Αρκετοί έπεσαν από τα σύννεφα, όταν διαπίστωσαν ότι παρ’ όλη την αύξηση της ρευστότητας των τραπεζών, που ανέρχεται στα 40 δισ. ευρώ, μόλις 5 δισ. ευρώ διοχετεύτηκαν στη πραγματική οικονομία. Στις μεγάλες επιχειρήσεις υπάρχει μια σημαντική πιστωτική επέκταση της τάξης του 9%, ενώ στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αυτή περιορίζεται μόλις στο 1,9%.
Η ερμηνεία αυτού του φαινομένου δεν είναι εύκολη. Από τη μια πλευρά, το ζητούμενο στη οικονομία, είναι η τραπεζική συμβολή στην πιστωτική επέκταση προς τον παραγωγικό τομέα της οικονομίας και από την άλλη πλευρά, το ζητούμενο για τις ίδιες τις τράπεζες, είναι η αποφυγή της ανάληψης νέων κινδύνων και η υιοθέτηση ασφαλών επιλογών.
Τι κάνουν οι τράπεζες; Εκμεταλλεύονται τα αρνητικά επιτόκια δανεισμού από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και βελτιώνουν την κερδοφορία τους, χωρίς να αναλαμβάνουν το ρίσκο και τον κίνδυνο της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Έτσι επενδύουν σε ομόλογα, εισπράττουν προμήθειες επί των συναλλαγών των πελατών τους, όμως το σύνολο της λειτουργικής τους κερδοφορίας καταλήγει στην μαύρη τρύπα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ταυτόχρονα επιμένουν να τηρούν τα βασικά πιστοδοτικά κριτήρια χρηματοδότησης, τα οποία αποκλείουν την πλειονότητα των επιχειρήσεων. Μέχρι στιγμής το τραπεζικό σύστημα έχει χρηματοδοτήσει περίπου 30.000 επιχειρήσεις, που χαρακτηρίζει ως βιώσιμες.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι; Οι υπόλοιπες 800.000 επιχειρήσεις τι θα γίνουν;
Οι τράπεζες υποστηρίζουν, ότι δεν έχουν αυστηροποιήσει τα κριτήρια τους.
Οι επιχειρήσεις υποστηρίζουν, ότι αν οι ισολογισμοί τους, τα ίδια κεφάλαια τους, τα αποτελέσματα χρήσης και τα ταμειακά τους διαθέσιμα, πληρούσαν τα κριτήρια των τραπεζών, τότε δεν θα είχαν ανάγκη να προσφύγουν σε αυτές για δανεισμό.
Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι ακολουθούν τις συγκεκριμένες διαδικασίες και πλαίσια, που ορίζονται από τις εποπτεύουσες αρχές και τα οποία δεν μπορούν να παρακάμψουν. Επίσης υποστηρίζουν ότι πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο η δημιουργία μιας νέας ανεξέλεγκτης σειράς κόκκινων δανείων, που θα υπονομεύσει τόσο τις τράπεζες όσο και την επιχειρηματικότητα.
Οι επιχειρήσεις υποστηρίζουν ότι η αδυναμία χιλιάδων επιχειρήσεων να ενταχθούν στα κρατικά προγράμματα ενίσχυσης και ρευστότητας, θα τις οδηγήσει σε ασφυξία, με αποτέλεσμα να υπάρξει αδυναμία συνέχισης των δραστηριοτήτων τους, στη μετά covid-19 εποχή.
Η λύση αυτού του Γόρδιου Δεσμού, όπου και οι δυο πλευρές έχουν δίκιο, κάθε μια από το δικό της πρίσμα συμφερόντων, οφείλει να έρθει από την πολιτεία. Με αποφάσεις που δεν θα θέτουν σε κίνδυνο για μια ακόμα φορά τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Και με αποφάσεις που θα ενισχύουν τις βιώσιμες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, αλλά όχι αυτές που ούτως ή αλλιώς είχαν πάρει θέση στις μονάδες εντατικής θεραπείας.
Είναι γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης είναι σχεδιασμένα για «κανονικές» ευρωπαϊκές οικονομίες. Για οικονομίες με άλλη δομή, με άλλο μέγεθος, με άλλη διάρθρωση και με άλλη δυναμική. Στην Ελλάδα μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 2 εργαζόμενους. Αυτό που στην Ελλάδα χαρακτηρίζουμε ως μικρομεσαία επιχείρηση, είναι σχεδόν ανύπαρκτο ως μέγεθος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επομένως η κυβέρνηση πρέπει να λάβει ταχύτατα τις αποφάσεις της. Την αναβλητικότητα της για την υιοθέτηση της εθνικής Bad Bank, την συναντά μπροστά της. Είναι φανερό ότι για να ανοίξουν οι τραπεζικοί κρουνοί των χορηγήσεων, πρέπει να υπάρξουν δεσμεύσεις και διαβεβαιώσεις περί της στήριξης του εγχειρήματος. Αν δεν υπάρξουν, τότε θα τη πληρώσουν – και αυτό είναι το λογικότερο – οι επιχειρήσεις που ούτως ή αλλιώς ήταν στο κόκκινο και στα πρόθυρα του λουκέτου.
Δυστυχώς, το σκηνικό μοιάζει με τον σκύλο που κυνηγάει την ουρά του.
* * *
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.