Του Γρηγόρη Σαμπάνη*
Μια νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα του 2019, που ψάχνει τον αναπτυξιακό βηματισμό της ύστερα από μια καταστροφική ύφεση, μπορεί να αλλάξει πολλά με τις ιδέες της, αν αυτές ανταποκρίνονται στη βασική ανάγκη της εποχής για αφύπνιση των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας, ώστε να επιταχυνθεί η ανάπτυξη.
Όμως, για να φέρει τις πραγματικά μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα, μια νέα κυβέρνηση χρειάζεται κάτι περισσότερο από καλές ιδέες: ένα μοντέρνο, αξιοκρατικό και αποτελεσματικό μοντέλο διακυβέρνησης, με δημοκρατικό ήθος και τεχνοκρατική σοβαρότητα, που θα μετατρέψει το κράτος από μεγάλο ασθενή και «βαρίδι» σε καταλύτη της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Τα πρώτα κυβερνητικά δείγματα γραφής του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αρκετά για να εξαχθούν πολύ σοβαρά συμπεράσματα για το νέο μοντέλο διακυβέρνησης που σχεδίασε και ήδη εφαρμόζει με καταιγιστικούς ρυθμούς: βέβαιο είναι ότι ο νέος πρωθυπουργός και ηγέτης της Νέας Δημοκρατίας θρυμματίζει δόγματα διακυβέρνησης που έρχονται από το χειρότερο παρελθόν αυτού του τόπου και καθιερώνει ένα νέο μοντέλο απόλυτα συμβατό με τις σύγχρονες ανάγκες:
1. Το δόγμα για την τήρηση των πολιτικών/κομματικών ισορροπιών στο σχηματισμό μιας κυβέρνησης ξεπεράσθηκε με μεγάλη τόλμη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Για πρώτη φορά στη νεότερη ελληνική ιστορία, δεν είδαμε να σχηματίζεται μια κυβέρνηση με κύριο γνώμονα την ικανοποίηση των φιλοδοξιών κορυφαίων στελεχών και την «τακτοποίηση» μεσαίων στελεχών σε θέσεις υφυπουργών. Ο Κ. Μητσοτάκης συνέθεσε ένα κυβερνητικό σχήμα που συνδυάζει πολιτική εμπειρία και ικανότητες ηγετικών στελεχών του κόμματος σε υπουργικές θέσεις με την υψηλή τεχνοκρατική και επιστημονική επάρκεια ανθρώπων που δεν προέρχονται από το άμεσο κομματικό περιβάλλον της ΝΔ, αλλά μπορούν από θέσεις υφυπουργών να συμβάλουν καθοριστικά με τις ιδέες και τις διοικητικές τους ικανότητες στην υλοποίηση ενός εξαιρετικά φιλόδοξου κυβερνητικού προγράμματος, που οι περισσότεροι αμφιβάλλουν αν μπορεί η δημόσια διοίκηση να υλοποιήσει. Η σύνθεση της πολιτικής και της ιδεολογίας με την τεχνοκρατική και επιστημονική επάρκεια, των πολιτικών που εμπιστεύθηκε ο λαός με την ψήφο του και τεχνοκρατών που έχει απόλυτη ανάγκη η διοίκηση του τόπου αυτή τη δύσκολη περίοδο έγινε από τον Κ. Μητσοτάκη με μεγάλη σοβαρότητα και το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα κυβερνητικό σχήμα που πείθει ότι έχει τις προδιαγραφές για να εφαρμόσει το πρόγραμμα του κόμματος, να κινητοποιήσει ένα νωθρό και αντιπαραγωγικό κρατικό μηχανισμό και να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στις Βρυξέλλες, στις αγορές και σε όσους επιθυμούν να επενδύσουν στην Ελλάδα.
2. Το δόγμα που επέβαλε στους πρωθυπουργούς να εμπιστεύονται κυβερνητικές θέσεις μόνο σε πρόσωπα με «κομματική φανέλα», ή σε προσωπικότητες από τον ευρύτερο πολιτικό χώρο του κυβερνώντος κόμματος θρυμματίσθηκε από τον Κ. Μητσοτάκη, που έφερε νέες αντιλήψεις αξιοκρατίας στο σχηματισμό κυβέρνησης, χωρίς να διστάζει να αναθέσει καίριες θέσεις ακόμη και σε ιστορικούς αντιπάλους της φιλελεύθερης παράταξης. Κορυφαία τέτοια περίπτωση είναι, αναμφίβολα, η επιλογή του πλέον επιτυχημένου υπουργού Δημόσιας Τάξης/Προστασίας του Πολίτη των τελευταίων δεκαετιών, του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ως νέου υπουργού Προστασίας του Πολίτη και μάλιστα με θεαματικά διευρυμένες αρμοδιότητες (φυλακές, μετανάστευση). Ήταν μια επιλογή που επιβεβαίωσε ότι ο Κ. Μητσοτάκης σήμερα δεν πολιτεύεται με βάση πικρίες για πολιτικές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος, αλλά αναζητεί τους κατά τεκμήριο καλύτερους για κάθε θέση, αδιαφορώντας για το κομματικό παρελθόν. Κινείται περισσότερο σαν προπονητής εθνικής ομάδας, παρά ως επικεφαλής κόμματος εξουσίας, γιατί αντιλαμβάνεται ότι μόνο η αξιοκρατία και η υπέρβαση στερεοτύπων του παρελθόντος μπορούν να φέρουν τη μεγάλη αλλαγή στο μοντέλο διακυβέρνησης που ο ίδιος οραματίζεται και ο τόπος απεγνωσμένα χρειάζεται σήμερα. Στην ίδια κατεύθυνση, αξιοσημείωτη είναι και η διατήρηση του Φώτη Κουρμούση στη θέση του ειδικού γραμματέα Ιδιωτικού Χρέους, επειδή κρίθηκε ότι αποτελεί ένα ικανό στέλεχος, παρότι είχε τοποθετηθεί σε αυτή τη θέση από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ένα άλλο παράδειγμα με μεγάλη σημασία ήταν η επιλογή του νέου επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους: Ο πρωθυπουργός δεν τοποθέτησε κάποιο στέλεχος από τη «δεξαμενή» των άξιων στελεχών της ΝΔ, αλλά προτίμησε να αναβαθμίσει τον Δημήτρη Τσάκωνα, ένα άξιο στέλεχος με μακρά θητεία στον ΟΔΔΗΧ, καθιστώντας σαφές στα στελέχη του Δημοσίου ότι η νέα κυβέρνηση αναγνωρίζει και επιβραβεύει τους ικανούς. Το ευρύτερο μήνυμα είναι σαφές: σήμερα, στην Ελλάδα δεν κυβερνούν οι «δικοί μας», κυβερνούν οι άριστοι!
3. Το δόγμα ότι οι υπουργοί είναι τα πραγματικά «αφεντικά» στους τομείς τους και ο πρωθυπουργός απλώς προεδρεύει, έπαψε να ισχύει με την ανάληψη της εξουσίας από τον Κ. Μητσοτάκη. Στο νέο μοντέλο διακυβέρνησης, που κατά πολλούς θυμίζει τον τρόπο διοίκησης μεγάλων εταιρειών, ο πρωθυπουργός έχει θέσει διευθύνοντος συμβούλου. Αναθέτει καθήκοντα και προγραμματίζει το κυβερνητικό έργο, παρακολουθεί στενά και με όλα τα μέσα της σύγχρονης τεχνολογίας την πρόοδο των επιτελών του, επιβάλλει διορθωτικές κινήσεις όταν χρειάζεται και κάνει την τελική αξιολόγηση του έργου που έχει συντελεστεί. Ο νέος πρωθυπουργός είναι σαφές ότι, γνωρίζοντας καλά πόσο εύκολο είναι να χαθεί ο έλεγχος της πορείας του κυβερνητικού έργου, όταν οι υπουργοί έχουν δική τους ατζέντα ή είναι απλώς ανεπαρκείς στην υλοποίηση ενός προγράμματος, «έσφιξε τα λουριά» από την πρώτη στιγμή που άρχισε να ασκεί τα καθήκοντά του. Για πρώτη φορά οι υπουργοί παραλαμβάνουν μετά την πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ένα φάκελο με πλήρη καταγραφή όσων καλούνται να υλοποιήσουν και για πρώτη φορά συγκροτείται μια κυβερνητική βάση δεδομένων, όπου θα καταγράφονται σε πραγματικό χρόνο οι δράσεις και πρωτοβουλίες τους, για να ενημερώνεται ο πρωθυπουργός. Σε άλλες εποχές, αυτό θα εκλαμβανόταν ακόμη και ως προσβολή των κορυφαίων στελεχών, ή ως υπερβολικός συγκεντρωτισμός. Σήμερα, όμως, οι περιστάσεις δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο για αστοχίες, σφάλματα και αβελτηρίες των υπουργών. Δεν διακυβεύεται μόνο το πολιτικό μέλλον ενός κόμματος εξουσίας, αλλά η ίδια η τύχη μιας χώρας που έφθασε στο χείλος της καταστροφής και πρέπει να βρει πάλι το δρόμο προς τη δημιουργία και την ανάπτυξη.
Σε παλαιότερο άρθρο μας («Η επόμενη κυβέρνηση και το στοίχημα Μητσοτάκη», 21/4/2017), τονίζαμε ότι «ο επόμενος πρωθυπουργός θα πρέπει να αποφύγει την πεπατημένη της ανάθεσης κυβερνητικών καθηκόντων με βάση την κομματική επετηρίδα. Θα πρέπει να προχωρήσει σε ένα φιλόδοξο άνοιγμα του κόμματος στην κοινωνία και ιδιαίτερα στο χώρο των επιχειρήσεων, όπου βρίσκονται πολλά άξια στελέχη, με διοικητική επάρκεια και καλή αντίληψη της πραγματικότητας της οικονομίας, τα οποία θα μπορούσαν να συγκροτήσουν μια ομάδα που θα πείθει ότι μπορεί να οδηγήσει την οικονομία στην υγιή ανάπτυξη». Ο Κ. Μητσοτάκης είχε την τόλμη να συγκροτήσει αυτή την Ομάδα της Ανάπτυξης και έχει την επάρκεια και αποφασιστικότητα που χρειάζονται για να την οδηγήσει στη νίκη!
* Ο Γρηγόρης Σαμπάνης είναι οικονομολόγος, αναπληρωτής Γραμματέας Ειδικών Κομματικών Οργανώσεων ΝΔ.