Ο κ. Τσίπρας και ο Ρουσσώ

Ο κ. Τσίπρας και ο Ρουσσώ

Του Γιάννη Κεφαλογιάννη*

Στην παρουσίαση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ  για την συνταγματική αναθεώρηση ο κ. Τσίπρας υπερασπίστηκε  με πάθος την ιδέα του δημοψηφίσματος. Στην προσπάθεια του να την υποστηρίξει χρησιμοποίησε μια αποστροφή του Ρουσσώ  για την αγγλική αντιπροσωπευτική δημοκρατία: «Ο αγγλικός λαός θεωρεί τον εαυτό του ελεύθερο. Αλλά κάνει λάθος. Είναι ελεύθερος μόνο όταν εκλέγει τα μέλη του Κοινοβουλίου. Μόλις αυτά εκλεγούν, η σκλαβιά επανέρχεται».

Οι πιο πολλοί ίσως σκέφτηκαν ότι  «αφού το λέει ο Ρουσσώ, έτσι θα είναι». Οι λίγοι, όσοι παρακολουθούν με μια σχετική γνώση και κάποια ευαισθησία τα θεσμικά ζητήματα, πρέπει να ανατρίχιασαν. Γιατί η υιοθέτηση αυτής της άποψης, είτε ως «τσιτάτο»  είτε (ακόμη χειρότερα) ως απόσταγμα της σκέψης του Ρουσσώ, συνιστά ευθεία επίθεση κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και των κατακτήσεων της.

Δεν σκοπεύω να αφηγηθώ τις πολιτικές ιδέες του Ρουσσώ. Η σχετική βιβλιογραφία είναι πλούσια και υψηλής ποιότητας. Παραμένω όμως στην ουσία της σκέψης του που ασπάζεται ο κ. Τσίπρας: στην άσκηση της νομοθετικής εξουσίας ο λαός δεν μπορεί να αντιπροσωπεύεται. Εάν το κάνει, παύει να είναι ελεύθερος.

Είναι κρίμα που ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας αγνοεί  ότι ο θεσμός του Κοινοβουλίου γεννήθηκε στην Αγγλία ακριβώς για να απελευθερώσει τον άνθρωπο από την τυρρανία. Από τη Magna Carta του 1215  και την «Ένδοξη Επανάσταση» του 1688 έως σήμερα ο λογικός πυρήνας της ιδέας του κοινοβουλευτισμού παραμένει άθικτος: η εκτελεστική εξουσία περιορίζεται από τη λαϊκή κυριαρχία όπως εκφράζεται από τη βούληση των εκπροσώπων του λαού.

Γιατί όμως να περιορίζεται από τους εκπροσώπους και όχι απευθείας από τους ίδιους; Γιατί, σταδιακά, με τη διεύρυνση της πολιτικής συμμετοχής, οι πολίτες ως άτομα απειλούνταν  και έπρεπε να προστατευτούν και από μια νέα μορφή «τυραννίας» την οποία αντιλήφθηκαν πολύ νωρίς  οι πατέρες – ιδρυτές της αμερικανικής Δημοκρατίας: την «τυρρανία της πλειοψηφίας». Σε τι συνίσταται αυτή; Ας δούμε πως την περιγράφει ο Άγγλος φιλόσοφος John Stuart Mill: «Δεν αρκεί συνεπώς η προστασία εναντίον της τυραννίας των αρχόντων: χρειάζεται παράλληλα και προστασία εναντίον της κοινής γνώμης και των επικρατούντων αισθημάτων, εναντίον της τάσεως που έχει η κοινωνία να επιβάλλει τις ιδέες και την πρακτική της σαν κανόνες συμπεριφοράς και σε όσους διαφωνούν με τις ιδέες αυτές ανακόπτοντας την ανάπτυξη ή και αποκλείοντας την δημιουργία κάθε ατομικότητας που δεν εναρμονίζεται με τις συνήθειες της και πιέζοντας κάθε χαρακτήρα να διαμορφώνεται με βάση το δικό της μοντέλο».

Εκπροσώπηση ως «ώριμη κρίση» και «πεφωτισμένη συνείδηση» (Edmund Burke), διάκριση των εξουσιών και Κράτος Δικαίου διαμεσολαβούν και προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα τα οποία δεν μπορούν να καταστρατηγούνται από καμία πλειοψηφία. Η «δημοκρατία των δημοψηφισμάτων» που ευαγγελίζεται ο κ. Τσίπρας ούτε την λαϊκή κυριαρχία προστάτευσαν ούτε τα ατομικά δικαιώματα. Αντίθετα, οδήγησαν πολύ συχνά στην ευθεία υπονόμευση τους.  Με αλλεπάλληλα δημοψηφίσματα ο Χίτλερ κατέλυσε τη δημοκρατία στη Γερμανία και την οδήγησε στον ολοκληρωτισμό. Και με συνεχή δημοψηφίσματα η Ελβετία αρνούνταν το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.

Ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας ότι σε κάποια κρίσιμα ζητήματα ο λαός πρέπει να αποφασίζει ο ίδιος. Δεν τολμά όμως να προχωρήσει τη σκέψη του μέχρι την ακραία λογική της απόληξη: Γιατί σε κάποια και όχι σε όλα; Η υποκρισία εδώ είναι περισσότερο από προφανής. Ας αφήσουμε  και πάλι τον Mill να του απαντήσει: «όταν η κυβέρνηση είναι κυβέρνηση δι' όλων των πολιτών ελλοχεύει ο κίνδυνος να επισκιαστούν οι σοφότεροι και οι ικανότεροι από την έλλειψη γνώσης, ειδίκευσης και πείρας της πλειοψηφίας». Η οποία μπορεί να πέσει θύμα, θα προθέταμε, της δημαγωγίας, της διαπροσωπικής αντιπαλότητας και του λαϊκισμού.

Διατείνεται ο κ. Τσίπρας ότι τα δημοψηφίσματα θα δώσουν στη δημοκρατία βάθος και διάρκεια. Στην καλύτερη περίπτωση παρέχουν μια περιορισμένη εικόνα της κοινής γνώμης σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Συμμετέχω σημαίνει παίρνω μέρος μαζί με τους άλλους και σε αλληλεπίδραση με τους άλλους. Στη «δημοψηφισματική δημοκρατία» δεν υπάρχει διαπραγμάτευση, δεν υπάρχει ανταλλαγή. Οποίος κερδίζει, τα παίρνει όλα. Όποιος χάνει, τα χάνει όλα.  Όποιος επικρατεί, επικρατεί ολοκληρωτικά.

Η  κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι μια διαδικασία που δεν δίνει ολόκληρη την εξουσία σε κανένα. Αντίθετα, την κατανέμει ποικιλοτρόπως σε πλειοψηφίες και μειοψηφίες που διαπερνούν η μία την άλλη. Διασφαλίζει ότι οι περισσότεροι κυβερνούν υπό τον όρο ότι σέβονται τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Επιτρέπει την αντιπροσώπευση ενός ευρέος  φάσματος απόψεων και συμφερόντων, προσφέρει τη δυνατότητα ενός λεπτομερούς διαλόγου, διευκολύνει την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη λήψη των αποφάσεων, καθιστά εφικτό ένα καταμερισμό εργασίας που επιτρέπει τη συσσώρευση πείρας και εξιδεικευμένης γνώσης.

Στην κοινοβουλευτική δημοκρατία όλοι κερδίζουν από λίγο επειδή οι αποφάσεις των αντιπροσώπων γίνονται αντικείμενα διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού. Στη δημοψηφισματική δημοκρατία οι περισσότεροι έχουν όλα τα δικαιώματα,  οι λιγότεροι κανένα. Η πρώτη βγάζει μόνο νικητές. Η δεύτερη δίνει και χαμένους.

Ο πραγματικός κίνδυνος που εκφράζει η αντίληψη του κ. Τσίπρα για την κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι ο ισχυρισμός του ότι μπορεί να υπάρξει μια «αληθινή» δημοκρατία που απορρίπτει την ήδη υπαρκτή. Οι μεγαλύτεροι εχθροί του κοινοβουλευτισμού άλλωστε υπήρξαν πάντοτε αυτοί  που τον εκτιμούν, τόσο πολύ ώστε, επειδή δεν πραγματοποιείται όπως θα θελαν, αποφασίζουν να τον αρνηθούν.

 

*Ο κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης είναι Βουλευτής Ρεθύμνου με τη ΝΔ, Υπεύθυνος Τομέα Εξωτερικών