Ήμασταν προετοιμασμένοι να διαβάσουμε πολλά εξωφρενικά σχόλια για την ορκωμοσία της Προέδρου της Δημοκρατίας: για την εμφάνισή της, για τη φωνή της, για την επιλογή της τα Μήντια και η Εθιμοτυπία της Προεδρίας να χρησιμοποιούν το υποκοριστικό «Κατερίνα» αντί για το βαφτιστικό «Αικατερίνη» με το οποίο, βέβαια, θα υπογράφει. Όμως, αυτό που πραγματικά μας αιφνιδίασε ήταν η έκπληξη που δημιούργησε η αναφορά της Προέδρου της Δημοκρατίας στον «νέο πατριωτισμό». Δεν θα ασχοληθούμε καν με τους «γνωστούς κύκλους» που στήθηκαν μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασης για να δουν αν θα κάνει το σταυρό της αλλά με αφορμή τα καλοπροαίρετα σχόλια που διαβάσαμε, κυρίως στα social media, θέλουμε να κάνουμε κάποιες επισημάνσεις.
Ο λόγος που δηλώνουμε «αιφνιδιασμένοι» είναι γιατί ο όρος «νέος πατριωτισμός» ξένισε τους ψηφοφόρους αυτού που πρώτος τον διατύπωσε και που δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργό και πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας.
Ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο «μακρινό» 2016, στην πρώτη του ομιλία στη ΔΕΘ ως αρχηγός της αντιπολίτευσης που «λάνσαρε» αυτή την έννοια.
Έλεγε, τότε, ο πρωθυπουργός:
«Καλώ σήμερα για συμπόρευση όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Έλληνες. Μας ενώνουν η γλώσσα της κοινής λογικής και του ορθού λόγου, η πίστη στους θεσμούς και στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Σήμερα εδώ, στη Θεσσαλονίκη, γεννιέται ο νέος πατριωτισμός. Ο πατριωτισμός που οδηγεί σε μια περήφανη, ενωμένη και δυνατή Ελλάδα. Την Ελλάδα που δουλεύει ξανά. Την Ελλάδα που μας αξίζει.
Σας καλώ και σας παρακαλώ από αυτήν την προσπάθεια να μη λείψει καμία Ελληνίδα και κανένας Έλληνας.
Είμαστε πολλοί περισσότεροι από ό,τι νομίζετε και είμαστε ενωμένοι για την Ελλάδα μας».
Από το 2016 ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανερχόταν σε αυτό με αποκορύφωμα στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του τον Ιούλιο:
«Ο νέος πατριωτισμός είναι η σημαία της Ελλάδας του 21ου αιώνα. Ένα ρεύμα προόδου που θα προτάσσει την ενότητα. Που θα κοιτά λιγότερο αριστερά ή δεξιά και περισσότερο μπροστά. Γιατί οι Έλληνες θέλουν μια κυβέρνηση που θα αποδείξει στην πράξη ότι η Ελλάδα μπορεί».
Η έννοια του ρεπουμπλικανικού πατριωτισμού δεν είναι καθόλου πρόσφατη. Την εισήγαγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στην ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Δημοκρατίας, στις 4 Οκτωβρίου του 1974, όταν ταυτίζει την έννοια της πατρίδας με αυτή τη δημοκρατίας:
«Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξις του ταυτίζει το Έθνος με τον Λαόν, την Πατρίδα με τους Ανθρώπους της, την Πολιτεία με τους Πολίτες της, την Εθνική Ανεξαρτησία με την Λαϊκή Κυριαρχία, την Πρόοδο με το Κοινό Αγαθό, την Πολιτική Ελευθερία με την Έννομη Τάξη και την Κοινωνική Δικαιοσύνη».
Θυμίζουμε ότι τα παραπάνω, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τα έγραφε στη συγκυρία της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο και όχι σε κάποια φάση μακαριότητας και ευημερίας από αυτές που θα ζούσαμε κάποια χρόνια μετά, στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης μέχρι το 2008.
Όλα αυτά είναι πολύ γνωστά και μάλιστα ανάμεσα στους λεγόμενους «παραδοσιακούς Νεοδημοκράτες». Οι αληθινοί προοδευτικοί και φιλελεύθεροι πολίτες δεν είχαν ποτέ καμία αμφιθυμία απέναντι στην έννοια του πατριωτισμού και της εθνικής ανεξαρτησίας. Τα σύνορα των κρατών τα αναγνωρίζει ο ΟΗΕ που την ίδια στιγμή αναγνωρίζει και τη Χάρτα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η ρητορική no-border είναι μια αριστερίστικη φιλοσοφία του περιθωρίου που πλέον δεν την ασπάζεται ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μια χαρά, λοιπόν,το έθεσε η Πρόεδρος.
Και ποιο είναι το περιεχόμενο του νέου πατριωτισμού; Πάλι θα δανειστούμε τα λόγια του πρωθυπουργού κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης:
«Είμαστε έθνος βαθιά δημοκρατικό. Η καθολική ψηφοφορία καθιερώθηκε στην Ελλάδα πολύ πριν από μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Και στις δημοκρατικές διαδικασίες εντάχθηκαν, παρά τους κλυδωνισμούς, όλοι οι πληθυσμοί, γηγενείς αλλά και πρόσφυγες. Είναι χρέος μας, τώρα, να ενισχύσουμε τη δημοκρατική λειτουργία μέσα από μια επανάσταση διαφάνειας, λογοδοσίας αλλά κυρίως αποτελεσματικότητας. Είμαστε ένα έθνος προοδευτικό. Γιατί, παρά τα κατά καιρούς πισωγυρίσματα, πάντα βρίσκαμε τη νεωτερικότητα και τον τρόπο να προχωρήσουμε μπροστά. Το κράτος, αλλά και η αγορά αναπτύχθηκαν νωρίς. Δυστυχώς όμως, όχι στο βάθος και με την ποιότητα άλλων χωρών. Γι΄ αυτό και το σημερινό μας στοίχημα εξακολουθεί να είναι ο ριζικός εκσυγχρονισμός!»
Η κατακλείδα, τα λέει όλα.