Του Σπύρου Ν. Λίτσα*
Είναι προφανές όπως πλέον και ο πλέον αδιάφορος με τα κοινά πολίτης του τόπου αυτού θα ομολογήσει ότι η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως μεγάλης κλίμακας επενδύσεις σε τομείς όπως οι νέες τεχνολογίες, ο τουρισμός και η ενέργεια ώστε να μπορέσει η οικονομία να αρχίσει να κινείται σε άξονες παραγωγής πρωτογενούς πλούτου.
Για να επιτύχει η όλη προσπάθεια δεν χρειάζεται απλώς ένας σχεδιασμός σε βάθος σε επίπεδο Υψηλής Στρατηγικής, ή μόνο ροή κονδυλίων όπως τα πεπερασμένα κρατικιστικά σχήματα προστάζουν. Χρειάζεται όραμα και αγάπη για τον τόπο που τα τελευταία χρόνια, από το 2010, έχει δοκιμαστεί σκληρά και πέρα από τις δεδομένες αντοχές του δυτικού παραδείγματος. Αυτό το όραμα και η αγάπη για τον τόπο μπορούν να προέλθουν σε γενναίες δόσεις από την ομογένεια μας.
Για λόγους που έχουν να κάνουν με μια μολιερικού τύπου εσωτερική ανασφάλεια ώστε να μη χαθεί ο έλεγχος των εξελίξεων, η Αθήνα διαχρονικά απέτυχε να χρησιμοποιήσει υπέρ αυτής το μεγάλο όπλο της Ομογένειας. Χιλιάδες πολίτες με ελληνικές ρίζες που οι ίδιοι αναγνωρίζουν και τιμούν σε κάθε ευκαιρία, αποτελούν κορυφαία μέλη των σημερινών πατρίδων τους – κορυφαίων κρατών του δυτικού κόσμου όπως για παράδειγμα οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Γερμανία κ.α. Κι όμως αυτό το τεράστιο δυναμικό δεν αξιοποιήθηκε ποτέ όπως θα έπρεπε γιατί πολύ απλά η Αθήνα έβλεπε τους ομογενείς ως δεξαμενές χρημάτων και τίποτε περισσότερο.
Η παρατεταμένη κρίση αλλά και η επιβεβλημένη ανάγκη να σταθούμε ξανά στα πόδια μας πρέπει να μας κάνει σοφότερους. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχουν πλέον άλλα περιθώρια για να πειραματιζόμαστε με ιδεολογήματα του 19ου αιώνα που τα έχει καταδικάσει οριστικά η ανθρωπότητα στις καλένδες της ιστορικής λήθης. Ο κυριότερος ρόλος που η Αθήνα οφείλει να αποδώσει στην Ομογένεια μας, ενθαρρύνοντας τα μέλη της για πρωτοβουλίες 'out of the box' είναι η μεταφορά τεχνογνωσίας προς το μητροπολιτικό κέντρο αναφορικά με τη δημιουργία ενός έξυπνου και ευέλικτου κράτους που θα μπορεί να ελκύει επενδυτές και όχι μόνο τουρίστες χαμηλής οικονομικής δυνατότητας, καθώς επίσης και να λειτουργήσουν ως πρεσβευτές της χώρας μας στο εξωτερικό ώστε να μπορέσει το όνομα Ελλάδα να απαλλαγεί από την οξείδωση που έχει δεχθεί στο κύρος και την αξιοπιστία της.
Μόνοι μας δεν μπορούμε. Για πολλούς και διάφορους λόγους. Κι αυτό κατά την άποψη μου είναι εξαιρετικά καλό, γιατί αλίμονο αν η Ελλάδα θαβόταν πίσω από τα συγκαιρινά τείχη της φτώχιας, του λαϊκισμού, της υπερφορολογήσης και του πεπερασμένου κρατισμού. Με διεθνείς συνέργειες από τη μια και με τη βοήθεια της ομογένειας μας από την άλλη θα μπορέσουμε να πετύχουμε την επιστροφή μας στην κανονικότητα. Το είχαμε πετύχει και μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου που σε συνδυασμό με τη βοήθεια του Δόγματος Τρούμαν και του Σχεδίου Μάρσαλ και την ενεργή συμμετοχή της ομογένειας μας η Ελλάδα επέτυχε να οικοδομήσει μια οικονομία αιχμής για την εποχή. Πρώτα όμως οφείλουμε να ζητήσουμε μια μεγάλη συγνώμη από την ομογένεια μας για όλες τις απογοητεύσεις και τις στρεβλώσεις που το ελληνικό κράτος «άφησε» πάνω της ως ανεξίτηλες μελανιές και να πούμε ότι τώρα είναι η ώρα που για άλλη μια φορά η «παλιά πατρίδα», εκεί που βρίσκονται οι ρίζες τους και οι μη καταγεγραμμένες μνήμες που τρέχουν στο ασυνείδητο τους, τους χρειάζεται ξανά. Ίσως τώρα περισσότερο παρά ποτέ. Όχι ως πηγή χρημάτων, αλλά ως πηγή έμπνευσης, δημιουργικών προτάσεων, παρεμβάσεων και στήριξης.
ς εκ τούτου η πολιτεία οφείλει να προνοήσει για τη δημιουργία ενός δυναμικού και αποκλειστικού φορέα σύνδεσης και οργάνωσης, σε θεσμικό, πολιτισμικό, πολιτικό, εκπαιδευτικό και επενδυτικό επίπεδο της Ελλάδας με την Ομογένεια μας, να θεσμοθετηθεί το δικαίωμα ψήφου στους ομογενείς και να ενισχυθούν οι δομές σύνδεσης του μητροπολιτικού κέντρου με την ομογένεια μέσω της χρήσης νέων τεχνολογιών, της Εκκλησίας κ.α. Για άλλη μια φορά η Ελλάδα δεν χρειάζεται να ανακαλύψει τον τροχό. Απλώς να ακολουθήσει το δημιουργικό παράδειγμα άλλων κρατών που έχουν επιτύχει σημαντικές επιτυχίες στον τομέα αυτό, με κορυφαίο παράδειγμα αυτό του Ισραήλ.
Η Ελλάδα μια ζωή «ανέπνεε» από τους «έξωθεν» πνεύμονες της. Ο ναρκισσισμός και η αποθέωση των στρεβλοτήτων των προηγούμενων δεκαετιών μας οδήγησε στη λήθη. Είναι καιρός όμως να πιάσουμε ξανά το αφήγημα από την αρχή…
*Ο Σπύρος Ν. Λίτσας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Φωτογραφία: SOOC