Η εκδήλωση έλαβε χώρα σε αίθουσα μεγάλης ελληνικής εταιρείας, έτσι ώστε οι συγκεντρωμένοι επιχειρηματίες, γιατροί, δικηγόροι και λοιποί ευκατάστατοι συμπατριώτες μας να μην βρεθούν κάτω από αδιάκριτα βλέμματα. Οικοδεσπότης ήταν κορυφαίος Κύπριος υπουργός και θέμα της συζήτησης το πώς οι Έλληνες θα μεταφέρουν την έδρα των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων στη Μεγαλόνησο.
Ο εξαιρετικά συμπαθής Κύπριος υπουργός τους είπε με απλή και κατανοητή γλώσσα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα ήθελε να φιλοξενήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις, εφόσον οι ίδιοι οι επιχειρηματίες έχουν αποφασίσει να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Ότι θα ήταν προτιμότερο να πάνε στην Κύπρο και να ενισχύσουν την Οικονομία της από το να πάνε στη Βουλγαρία, στην Ιρλανδία ή σε κάποια άλλη χώρα. Ήταν φανερό ότι ο αγαπητός μας φίλος επέλεξε τη στρατηγική να απευθυνθεί στο συναίσθημα του κοινού. Ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στις διατυπώσεις του. Για λόγους ευγένειας, αλλά κι επειδή δεν θα ήθελε ίσως να προκληθεί κάποια «παρεξήγηση» με την ελληνική πλευρά.
Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι δεν χρειάστηκε να κουραστεί ιδιαίτερα για να συγκεντρώσει τους «υποψήφιους πελάτες» στην αίθουσα. Αυτήν την εποχή το προϊόν «εταιρεία εξωτερικού» είναι το πιο δημοφιλές στην ελληνική αγορά. Όπως κάποτε ήταν οι μετοχές και μία άλλη περίοδος τα κοινοτικά προγράμματα. Όπως μάθαμε, έγιναν μόνο μερικά τηλέφωνα και η αίθουσα στο Σύνταγμα ξεχείλισε από τους ενδιαφερόμενους.
Η ουσία πάντως παραμένει! Μιλάμε για ένα μεγάλο κύμα φυγής Ελλήνων φορολογούμενων από την ελληνική επικράτεια. Και το πρόβλημα είναι ότι αυτοί που φεύγουν δύσκολα θα επιστρέψουν στο μέλλον. Δεν πρόκειται για μία προσωρινή κατάσταση, όπως λαθεμένα πιστεύουν κάποιοι. Όποιος μπαίνει στη διαδικασία να φύγει υπό τις σημερινές συνθήκες πίεσης το έχει κάνει επειδή έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Δεν είναι αρκετό να βγει κάποιος αύριο και να πει «εμπιστευτείτε με». Χρειάζεται κάτι περισσότερο: Εγγυήσεις ότι δεν θα χρειαστεί άλλη φορά στο μέλλον να ψάχνει και πάλι πώς θα γλιτώσει από το αδηφάγο ελληνικό δημόσιο. Η εμπιστοσύνη είναι κάτι που εύκολα χάνεται και δύσκολα επανέρχεται.
Δεν είναι κρατικό μυστικό! Πριν την επιβολή των capital controls, οι Έλληνες που είχαν σοβαρές καταθέσεις σε ελληνικές τράπεζες τις μετέφεραν στο εξωτερικό. Τώρα όσοι μπορούν μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους ή ακόμη και τις έδρες των επιχειρήσεων τους σε χώρες φιλικότερες στην επιχειρηματικότητα. Όπως οι τράπεζες ψάχνουν τώρα κεφάλαια για να δουλέψουν, για να δώσουν δάνεια, έτσι και το ελληνικό δημόσιο θα ψάχνει σε λίγο επιχειρήσεις για να φορολογήσει και να πληρώσει με τους φόρους μισθούς και συντάξεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, η «ανάπτυξη» είναι μακρινή μουσική.
Στον σύγχρονο ανοικτό κόσμο μας είναι δύσκολο να αναγκάσει κανείς τους ανθρώπους να ζήσουν μέσα σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο και μάλιστα σε συνθήκες ασφυκτικής πίεσης, όπως συμβαίνει με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και με τις ανεδαφικές πολιτικές της. Επιλέγουν την υπερβολική φορολογία των πάντων, αλλά αυτό θα έχει ως συνέπεια στο τέλος να εισπράξουν λιγότερα χρήματα απ'' όσα υπολογίζουν, καθώς όλοι θα αναζητήσουν τρόπους για να αποφύγουν τη λαίλαπα.
Καταλαβαίνουμε ότι προτιμούν να βλέπουν τους ΑΦΜ να μετακομίζουν στο εξωτερικό από το να αλλάξουν το αφήγημά τους για τους... μη προνομιούχους Έλληνες. Θα ήταν προτιμότερο να αναζητήσουν πολιτικές που θα πείσουν τον κόσμο να παραμείνει στην Ελλάδα, έτσι ώστε να σταματήσει αυτή η αιμορραγία. Σε αυτήν την περίπτωση, θα χρειαζόταν να αλλάξουν κάτι περισσότερο από τη φρασεολογία τους. Θα χρειαζότανε να αλλάξουν το DNA τους. Κι αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί.
Θανάσης Μαυρίδης