Οι έφηβοι στην Αμφίπολη της ρωμαϊκής εποχής αθλούνταν σκληρά και πειθαρχημένα, υπό τις οδηγίες ενός πολύ σκληρού εφηβαρχικού νόμου. Τον νόμο αποκάλυψε κατά τη διάρκεια ανασκαφών ο αείμνηστος αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης. Τον μελέτησε, δε, η κόρη του Πέπη Λαζαρίδου, που τον διαδέχθηκε στο έργο της Αμφίπολης. Η υπέροχη Πέπη, αγαπημένη όχι μόνο του κλάδου της και των δικών της ανθρώπων, αλλά και της κοινωνίας, ήταν ταγμένη στην προστασία των μνημείων μέχρι την τελευταία της στιγμή. «Εφυγε» την περασμένη Κυριακή 5 Ιουλίου αφήνοντας πίσω της δυσαναπλήρωτο κενό.
«Για τον εφηβαρχικό νόμο της Αμφίπολης, που είναι γραμμένος επάνω σε μια μαρμάρινη στήλη που βρέθηκε στο χώρο του Γυμνασίου, από τον αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη το 1984 και φυλάσσεται στο αρχαιολογικό μουσείο της, έχουν γραφτεί πολλά» σημειώνει στο «Χρονόμετρο» ο Θεόδωρος Αν. Σπανέλης. «O νόμος είναι έργο του εφηβάρχου Αδαίου Ευημέρου και μας δίνει πληροφορίες για την αγωγή των εφήβων, τα ήθη της εποχής, τα αξιώματα, την κοινωνική δομή της πόλης.
Ο εφηβαρχικός νόμος «είναι ένα κείμενο με 139 στίχους που η χάραξή του χρονολογείται στο 21 π.Χ., αλλά όπως προκύπτει από την μελέτη είναι αντιγραφή παλαιότερου κειμένου». Στην μελέτη της Πέπης Λαζαρίδου διατυπώνεται η εκτίμηση ότι σύμφωνα με τις ενδείξεις «η αρχική σύνταξη του εφηβαρχικού νόμου ανάγεται στην ελληνιστική περίοδο. Το στοιχείο που ενδυναμώνει αυτή την εκτίμηση είναι η αναφορά στην απονομή των στεφάνων, η οποία γινόταν κατά τον μήνα Ολώ(ι)ο, ο οποίος είναι ο ακροτελευταίος του μακεδονικού ημερολογίου και αντιστοιχεί στον Ιούλιο.
Επίσης ένα σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από την μελέτη του νόμου, είναι στο σημείο εκείνο που αναφέρεται στον επώνυμο ιερέα που όταν προσέλθει θα τελεστούν οι καθιερωμένες ιερουργίες για να ξεκινήσουν οι γυμνικοί αγώνες, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Η θεότητας της οποίας ο ιερέας είναι επώνυμος δεν αναφέρεται, αλλά σημειώνεται ότι στις περισσότερες πόλεις της Μακεδονίας και ως εκ τούτου και στην Αμφίπολη ήταν επώνυμος άρχων ήταν ο ιερέας του Ασκληπιού, το οποίο δεν ίσχυε στην περίπτωση της Κασσάνδρειας και των Φιλίππων.»
Στην εισαγωγή του κειμένου, γίνεται αναφορά στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του εφηβάρχου, σχετικά με την απογραφή των εφήβων, την επιβολή ποινών, τον έλεγχο του θεσμού από τους πολιτικούς άρχοντες κλπ. Καθορίζει επίσης το ποιοι έφηβοι έχουν το δικαίωμα της φοίτησης, αν και ήταν υποχρεωτική για όλους, αλλά τίθεται ως προϋπόθεση, η οικογένεια του εφήβου, να είχε τα μέσα επιβίωσης για δύο χρόνια. Περιγράφει επίσης το πώς ορίζονται οι δάσκαλοι, τους κανόνες επιμέλειας των εφήβων, επισημαίνει ότι θα υπηρετούν για δύο χρόνια και θα φορούν χιτώνα, χλαμύδα, θα φέρουν κρηπίδες ως υποδήματα, ενώ θα έχουν πέτασο, τόξο και τουλάχιστον τρία ακόντια, ως εξοπλισμό. Απαγορεύει ρητώς στον έφηβο να ακολουθείται από υπηρέτη.
Επίσης προβλέπει την επιβολή προστίμων στους διδασκάλους, αν δεν διάγουν βίο κόσμιο και σώφρονα, όπως και αν δεν επιμελούνται την εκπαίδευση των εφήβων, ενώ προβλέπει ποινές προστίμου και για όσους κακολογούν τους εφήβους ή τους ακολουθούν κατά βήμα με ύποπτες προθέσεις ή συγχρωτίζεται μαζί τους εκτός παλαίστρας, τέλος ποινές υπάρχουν και για τους εφήβους για διάφορα παραπτώματα.
«Γενικά ο νόμος είναι πάρα πολύ αυστηρός έναντι όλων, ακόμη και ατόμων που αν και δεν ανήκουν στον προσωπικό του Γυμνασίου, θα επιχειρήσουν να διαφθείρουν τους εφήβους, παράπτωμα που και γι’ αυτό υπάρχει πρόβλεψη για την επιβολή προστίμων» τονίζει ο κ. Σπανέλης. «Υπάρχει πρόβλεψη ακόμη και για την συμμετοχή των εφήβων στα θεάματα, όπου επισημαίνεται ότι έπρεπε να πηγαίνουν με συντεταγμένο τρόπο, δεν επιτρέπονταν να κάθεται κανείς ανάμεσα τους, δεν επιτρέπονταν να χειροκροτούν και να σφυρίζουν παρά να μένουν σιωπηροί κατά την διάρκεια του θεάματος»
Ένα σημαντικό στοιχείο των συμπερασμάτων είναι ότι υπάρχει η πρόβλεψη ότι επειδή οι έφηβοι δεν είναι πλήρως ενήλικοι, τελούσαν υπό επιτροπεία λόγω του ότι είναι «ατελώς λειτουργίας»… κατά λέξη η αναφορά αυτή παραπέμπει στην αριστοτελική ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, γεγονός που αποτελεί μια υπόμνηση ότι ο Μακεδόνας νομοθέτης είχε ενώπιων του αυτό το έργο.
Το τελικό συμπέρασμα της Πέπης Λαζαρίδου είναι ότι ο συντάκτης του νόμου, έλαβε υπόψιν του, όχι μόνο τον Αριστοτέλη, αλλά και τον Ξενοφώντα με το έργο του Λακεδαιμονίων Πολιτεία. Ως εκ τούτου διατυπώνεται η υπόθεση ότι ο εμπνευστής και ίσως και ο συντάκτης του εφηβαρχικού νόμου ήταν ο ίδιος ο Φίλιππος Ε’ και το κείμενο να ψηφίστηκε από τις μακεδονικές πόλεις κατόπιν βασιλικού διαγράμματος, καθώς ο συγκεκριμένος Μακεδόνας βασιλιάς αναδεικνύεται ως ο μέγας νομοθέτης του μακεδονικού κράτους, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι από τον εφηβαρχικό νόμο απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά σε μη αθλητικές δραστηριότητες στο Γυμνάσιο. Στον εφηβαρχικό νόμο δεν συναντάται ούτε ίχνος σοφιστών ή ρητόρων, ούτε γραμματοδιδάσκαλοι ούτε μουσικοδιδάσκαλοι, αλλά παιδοτρίβες, ακοντιστής τοξότης και πωλοδαμαστής. Προκύπτει λοιπόν πως ο θεσμός της εφηβείας στην Αμφίπολη απέβλεπε κυρίως στην αθλητική και στρατιωτική προετοιμασία των εφήβων της πόλης αλλά όχι στην πνευματική τους εκπαίδευση, σε αυτό το στάδιο τουλάχιστον.
Ο εφηβαρχικός νόμος εντοπίσθηκε το 1984 στη βόρεια στοά του γυμνασίου της Αμφίπολης από το Δημήτρη Λαζαρίδη. Αποτελεί το σπουδαιότερο εύρημα του είδους του σ’ όλο τον ελληνικό κόσμο. Πρόκειται για ένα μοναδικό κείμενο 139 στίχων το οποίο μας δίνει πλήθος πληροφοριών χαραγμένο σε στήλη ύψους 2,65μ. Στο πάνω μέρος του εφηβαρχικού νόμου σε λεία και εξέχουσα ταινία είναι χαραγμένη η μακεδονική χρονολόγηση της επιγραφής, που ανήκει στο 21 π.Χ. ή από μεταγενέστερες εκτιμήσεις στο 23-22 π.Χ.
Κατά τον ανασκαφέα, περιέχει κωδικοποιημένους παλαιότερους σχετικούς νόμους, διατάξεις και βασιλικά διατάγματα, όπως φαίνεται και από μια άλλη επιγραφή του Φιλίππου του Ε΄, που βρέθηκε εκεί κοντά και είναι από τα αρχαιότερα κείμενα που αποκαλύφθηκαν στο γυμνάσιο. Η εφηβεία ήταν θεσμός στην αρχαιότητα και ήταν ουσιαστικά η δημόσια οργανωμένη εκπαίδευση των εφήβων. Βέβαια, τα περιεχόμενα, οι σκοποί και η διάρκεια της παρεχόμενης εκπαίδευσης διέφεραν τόσο από εποχή σε εποχή όσο και από πόλη σε πόλη.
Ο Ευάγγελος Αλμπανίδης αναφερόμενος στα Γυμνάσια της Θράκης σημειώνει πως το Γυμνάσιο «αναμφίβολα ήταν ο κυρίαρχος θεσμός παιδείας και ελληνικότητας. Αποσκοπούσε στη σωματική και πνευματική αγωγή των νέων και ήταν στενά συνδεδεμένο με το θεσμό της εφηβείας. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η στρατιωτική εκπαίδευση που αρχικά ήταν ο κυρίαρχος σκοπός του θεσμού της εφηβείας, κατά την εξέλιξη του θεσμού, παρεχώρησε τη θέση της στην σωματική άσκηση και την πνευματική αγωγή των εφήβων.»
«Στην Αμφίπολη η σχετική επιγραφή η οποία αναφέρεται στο θεσμό της γυμνασιαρχίας είναι το διάταγμα του Φιλίππου του Ε΄, το οποίο εκδόθηκε κατά το 39ο έτος της βασιλείας του (183 π.Χ.)» λέει ο κ. Αλμπανίδης. «Το διάταγμα αυτό εστάλη σ' όλες τις Μακεδονικές πόλεις της εποχής εκείνης που διέθεταν γυμνάσιο για να προστεθούν και νέα καθήκοντα στους γυμνασίαρχους. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για διάταγμα απευθυνόμενο προς τους επιμελητές της βασιλικής εξουσίας, οι οποίοι πρέπει να μεριμνήσουν για την καταχώρηση στον γυμνασιαρχικό νόμο της κάθε πόλης διατάξεων που αφορούν τους στεφανίτες αγώνες του Μακεδονικού κράτους».
Το Γυμνάσιο της Αμφίπολης λειτούργησε από τον 4ο αι. π.Χ. έως τα πρώιμα αυτοκρατορικά χρόνια (ρωμαϊκή περίοδος).