Ο Νίτσε, ο Έσερ και ο σκύλος που κυνηγάει την ουρά του

Ο Νίτσε, ο Έσερ και ο σκύλος που κυνηγάει την ουρά του

Toυ Ανδρέα Ζαμπούκα

Ήρθε και το 2018 εν μέσω πολιτικών πρωτογονισμών, τουρκικών λεονταρισμών και μακεδονικών αναταραχών. Κρατώ, όμως, κάτι άλλο ίσως πιο χαρακτηριστικό στον συμβολισμό του σχετικά με τα συνεχή αδιέξοδα που το έθνος αγαπάει πάντα να εγκλωβίζεται.

Η ενημέρωση που έχω από το υπουργείο Παιδείας είναι ότι η νέα καταληκτική πρόταση σχετικά με τις εισαγωγικές εξετάσεις είναι η επαναφορά των Δεσμών με 4 μαθήματα για τους εξεταζόμενους και η αλλαγή του ονόματος σε «Κεντρικά Οργανωμένες Εξεταστικές Διαδικασίες». Μην κουράζεστε με λεπτομέρειες. Δεν θα ισχύσει τίποτε άλλο από όσα ανακοίνωναν. Απλά θα επιστρέψουμε στο 1999, με άλλο όνομα και με πανομοιότυπες προδιαγραφές!

Άλλο ένα δείγμα είναι το Σκοπιανό. Γυρίζουμε στο 1993 και πιθανότατα θα επιλέξουμε αυτό που δεν είχαμε επιλέξει τότε. Κι άλλο ένα: Οδεύουμε στην πλήρη αποδοχή της πρότασης Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό με πολύ χειρότερους όρους από το 2001.

Μπορώ να σας απαριθμήσω εκατό ακόμα περιπτώσεις αλλά θα αρκεστώ στην εξήγηση. Η έννοια της «αιώνιας επιστροφής» του Νίτσε εμφανίζεται για πρώτη φορά στον αφορισμό 341 της «Χαρούμενης επιστήμης» ως ένα υποθετικό ερώτημα, για μία ενδεχόμενη δραματική και επίμονη επιστροφή στο παρελθόν. Κι άλλος ένας χρήσιμος συνειρμός. Οι «αδύνατες» παραδοξολογικές κατασκευές του Ολλανδού εικαστικού, Έσερ, δημιουργούν την ψευδαίσθηση του απείρου, δηλαδή της ατελείωτης δημιουργίας σχεδίων με το σχήμα της αδιέξοδης επαναφοράς.

Και τώρα, η πιο πειστική εξήγηση για την περίπτωσή μας: Ψυχολόγοι σκύλων θεωρούν το κυνήγι της ουράς τους ως ένδειξη μιας ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, που μπορεί να προκαλέσει ακόμα και σοβαρό τραυματισμό. Ξεκινά συνήθως από ένα αρνητικό ερέθισμα το οποίο ο σκύλος προσπαθεί να ανακουφίσει με οποιονδήποτε τρόπο. Στη συνέχεια γίνεται επιβραβευτική, καθώς η επαναλαμβανόμενη κίνηση παράγει ενδορφίνες, οι οποίες του προσφέρουν ένα αίσθημα ευφορίας…

Κυνηγάμε την ουρά μας για να παράγουμε τις «ενδορφίνες» μας. Και κάπως έτσι ανακουφιζόμαστε. Εγκλωβισμένοι συνεχώς στις «επιστροφές» μας. Αδιαφορούμε για το αποτέλεσμα, το ωφέλιμο έργο μιας δράσης, την παραγωγικότητα ενός συστήματος, την αμοιβαιότητα μεταξύ θεωρίας και πράξης.

Φταίνε οι θρησκευτικές μας καταβολές (ορθόδοξες και αριστερές); Φταίει η προγονοπληξία μας, η εμμονή στην παράδοση, ο ιδιόμορφος βαλκάνιος φονταμενταλισμός μας; Ό,τι κι αν είναι, το μέλλον είναι μάλλον αβέβαιο. Και ακόμα χειρότερο το παρόν για όσους δεν επιθυμούν να κυνηγούν την ουρά τους…

Αισιοδοξία για το 2018! Κι ας μην προκύπτει από πουθενά…