Την Κυριακή, μια μέρα και μάλιστα μέσα στο Σαββατοκύριακο όπου δεν γίνονται και πολλά τεστ για κορονοϊό, τα κρούσματα εμφάνισαν πτώση. Το επόμενο λεπτό, τα σάιτ γέμισαν διθυραμβικούς τίτλους.
Λάθος.
Για την ακρίβεια, στη φάση της διαχείρισης της κρίσης της πανδημίας που βρισκόμαστε τώρα, δεν υπάρχει μεγαλύτερο λάθος από τις «βιασύνες».
Το τέρας που έχει να διαχειριστεί σε αυτή τη φάση η κυβέρνηση είναι η κόπωση και η αδημονία μαζί: «Άντε να εμβολιαστούμε, να ξεμπερδεύουμε με τον ιό, να βγούμε από το σπίτι, να ανοίξουν τα σχολεία, να πάμε για ποτό, να διασκεδάσουμε, να βρεθούμε με τους φίλους μας, να εκκλησιαστούμε, να πάμε στο γήπεδο». Όλοι θέλουμε κάτι και το θέλουμε άμεσα, τώρα. Και δικαίως.
Μόνο που απέχουμε ακόμα αρκετά από τη στιγμή αυτή η οποία όταν θα έρθει δεν θα είναι σαν την «απελευθέρωση» από κάποιο κατακτητή, δεν θα ξεχυθούμε στους δρόμους για να πανηγυρίσουμε με αγκαλιές και φιλιά.
Ακόμα κι όταν εμβολιαστούμε και με τις δύο δόσεις, θα πρέπει να συνεχίσουμε να φοράμε μάσκα, να τηρούμε τις αποστάσεις, να πλένουμε υστερικά τα χέρια μας. Μπορεί τα εστιατόρια και τα μπαρ να πρέπει να παραμείνουν κλειστά μέχρι την προχωρημένη άνοιξη.
Όλα αυτά τα ακατανόητα και σουρεαλιστικά ακόμα και σε εμάς που αυτή τη στιγμή τα πληκτρολογούμε, πρέπει να εξηγηθούν.
Στην πραγματικότητα αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει δεν ερμηνεύεται γραμμικά και με λογικούς συλλογισμούς σε αλληλουχία. Είναι αντιφατική και χαοτική και η μόνη άμυνά μας στο χάος είναι η συμφιλίωση με το χρόνο που θα απαιτηθεί μέχρι να καταφέρουμε να ανακτήσουμε τον έλεγχο.
Σε κάθε διαχείριση κρίσης ο καταλύτης είναι ο χρόνος. Συνήθως, πάντα θα λέγαμε, ο χρόνος είναι ο εχθρός αυτού που καλείται να διαχειριστεί την κρίση. Πρώτο μέλημα του λοιπόν είναι να τον κάνει σύμμαχο.
Πώς θα γίνει αυτό;
Δεν κάνουμε προβλέψεις.
Δεν σχολιάζουμε προκαταβολικά τα γεγονότα.
Διαγράφουμε από τη συνείδησή μας, τη σκέψη μας, την επικοινωνία μας τους θριαμβευτικούς τόνους. Θα έχουμε νικήσει μόνο όταν θα έχουμε στ’αλήθεια νικήσει.
Δεν καλλιεργούμε ελπίδες όταν γνωρίζουμε ότι είναι αρκετά πιθανόν να διαψευσθούν.
Η κυβέρνηση πρέπει να συμμαχήσει με το χρόνο, να αποβάλλει την ανυπομονησία, να ξεχάσει τον υπερθετικό βαθμό. Πρέπει ακόμα να συμφιλιωθεί με τα μέλη της Επιτροπής των Ειδικών τα οποία τις τελευταίες εβδομάδες δείχνουν να έχουν αυτονομηθεί. Μην σπεύσουμε να τους κατηγορήσουμε. Μπορεί να φοβούνται ότι τελικώς θα λειτουργήσουν ως «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός λοιπόν πρέπει να τους δώσει τις σχετικές διαβεβαιώσεις.
Μέσα στην οδύνη, το φόβο και την ανασφάλεια που προκαλεί η κρίση του κορονοϊού υπάρχει, όπως πάντα και μια χρυσή ευκαιρία: από τη φύση της η κρίση αυτή μπορεί να λειτουργήσει συσπειρωτικά. Οι υγεινομικές κρίσεις όπως και οι κρίσεις στα εθνικά θέματα, μιλώντας πάντα επικοινωνιακά που είναι και η ειδικότητά μας, είναι προνομιακά πεδία για τις εξουσίες και τα εθνικά κράτη. Το διαπιστώσαμε στην αρχή της πανδημίας.
Η κυβέρνηση μπορεί να σχεδιάσει μια επικοινωνιακή στρατηγική με στόχο τη μαζική επανασυσπείρωση γύρω από τη σημαία. Κάτι τέτοιο βέβαια προϋποθέτει μια αναθεώρηση όσων συμβαίνουν τις τελευταίες δέκα μέρες (κινητά κι ακίνητα και βίλες κι αυτοκίνητα…) και ευρύτατες συμμαχίες.
Πρέπει να κάνουμε το χρόνο σύμμαχό μας. Να τον αγκαλιάσουμε εμείς πριν αυτός μας πνίξει.