«Συχνά τα βαρύγδουπα λόγια κρύβουν μια αμηχανία, μια νευρικότητα, μια αναπηρία για άμεση επικοινωνία, δεν ξέρω σε τι μπορούν να χρησιμεύσουν, ίσως μόνο για να φτιάξουν μια ψυχολογική ασπίδα. Πιστεύω στον λόγο, στη δύναμη του λόγου, όμως την ίδια στιγμή πιστεύω και στην σιωπή, στην μεγαλοσύνη της ησυχίας. Ένας καλός συγγραφέας μπορεί να διαχειριστεί και τα δύο, είναι ζήτημα οπτικής».
Ο Δημήτρης Σωτάκης είναι ο συγγραφέας της επόμενης μέρας, αναμφισβήτητα της νέας εποχής. Βραβευμένος, μεταφρασμένος σε περισσότερες από δέκα γλώσσες, ακτινογραφεί την παθολογία του ανθρώπου σε μια δυνάμει εικονική εποχή.
Μετά το «Θαύμα της αναπνοής» [2009, τιμήθηκε με το βραβείο The Athens Prize for Literature του περιοδικού «(δε)κατα» και ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας, καθώς και για το βραβείο Jean Monnet στη Γαλλία], «Ο μεγάλος υπηρέτης» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον Κέδρο πάντα, έρχεται να μας επισημάνει το πόσο ενδεχομένως «εχθρικοί», είμαστε με την ίδια μας την ύπαρξη, τη ζωή:
«Έχουμε την τάση να βάζουμε τρικλοποδιές στον εαυτό μας, να είμαστε πολλές φορές αυτοκαταστροφικοί, να σαμποτάρουμε την ίδια μας την ύπαρξη. Ίσως η λέξη «εχθρός» είναι σκληρή, όμως ναι, είμαστε ικανοί να πέφτουμε στις ορατές παγίδες που έχουμε στήσει με σκοπό να τις αποφύγουμε, κι όμως, με μια αδιανόητη μανία, πέφτουμε θύματά μας» θα μας πει, υπογραμμίζοντας το κουσούρι μας «ο σύγχρονος άνθρωπος θέλει να είναι κρυμμένος, να απέχει».
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
Η κουβέντα με τον Δημήτρη Σωτάκη για την πραγματικότητα και τις ψευδαισθήσεις, την λογοτεχνία και την ζωή, την ευτυχία και τη γραφή, το υπερεγώ μας και τις συνθήκες, είναι εκείνη που ακολουθεί:
- Κύριε Σωτάκη, τελικά, πόσο ζούμε τη δική μας ζωή;
Αναρωτιέμαι, ποια είναι αλήθεια η δική μας ζωή; Συνήθως συντίθεται από στοιχεία που παρεκκλίνουν από τις ψυχικές μας ανάγκες, είναι ένα μεγάλο ψηφιδωτό επιθυμιών και τάσεων, ένα πραγματικό χάος. Σημασία, ωστόσο, δεν έχει αν ζούμε τη δική μας ζωή, αλλά αν μπορούμε να τη διαχειριστούμε με έναν ευνοϊκό τρόπο, αποκτώντας την γαλήνη που απαιτείται για να ζούμε με ασφάλεια.
- Κατανοούμε κάποια στιγμή ποια είναι, ενδεχομένως, η δική μας ζωή;
Θεωρώ ότι έρχεται μια μέρα, μετά από αμέτρητες επανεκκινήσεις, που ο άνθρωπος κουράζεται να προσπαθεί και καταρρέει. Αυτή η κατάρρευση, ωστόσο, δεν είναι ήττα, συχνά είναι μια αναγέννηση, μια ενδοσκόπηση, και η συνειδητοποίηση ότι είμαστε αυτοί που είμαστε, πρόκειται για μια αποδοχή του εαυτού, είναι μια στιγμή κάθαρσης και χαράς.
- Τι είναι «Ο μεγάλος υπηρέτης»; Το υπερεγώ; Οι συνθήκες, οι μόδες και οι επιταγές της εποχής; Η ψυχική απομόνωση και διάσταση από την όντως ζωή;
Όλα αυτά μαζί, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά. «Ο μεγάλος υπηρέτης» είναι ένα μάτι που μας παρατηρεί, είναι η απολογία μας απέναντι σε έναν ανύπαρκτο κριτή, στον οποίο αγωνιούμε να δείξουμε την καλύτερη διαγωγή, πασχίζουμε να αποδείξουμε την υπεροχή μας. Αυτή η αγωνιώδης προσπάθεια όμως, οδηγεί μαθηματικά στην απομόνωση, στον αυτισμό, στην τρέλα. Με λίγα λόγια, μας στερεί το δικαίωμα να ζήσουμε χωρίς τον φόβο της αξιολόγησης. Οι τελευταίες γενιές έχουν μεγαλώσει με ένα τρομακτικό δεδομένο, ότι η ζωή είναι διαγωνισμός, ότι πρέπει να τα καταφέρνουμε, να νικάμε, κι αυτό κρύβει μια ασφυκτική αγωνία, μια συνεχή διανοητική οδύνη.
- Αλήθεια, κύριε Σωτάκη, τι χρειάζεται να έχει ή να είναι ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ο ήρωάς σας, η ηρωίδα σας;
Θεωρώ ότι χρειάζεται να μην έχει. Οι ήρωες μου είναι άνθρωποι που κατά κάποιο τρόπο πάσχουν από ψυχικά νοσήματα ή σε άλλες περιπτώσεις διακατέχονται από εξωφρενικές επιθυμίες για κάτι, για το οποίο θυσιάζουν τα πάντα, για την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να το αποκτήσουν. Συνεπώς, όσο κι αν φαινομενικά ζουν μια κανονική ζωή-ό, τι μπορεί να σημαίνει αυτό-όλα συγκλίνουν σε αυτή την φλογερή επιθυμία. Η λαχτάρα για την κατάκτηση της ευτυχίας είναι ίσως το σημαντικότερο τους συστατικό.
- Μια ιστορία για να γίνει η ιστορία σας;
Να έχει εκείνες τις ιδιότητες που θα κάνει κατ’ αρχάς εμένα και στη συνέχεια τον αναγνώστη, να δραπετεύσει από όσα αναγνωρίζει ως αληθινά. Μια ιστορία οφείλει να έχει τη δυναμική της δραπέτευσης από το απτό, το χειροπιαστό, πρέπει την ίδια στιγμή να είναι ανθρωποκεντρική και απόκοσμη.
- Το τραγικό και το γελοίο ενυπάρχει στα βιβλία σας αλλά η κλιμάκωση για τον αναγνώστη είναι σχεδόν σωματική, κάθε βιβλίο σας το αρχίζω με γέλιο και το τελειώνω με μια αίσθηση πνιγμού, πώς είναι για σας η εποχή της γραφής;
Πολύ σωστή η παρατήρησή σας περί γελοίου. Θεωρώ ότι η γελοιότητα περιέχει στα σπλάχνα της έναν μεταφυσικό τρόμο, μια παραφορά, αλλοίωση των γεγονότων και των καταστάσεων. Λειτουργεί ανακουφιστικά και ως μια οργασμική διαδικασία αποφόρτισης της πλοκής. Η εποχή της γραφής δεν αντανακλά πάντα τα ίδια συναισθήματα, στον «Μεγάλο Υπηρέτη» διακατεχόμουν από ένα ψυχικό βάρος, το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ίσως το περισσότερο εξομολογητικό, όσο έμπαινα βαθύτερα στον πυρήνα του τόσο δυσκολευόμουν συναισθηματικά.
- Το συγκλονιστικότερο δε είναι οι αδρές πινελιές: ούτε πού, ούτε ποιος, χωρίς μεγαλοστομίες και βαρύγδουπα λόγια, έτσι απλά, καθαρά και κρυστάλλινα αγγίζουμε ή μιλάμε για το σημαντικό; Το οδυνηρό, το ουσιαστικό;
Συχνά τα βαρύγδουπα λόγια κρύβουν μια αμηχανία, μια νευρικότητα, μια αναπηρία για άμεση επικοινωνία, δεν ξέρω σε τι μπορούν να χρησιμεύσουν, ίσως μόνο για να φτιάξουν μια ψυχολογική ασπίδα. Πιστεύω στον λόγο, στη δύναμη του λόγου, όμως την ίδια στιγμή πιστεύω και στην σιωπή, στην μεγαλοσύνη της ησυχίας. Ένας καλός συγγραφέας μπορεί να διαχειριστεί και τα δύο, είναι ζήτημα οπτικής.
- Έχετε μεταφραστεί σε δέκα; παραπάνω; γλώσσες, από κριτικές, παρουσιάσεις, ποιο κοινό κατανοεί ή αντιδρά καλύτερα στα βιβλία σας; Υπάρχουν κάποιοι που σας καταλαβαίνουν περισσότερο;
Δεν είμαι βέβαιος αν η δυναμική του κοινού μεταβάλλεται γεωγραφικά. Ίσως. Λειτουργικά μιλώντας, αν εξαιρέσουμε τη χώρα μας, όπου εδώ άλλωστε άρχισαν όλα για μένα, νομίζω ότι η Τουρκία, η Γαλλία και η Σερβία είναι οι χώρες- μέχρι στιγμής-που έχουν έρθει πολύ «κοντά» μου. Αλλά και οι Κινέζοι, οι Ιταλοί έχουν προσεγγίσει θερμά αυτό που κάνω, δεν έχω ιδέα τελικά, θέλω να πιστεύω στον έναν αναγνώστη, ο οποίος διαβάζει και πλησιάζει ανεξάρτητα από το πού βρίσκεται.
- Κύριε Σωτάκη, για τον σύγχρονο άνθρωπο, η παγίδα είναι ο ίδιος του ο εαυτός; Εμείς είμαστε ο εχθρός μας, κύριε Σωτάκη;
Έχουμε την τάση να βάζουμε τρικλοποδιές στον εαυτό μας, να είμαστε πολλές φορές αυτοκαταστροφικοί, να σαμποτάρουμε την ίδια μας την ύπαρξη. Ίσως η λέξη «εχθρός» είναι σκληρή, όμως ναι, είμαστε ικανοί να πέφτουμε στις ορατές παγίδες που έχουμε στήσει με σκοπό να τις αποφύγουμε, κι όμως, με μια αδιανόητη μανία, πέφτουμε θύματά μας.
- Συγγνώμη αλλά ακόμα γελώ και πονώ, πώς γίνεται να υπάρχει ερωτική σχέση αντ’ αυτού; Καλά, με τη δουλειά, ας πούμε ότι τον καταλαβαίνω.
Αυτό ήταν ένα λογοτεχνικό εύρημα χωρίς γυρισμό, αισθάνθηκα ότι έπρεπε να ξεχειλώσω την ιστορία, μόνο με αυτόν τον τρόπο θα παρήκμαζε ο ήρωας, θα έφτανε στα όριά του. Ωστόσο, ακόμα και στην πραγματικότητα, μάλλον πολλοί θα θέλαμε να ζούμε μέσω κάποιου άλλου, δια αντιπροσώπου, να γλιτώναμε όλες τις κακουχίες που κρύβει η πραγματικότητα.
- Τι άλλο «αντ’ αυτού», χαρακτηρίζει τον δυτικό άνθρωπο;
Μα, τα πάντα. Ο σύγχρονος άνθρωπος θέλει να είναι κρυμμένος, να απέχει, να απολαμβάνει όσα έχει να προσφέρει η εποχή, όμως αργά ή γρήγορα συνειδητοποιεί ότι όλο αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από μια αυνανιστική διαδικασία που τον απομονώνει όλο και περισσότερο. Οι άνθρωποι οφείλουν να επινοήσουν μια υποφερτή πραγματικότητα για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
- Ο ορισμός της ευτυχίας είναι ουτοπία, επανάσταση, εσωτερική κατάσταση, απόφαση… τι είναι για σας ευτυχία; Και για τους ήρωές σας;
Όσο περνάν τα χρόνια, δεν έχω ιδέα τι είναι ευτυχία. Μέχρι πρόσφατα είχα την ψευδαίσθηση ότι είναι η ζεστασιά και η ασφάλεια που αναδίνεται από έναν φλογερό έρωτα, όμως δεν είμαι και πολύ σίγουρος πια. Αλλάζω συνεχώς γνώμη. Όταν δεν υπάρχει εσωτερική ένταση, όταν δεν περιμένω τίποτα και έχω έναν επαρκή αυτοσεβασμό, νιώθω μια δόση ευτυχίας.
- Στον σύγχρονο άνθρωπο το λάθος είναι… κατασκευαστικό ή εκπαιδευτικό;
Είναι λάθος που προκύπτει από τις συνθήκες. Δεν μπορώ να θυμώσω με τους ανθρώπους. Με συγκινεί η λαχτάρα τους να ευτυχήσουν. Όμως από αυτόν τον υπερβάλλοντα ζήλο, βρίσκονται πλησίον του κινδύνου να απολέσουν την αξιοπρέπειά τους, αυτό, αν και το κατανοώ, δεν μπορώ να το παρακάμψω, το χρεώνω στην αχόρταγη επιθυμία τους να αισθανθούν ζωντανοί.
- Πότε είστε πιο κοντά στον εαυτό σας, όταν γράφετε ή αφού έχετε τελειώσει ένα βιβλίο;
Μάλλον όταν ζω όπως έχω φανταστεί. Όταν δεν οργίζομαι με το ίδιο μου το είδωλο στον καθρέφτη. Τότε είμαι πιο κοντά στον εαυτό μου, όταν δε μου φαίνεται και πολύ κακή ιδέα να είμαι αυτός που είμαι. Ανεξάρτητα αν γράφω ή δεν γράφω εκείνη την εποχή.
- Θα μπορούσατε, ενδεχομένως, και να μην γράφετε; Έχετε σκεφτεί πώς θα ήταν η ζωή σας αν δεν γράφατε;
Ίσως να ήταν καλύτερη η ζωή μου αν δεν έγραφα. Αλλά θέλω να σας πω κάτι σε αυτό το σημείο. Δεν αισθάνομαι υποχρεωμένος απέναντί στον εαυτό μου να γράφω. Ίσως αυτό να είναι το τελευταίο μου βιβλίο, ίσως να συνεχίσω να γράφω μέχρι να πεθάνω, στα αλήθεια δεν έχω καμία αγωνία γύρω από αυτό το ζήτημα. Κι αυτό το γεγονός, μέσα σε αυτό το χάος που ζω, είναι τουλάχιστον μια σταγόνα ελευθερίας.