Του Δημήτρη Καμπουράκη
Προσωπικά πιστεύω ότι εκλογές θα γίνουν το φθινόπωρο, αλλά ας δεχτούμε και το σενάριο του Μαΐου του ''19 ως υπόθεση εργασίας. Σ' αυτή την περίπτωση, λένε, ένας φθινοπωρινός κυβερνητικός ανασχηματισμός πρέπει να θεωρείται δεδομένος. Θαύμα. Βρήκαμε θέμα ν' ασχολούμαστε. Ποιος έρχεται, ποιος φεύγει, ποιος μετακινείται. Σαν να λέμε, έριξε ένας τρελός μια πέτρα στο πηγάδι και πέσανε τριάντα γνωστικοί να την βγάλουνε.
Οι ανασχηματισμοί κυβερνήσεων που έχουν προεξοφλήσει την ήττα, είναι το πιο μάταιο πράγμα. Συνήθως οι πρωθυπουργοί τους χρησιμοποιούν ως έσχατο όπλο τους κι ας αντιλαμβάνονται ευθύς εξ' αρχής το ανώφελο της προσπάθειας τους. Tο δόγμα η “ελπίδα πεθαίνει τελευταία'' ισχύει για όλους. Εξάλλου, για ήττα οδεύουν, δεν έχουν να χάσουν κάτι. Αντιθέτως, το ανακάτεμα της κυβερνητικής τράπουλας λειτουργεί τονωτικά στην ίδια τους την πρωθυπουργική ψυχολογία και μην αψηφάτε διόλου αυτή την ανάγκη προσωπικής επιβεβαίωσης που έχουν οι ηγέτες όταν ζορίζονται.
Βεβαίως, κάθε ανασχηματισμός επενδύεται με μεγάλες προσδοκίες και υψηλές πολιτικές απαιτήσεις, παρά το γεγονός ότι τελικά καταλήγει ένα φτηνό ζύγι στο οποίο μπαίνουν ψηφοθηρικοί υπολογισμοί, τοπικές απαιτήσεις, προσωπικά παράπονα, ισορροπίες μεταξύ μηχανισμών και κρυμμένοι μικροεκβιασμοί. Όλοι οι ανασχηματισμοί έτσι είναι, απλώς οι τελευταίοι κυβερνήσεων που βρίσκονται σε αποδρομή είναι η χειρότερη εκδοχή τους.
Στη μεταπολιτευτική πολιτική μας ιστορία, δεν έχει καταγραφεί ανασχηματισμός κυβέρνησης που έχει ανατρέψει τα προϋπάρχοντα πολιτικά και δημοσκοπικά δεδομένα. Λογιών-λογιών «ευχάριστες εκπλήξεις», «ανατροπές», «ανανεώσεις», «ανοίγματα» και «διευρύνσεις», εξαφανίζονται μέσα στην χοάνη της γενικής λαϊκής δυσαρέσκειας αν ο ανασχηματισμός γίνει μέσα σε συνθήκες κυβερνητικής απαξίωσης. Πόσο μάλλον όταν αυτές οι δήθεν ρηξικέλευθες κινήσεις που είναι απόλυτο προνόμιο του πρωθυπουργού, δεν είναι πια τόσο εύκολες όπως κάποτε. Ο σημερινός κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ απέχει πολύ από τον πρόγονο του που πρωτόφτιαξε κυβέρνηση το 2015. Πλέον είναι κι αυτός γεμάτος βαρόνους, δούκες και κόμητες, τους οποίους ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να αψηφήσει ολοκληρωτικά. Τα 'χει αυτά η εξουσία.
Όχι ότι θα 'χει μεγάλη σημασία για τον κόσμο αν παραμείνει σ' ένα υπουργείο κάποιο μεγαλοστέλεχος ή θα εμφανιστεί στην θέση του ένας ξεκούδουνος που υποτίθεται ότι θα εκφράζει το άνοιγμα στην σοσιαλδημοκρατία ή στους νέους ή στις γυναίκες ή σε ειδικές κοινωνικές ομάδες ή σε κάποιο ευαίσθητο γεωγραφικό διαμέρισμα. Κάτι τέτοια δημιουργούν μια κάποια έκπληξη για λίγες μέρες και μετά η ζωή συνεχίζεται σαν να μην άλλαξε τίποτα. Και πράγματι δεν αλλάζει κάτι όταν ανακατεύονται υπουργοί και υφυπουργοί, των οποίων οι πολιτικές προτεραιότητες είναι ήδη αποφασισμένες από το Μέγαρο Μαξίμου και από τα υπογεγραμμένα χαρτιά με τους δανειστές.
Βέβαια, το επαγγελματικό βίτσιο του δημοσιογράφου δεν θα πάψει ποτέ να ενδιαφέρεται για απότομες ανόδους και πτώσεις δημοσίων προσώπων. Οι πολιτικές τροχιές ενός Ευκλείδη, ενός Κοτζιά, μιας Αχτσιόγλου, ενός Σκουρλέτη, όπως και να το κάνουμε διαθέτουν κάτι το γαργαλιστικό. Η δημοσιογραφική διαστροφή και η λαϊκή περιέργεια παρακολουθούν τις καριέρες τους με ενδιαφέρον, αλλά ως εκεί. Έχουν παρέλθει οι καιροί που οι τοποθετήσεις ή οι μετακινήσεις υπουργών του Αλέξη ταυτίζονταν με λαϊκές ελπίδες. Το ενδιαφέρον του κοινού είναι πλέον καθαρά κουτσομπολίστικο, διανθισμένο με χαιρεκακία προς εκείνους που θα γκρεμιστούν και ειρωνεία προς τους άλλους που θα αναρριχηθούν. Έτσι είναι η ζωή ή αλλιώς “καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια''.