Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Χρόνια τώρα, προσπαθώ να καταλάβω αν οι υποκλοπές είναι ή όχι παράνομες. Από την εποχή του 1993 με τον Μαυρίκη, πέρασαν πάνω από δύο δεκαετίες αλλά ακόμα δεν είμαι σίγουρος για το ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός κοριός;
Η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη επέδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία, όταν δημοσιοποιήθηκε συνομιλία από υποκλοπή, μεταξύ του ομολόγου της ΝΔ, Γιώργου Κουμουτσάκου και διωκόμενου δημοσιογράφου. Με εμφανή ικανοποίηση, κάλεσε τον κ. Κουμουτσάκο να δώσει εξηγήσεις για το συμβάν, δημιουργώντας φυσικά και τον ανάλογο θόρυβο στα ΜΜΕ.
Εδώ όμως, δημιουργείται αυτόματα, ένα κοντράστ εντυπώσεων για όποιον θυμάται την περίπτωση Τσίπρα- Ψυχάρη. Τότε λοιπόν, η κ. Γεροβασίλη θύμισε στην κοινή γνώμη – προφανώς στέλνοντας το μήνυμα εκεί που έπρεπε- ότι τα προϊόντα υποκλοπής υπόκεινται σε απαγόρευση, σύμφωνα με τον νόμο. Αν δηλαδή ο κ. Ψυχάρης έσπευδε να δημοσιοποιήσει τις συνομιλίες με τον Πρωθυπουργό, αυτόματα θα ενεργοποιούνταν οι μηχανισμοί της Δικαιοσύνης, προκειμένου να αποκατασταθεί η νομιμότητα…
Είναι λοιπόν φανερό ότι για την κ. Γεροβασίλη, υπάρχουν «νόμιμοι» και παράνομοι κοριοί. Επομένως, οι εντυπώσεις που δημιουργούνται στην κοινή γνώμη, είναι αμφίσημες. Εάν μπούμε στη διαδικασία της επαγωγής, συμπεραίνουμε ότι το μέσο δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Είναι απλά ένα μέσο που χρησιμοποιείται για καλό ή κακό σκοπό. Αν αποκαλύπτει συνομιλίες αντιπάλων, τότε η «νομιμότητα» ενεργοποιείται, προκειμένου να ενισχύσει το «ηθικό πλεονέκτημα» της κυβέρνησης. Αν υπάρχει ενδεχόμενο να εκθέσει συντρόφους και δη πρωθυπουργούς, τότε εμπίπτει στον έλεγχο του δικαίου περί ιδιωτικότητας…
Εννοείται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που οι εξουσίες μετέρχονται ταπεινών κινήσεων, χωρίς να αισθάνονται «αιδώ» και «δίκη» για την κοινή γνώμη. Άλλωστε, πάντα η κρίσιμη μάζα στην οποία απευθύνονται δεν μπαίνει σε επαγωγικές σκέψεις και συνήθως υιοθετεί την οπαδική ηθική για να αντιδράσει. Ας πούμε, ότι η κ. Γεροβασίλη γνωρίζει ότι ο οποιοσδήποτε αμοραλισμός θα απορροφηθεί από ένα κοινό εκπαιδευμένο να δέχεται ως επικοινωνιακό μέσο το ύφος και όχι την ποιότητα του λόγου. Ξέρει καλά πως οι συνομιλητές της δεν είναι αυτοί που ενοχλούνται με τις συγκρίσεις αλλά εκείνοι που απολαμβάνουν την μονοδιάστατη ρήση, από όπου κι αν προέρχεται.
Εκείνο όμως, που εντυπωσιάζει έναντι των προηγούμενων πολιτικών αντιπάλων, είναι η παντελής αδιαφορία των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, να κρατήσουν στοιχειωδώς τους τύπους. Κινούνται με τέτοιο τρόπο σαν να μην τους ενδιαφέρει καθόλου η εικόνα της αήθους στάσης απέναντι στις εξελίξεις. Γιατί, οι καλοί και οι κακοί κοριοί δεν είναι παρά μία περιστασιακή εικόνα υποκρισίας. Υπάρχουν ένα σωρό άλλες καταστάσεις που δείχνουν ότι δεν νοιάζεται κανείς για την διάκριση ψεύδους και αλήθειας: η κατάσταση στην Ειδομένη, η Αμυγδαλέζα (την ίδια ακριβώς στιγμή, σε δύο κανάλια, ο υπουργός Μουζάλας ενημερώνει ότι λειτουργεί κανονικά και ο εκπρόσωπος του για το Προσφυγικό, λέει ανερυθρίαστα ψέματα ότι είναι κλειστή!), η συμφωνία για τις συντάξεις και πολλά άλλα.
Ποιο είναι το «παιδαγωγικό» μήνυμα που παίρνει η κοινή γνώμη για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα; Διάσταση μεταξύ θεωρίας και πράξης, έλλειψη εμπιστοσύνης και στο τέλος μηδενισμός και απαξίωση.
Άρα λοιπόν, ο «καλός» κοριός της κ. Γεροβασίλη μπορεί να ικανοποιεί περιστασιακά, τα ταπεινά της προπαγανδιστικά κίνητρα αλλά η ζημιά που κάνει στην κοινωνία είναι πολλαπλάσια και καταστροφική. Γιατί η αναξιοπιστία και η παιδιάστικη κουτοπονηριά, γίνεται «ηθική αξία» για όλους και προκαλεί την γενική απαξίωση του πολιτικού λόγου και κάθε πολιτικής πρακτικής.