Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ο όρος «νεωτερικότητα» είναι δηλωτικός μιας ιστορικής περιόδου, η οποία αντιδιαστέλεται από την Αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα. Τα χρονικά όρια της περιόδου διαρκούν περίπου από την εποχή του Διαφωτισμού και της Βιομηχανικής Επανάστασης, μέχρι και το τέλος του 20ου αιώνα, για κάποιες αδύναμες πολιτισμικά κοινωνίες. Η «νεωτερική περίοδος» συνδέεται με την ανάπτυξη του έθνους-κράτους, της εθνικής οικονομίας, κουλτούρας, παιδείας και την εδραίωση των αστικών καπιταλιστικών κοινωνιών.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, γίνεται σταδιακά, η μετάβαση στην «μετανεωτερική περίοδο», όπου κυριαρχούν πλέον, ο περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, η παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας και οι ευέλικτοι τρόποι συσσώρευσης κεφαλαίου. Ο Λυοτάρ από την δεκαετία του ΄70, συνδέει την προοπτική της «μετανεωτερικότητας» με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την μεταφόρτωση των επιστημονικών πρακτικών.
Μολονότι στον υπόλοιπο κόσμο, η «μετανεωτερική» εποχή φαίνεται να καλπάζει, στην Ελλάδα, επικρατεί μία πολύ έντονη διάθεση προσκόλλησης στην πρώτη περίοδο, την «νεωτερική»! Γιατί συμβαίνει αυτό; Για πολλούς και διάφορους λόγους αλλά με βασικότερο όλων τον πελατειασμό. Την βασική «αξία» που συνέχει το πολιτικό σύστημα και κάθε άλλη μορφή εξουσίας (πχ Εκκλησία).
Η περίπτωση με τον αφγανό μαθητή και την σημαία, είναι εξόχως ενδεικτική της κοινωνικής μας «παράνοιας». Δεν μπαίνω προφανώς στις λεπτομέρειες για την διαδικασία- όσα διαβάζετε στο facebook, είναι ανακρίβειες και ανοησίες- αλλά καταλήγω στην πρόσκληση του μαθητή στο μέγαρο Μαξίμου από τον Πρωθυπουργό.
Όλα αυτά μοιάζουν τουλάχιστον τραγελαφικά, δεδομένου πως κάθε συμβολισμός (αντιρατσισμός, αλληλεγγύη, ανθρωπιστική διάθεση κτλ) χάνει την αξία του, αφού η κοινωνία πολώνεται με την αποθέωση της υποκρισίας.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας είχαν, ως κυβέρνηση, πολύ μεγάλη ευκαιρία να τελειώνουν μια και καλή, με παρωχημένες εθνικιστικές ή μιλιταριστικές συνήθειες, στο ελληνικό σχολείο. Aν είχαν τα κότσια, ας καταργούσαν άπαξ και χωρίς περιστροφές, τις παρελάσεις, και την καπηλεία της σημαίας στα σχολεία. Ας ζητούσαν τη συναίνεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης σ΄αυτό και ας προχωρούσαν σε μία ρηξικέλευθη πρόταση που θα απάλλασσε την Εκπαίδευση από συνήθειες που μόνο φονταμενταλιστικά κράτη επιμένουν να ακολουθούν.
Δεν τολμούν όμως, να το κάνουν. Και όχι μόνο αυτό. Με την απόφαση του κ. Γαβρόγλου να κληρώνεται ο σημαιοφόρος στα Δημοτικά, δημιουργούν έναν ατέρμονο κύκλο εντυπώσεων και διχασμού που φτάνει μέχρι την εκμετάλλευση του αφγανού μαθητή.
Στην πραγματικότητα, ούτε ο πρωθυπουργός ούτε και το κόμμα του αποδεικνύουν κανένα ενδιαφέρον για τους πρόσφυγες, με φωτογραφίες και «εξάρσεις» ανθρωπισμού. Αυτό θα είχε συμβεί, αν είχαν φροντίσει να απορροφήσουν τα κονδύλια της ΕΕ για το προσφυγικό και είχαν αντιμετωπίσει οργανωμένα το πρόβλημα, περισώζοντας την αξιοπρέπεια τόσων κυνηγημένων ανθρώπων.
Ο κ. Τσίπρας συνεχίζει – μαζί με την Εκκλησία και την λαϊκιστική Δεξιά- να πιστεύει ακόμα στις «μεγάλες αφηγήσεις» (μαρξισμός, εθνικισμός, κλπ) και σε πλατιά «ερμηνευτικά σχήματα». Πρώτον γιατί δεν μπορεί να αντιληφθεί τίποτε περισσότερο και δεύτερον, επειδή τον βολεύουν στην άσκηση της εξουσίας του, μέσω του πελατειασμού.
Επομένως, η κοινωνία μας παραμένει βαθιά «νεωτερική» και αντιστέκεται, σχεδόν πλειοψηφικά, στην αλλαγή εποχής, που έχει ήδη συντελεστεί στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο.
Βεβαίως, η νοσηρότητα δεν αφορά μόνο την υποκρισία του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ, των Δεξιών, της Χρυσής Αυγής ή του ΚΚΕ. Έχει να κάνει και με όλους όσοι νομίζουν ότι, παίρνοντας θέση για τη σημαία και τον Αμίρ, προσφέρουν κάτι στον δημόσιο διάλογο. Το μόνο που κάνουν είναι να εξυπηρετούν τον «πρωτογονισμό» με τον οποίο θέλει ο λαϊκισμός να κυβερνάει τη χώρα, διαμορφώνοντας την ατζέντα με ανύπαρκτα ζητήματα.
Η κυβέρνηση, ούτως ή άλλως, ξέρει καλά να μοιράζει μίσος και διχασμό στην κοινωνία. Είναι θέμα πολιτικής επιβίωσης και αυτό θα συνεχίσει να κάνει, όσο βρίσκεται στην εξουσία…