κρίσεις. Και το πρόβλημα είναι ότι στην πρώτη ήττα ο μήνας του μέλιτος διακόπτεται και μάλιστα απότομα. Ακόμη και αν έχουν προηγηθεί τέσσερις ή περισσότερες νίκες. Αυτή είναι η ζωή, αυτή είναι η μοίρα των πολιτικών.
Η οικονομία βρίσκεται σε κρίση εδώ και πολλά χρόνια, με τα περιθώρια να έχουν πλέον στενέψει απελπιστικά (και πάλι) μετά τη μεγάλη ύφεση του κορονοϊού. Το μεταναστευτικό εξακολουθεί να είναι μία ανοικτή πληγή που απειλεί ακόμη και την εσωτερική ασφάλεια της χώρας. Και φυσικά τα ελληνοτουρκικά είναι τον τελευταίο καιρό συνεχώς στην ατζέντα, με τους Τούρκους να εφευρίσκουν διαρκώς νέους τρόπους για να δοκιμάσουν τις αντοχές μας. Και μέσα σε όλα αυτά είναι και τα θέματα της κοινωνίας τα οποία όλες οι κυβερνήσεις θεωρούν πολύ επικίνδυνα για τη δημοφιλία τους και αποφεύγουν να τα αγγίξουν, όπως τα ναρκωτικά.
Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει έναν σωρό από προβλήματα. Και το ερώτημα είναι το εξής: Αν δεν αναλαμβάνει τώρα την πρωτοβουλία των κινήσεων για να προχωρήσει τις σημαντικές και απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, πότε άλλοτε θα το κάνει; Όταν θα την πιέζει η κοινή γνώμη; Διότι όλες οι κυβερνήσεις, αργά ή γρήγορα, περνούν στην περίοδο της αμφισβήτησης. Ο μήνας του μέλιτος κρατάει έναν μήνα. Άντε κι έναν χρόνο. Σίγουρα δεν είναι αιώνιος. Διαφορετικά θα λεγόταν κάπως αλλιώς.
Η επιτροπή των σοφών έκανε προτάσεις για την οικονομία που τις έχουν επαναλάβει πριν από αυτή και άλλες επιτροπές σοφών και κοινών θνητών. Για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, όλη αυτή η συζήτηση είναι μία διαρκής πάλη με την κοινή λογική που διεξάγεται εδώ και είκοσι χρόνια. Από την ώρα που ο Κώστας Σημίτης ενταφίασε τη μεταρρύθμιση του Τάσου Γιαννίτση που ο ίδιος είχε ζητήσει! Ήταν η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε κάτι σημαντικό και μεγάλο που ηττήθηκε πριν καν γεννηθεί. Από τότε μέχρι σήμερα οι μεταρρυθμίσεις είναι ένα απαγορευμένο φρούτο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά την περίοδο των πρώτων μνημονίων η λέξη κακοποιήθηκε, καθώς ονομάστηκε «μεταρρύθμιση» κάθε διορθωτική κίνηση που στόχο είχε να κάνει πιο λογικό το απολύτως παράλογο ελληνικό Δημόσιο.
Μεταρρύθμιση είναι μια βαθιά τομή στην οικονομία και στην κοινωνία. Είναι κάτι που αφήνει βαθύ αποτύπωμα. Ακριβώς επειδή επηρεάζει και βελτιώνει τις ζωές χιλιάδων και εκατομμυρίων ανθρώπων. Η κυβέρνηση, όπως και όλες οι κυβερνήσεις, ξέρουν, για παράδειγμα, ότι υπάρχει πρόβλημα υπογεννητικότητας. Χρειάζεται μία ουσιαστική παρέμβαση και ταυτόχρονα μία μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Οι επενδύσεις δεν μπορούν να προχωρήσουν από τη στιγμή που η Δικαιοσύνη λειτουργεί όπως λειτουργεί και την ίδια ώρα η γραφειοκρατία του Δημοσίου πνίγει οποιαδήποτε δημιουργική προσπάθεια. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις! Ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Και γνωστός σε όλους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μία μεγάλη τομή, μία αλλαγή, θίγει τα συμφέροντα οργανωμένων ομάδων. Και αυτό έχει πολιτικό κόστος. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι κυβερνήσεις δεν κάνουν αυτό που πρέπει κι ας το γνωρίζουν. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι μεγάλες αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται όταν οι συνθήκες είναι κατάλληλες. Και ποιες είναι οι καταλληλότερες συνθήκες από εκείνες που ο λαός δηλώνει την εμπιστοσύνη του σε μια κυβέρνηση;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να ανοίξει όλα τα μεγάλα θέματα. Δεν έχει άλλη επιλογή. Δεν έχει άλλα περιθώρια η ίδια η χώρα. Και ο ίδιος δεν θα ήθελε να φτάσει στις επόμενες εκλογές επαναλαμβάνοντας τις υποσχέσεις που έχει δώσει το 2019. Και η επιτυχία των μεταρρυθμίσεων εξαρτάται από τον βαθμό αντίστασης της κοινωνίας. Η «ατυχία Γιαννίτση» αποτελεί ένα μάθημα για όλους. Για τις συνέπειες της ατολμίας τής τότε κυβέρνησης Σημίτη, αλλά και για τις επιπτώσεις του λαϊκισμού στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξέλιξη της χώρας...
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
*Αναδημοσίευση από την στήλη Εκ Θέσεως του Φιλελεύθερου που κυκλοφόρησε στις 19 Ιουλίου.