Αν σας έλεγα το 2018 ότι σε τέσσερα χρόνια η Ελλάδα θα είχε εξασφαλίσει την αφρόκρεμα της αμερικανικής και γαλλικής τεχνολογίας για να προστατεύει το Αιγαίο, ότι η Τουρκία θα παρακαλούσε τις ΗΠΑ για την προμήθεια αμυντικού υλικού και ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός θα μιλούσε στο αμερικανικό Κογκρέσο και θα αποσπούσε διθυραμβικά σχόλια, τι θα λέγατε; Μάλλον, ότι θα χρειαζόμουνα ψυχιατρική βοήθεια! Σκεφτείτε τώρα πόσα περισσότερα μπορούμε να πετύχουμε στα επόμενα τέσσερα χρόνια!
Θυμηθείτε μόνο πως ήταν τα πράγματα το 2018. Με την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα και την τραγική εικόνα με τον πρόεδρο Πάκη. Μια εικόνα κακομοιριάς. Ποιος θα το πίστευε ότι τέσσερα χρόνια αργότερα η εικόνα έχει αλλάξει τόσο πολύ που ο πρόεδρος Ερντογάν δε θέλει ούτε να ακούσει… το όνομα Μητσοτάκης!
Αυτό που λέει η Ελλάδα είναι το προφανές: Θέλουμε και επιδιώκουμε τις καλές σχέσεις, αλλά δεν μπορούμε να αφήσουμε αναπάντητες τις ενέργειες που αμφισβητούν τα δικαιώματά μας στην περιοχή. Η ελληνική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να υπερασπιστεί το διεθνές δίκαιο και να διεθνοποιήσει τα προβλήματα που απορρέουν από τον αναθεωρητισμό της Άγκυρας.
Γιατί αυτό δε συνέβαινε χτες στον βαθμό που συμβαίνει σήμερα; Επειδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας πολιτικός ηγέτης με διεθνή ακτινοβολία και ο λόγος του έχει αξία στα διεθνή forum. Έχει σημασία σε αυτό το επίπεδο όχι μόνο το τι λέει κανείς αλλά και ποιος είναι αυτός που το λέει. Καταλαβαίνουμε ότι αυτό ίσως και να στεναχωρεί κάποιους που θα ήθελαν οι υπουργοί τους να είχαν κρεμασμένο πίσω από το γραφείο τους το πορτρέτο του Άρη Βελουχιώτη, αλλά είναι η αλήθεια. Και αποδεικνύεται καθημερινά στο… πεδίο.
Η στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε από την αρχή ως στόχο της να αναδείξει τη σημασία της Ελλάδας για τη Δύση και ταυτόχρονα την αποφασιστικότητα της χώρας μας να μην κάνει ένα βήμα πίσω στις παράλογες απαιτήσεις της Τουρκίας. Η Ελλάδα έχει ξεκάθαρο λόγο. Όταν λέει ότι στηρίζει τις επιλογές της Δύσης, το κάνει. Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Κι όταν η Ελλάδα λέει ότι θα υπερασπιστεί τα δίκαιά της, το εννοεί, όπως το έδειξε στον Έβρο.
Ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε που ήμασταν και που είμαστε. Και ας αναλογιστούμε τα επόμενα βήματά μας. Μία χώρα που θα επενδύσει στις ΑΠΕ, στην πολεμική της βιομηχανία, στις νέες τεχνολογίες, στην καινοτομία και στην επιχειρηματικότητα. Μία Ελλάδα που δε θα θυμίζει σε κάτι την εικόνα της μιζέριας της τελευταίας εικοσαετίας. Ένα κράτος δικαίου που οι πολίτες του θα αισθάνονται ασφάλεια και αισιοδοξία για το μέλλον.
Και η Τουρκία; Είναι βέβαιο ότι θα αντιδράσει. Δεν της αρέσει αυτό το νέο σκηνικό. Αλλά είναι μία νέα πραγματικότητα και πρέπει να τη συνηθίσει. Σημεία ισορροπίας θα υπάρξουν. Αλλά μέσα σε ένα πλαίσιο αλληλοσεβασμού.
Θανάσης Μαυρίδης