Η φετινή αλλαγή του χρόνου συμπορεύεται -με μικρή χρονικά διαφορά- και με την αναμενόμενη αλλαγή του ενοίκου στον Λευκό Οίκο. Νέος χρόνος, νέος «πλανητάρχης», ίδια προβλήματα και μια πρωτόγνωρη πανδημία! Αρχικός ενθουσιασμός στην Αθήνα για την εκλογή Biden που διαδέχεται η έκδηλη ανησυχία για πιθανή επανεκκίνηση των πληγωμένων αμερικανοτουρκικών σχέσεων από νέα βάση. Αντίστοιχη ανησυχία για επαναπροσέγγιση Τουρκίας με Ισραήλ αλλά ακόμη και μεταξύ Άγκυρας και Ριάντ. Μα καλά είναι δυνατόν όλοι αυτοί να λησμονούν την επιτήδεια συμπεριφορά της Τουρκίας και να σαγηνεύονται από τις τουρκικές υποσχέσεις και δόλιες μεθοδεύσεις! Είναι δυνατόν όλα αυτά τα κράτη να αγνοούν τις κατάφωρες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου -σε όλα τα μήκη και πλάτη της περιοχής- από τους άπληστους γείτονες μας! Ακόμη και αυτοί οι Ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν λησμονήσει προσβολές, έμμεσες απειλές και τα επώδυνα αποτελέσματα της πολιτικής του κατευνασμού του Μονάχου και φαίνονται έτοιμοι να επαναλάβουν τα ίδια ολέθρια σφάλματα έναντι της αναθεωρητικής Τουρκίας! Μήπως άραγε το νέο έτος που ξεκίνησε, η Άγκυρα κατορθώσει να διαφύγει για άλλη μια φορά από την σκληρή (και φανταστική) «απομόνωση» που βιώνει τα τελευταία χρόνια, ίσως μάλιστα να αποφύγει και την πολυαναμενόμενη κατάρρευση που έχει προκαλέσει η υπερεπέκταση της και η εμπλοκή της (ή η εκ μέρους της υποκίνηση) σε κάθε εστία ανάφλεξης της περιοχής. Τόσες προβλέψεις διάσπασης και κατακερματισμού της Τουρκίας με συνεπακόλουθη επιστροφή (εκ μέρους τρίτων) των χαμένων πατρίδων μας και δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί! Μήπως όμως εμείς μετράμε λάθος!
Ελλάδα, η χώρα των ανεκπλήρωτων προσδοκιών, των εύκολων λύσεων αλλά και απογοητεύσεων, το μόνιμο θύμα της καιροσκοπικής πολιτικής και συνωμοσιών γήινων και εξωγήινων δυνάμεων. Σταθερό και διαχρονικό καταφύγιο, ο «από μηχανής θεός» αλλά και μια ακατανόητη έξαρση κάθε είδους ένστικτου επιβίωσης αυτού του λαού προ του χείλους (καμιά φορά και μετά) του γκρεμνού. Ιστορικά αναπόφευκτη εξέλιξη η επιβίωση μας αλλά με το βαρύτατο τίμημα του αίματος των παιδιών μας.
Μάλιστα, το 2021 η Άγκυρα για άλλη μια φορά θα επαναπροβάλει τον ιστορικό της ρόλο ως ο θεμέλιος λίθος του «βορείου αναχώματος» ανάσχεσης της ρωσικής -αλλά και κινεζικής πλέον- εισβολής από βορά και ανατολή αντίστοιχα. Ταυτόχρονα είναι πλέον ικανή να προσφέρει μια εναλλακτική λύση σε αρκετούς λαούς που συνθλιβόμενοι μεταξύ των παλαιών και νέων επικυρίαρχων ευελπιστούν σε έναν τρίτο δρόμο που η θρησκεία τους και κάποιες φυλετικές συγγένειες υποστηρίζουν. Παράλληλα φαίνεται πρόθυμη να αναλάβει τα ρίσκα που απορρέουν από το νέο της αυτό ρόλο, κινδύνους που πλέον διακριτικά αποφεύγουν οι παλαιοί και νέοι αποικιοκράτες. Αυτή λοιπόν την Τουρκία, των 80 και εκατομμυρίων, με τα πολλαπλάσια «φέσια» δεν μπορεί κανείς να την εγκαταλείψει. Ούτε ακόμη μπορεί εύκολα να την απειλήσει με αποκλεισμούς, δεσμεύσεις, οικονομικά μέτρα. Και αν ακόμη κάποιοι προχωρήσουν σε αυτές τις ενέργειες, όπως φαίνεται ότι σταδιακά και προσεκτικά κινούνται οι ΗΠΑ, οι πόρτες επαναπροσέγγισης είναι πάντα ανοικτές, τα ώτα ευήκοα και χιλιάδες τα προσχήματα (επίπλαστης και προσωρινής) επανένταξης του απολωλότος.
Αγαπητοί αναγνώστες, η σημερινή Τουρκία, παρά τα θεμελιώδη προβλήματα της, έχει ανέβει επίπεδο και οι εκτιμήσεις μάλλον συγκλίνουν στη συνέχιση της ανοδικής της πορείας. Χωρίς να σημαίνει ότι αναγκαστικά ο χρόνος κινείται σε βάρος μας, εκτιμώ ότι θα συνεχίσουμε -τα επόμενα χρόνια- να παρατηρούμε την περαιτέρω αναβάθμιση της τουρκικής ισχύος. Με τις παραπάνω δυσάρεστες εκτιμήσεις δεν υπονοώ ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια βιαστική και υποχωρητική «επίλυση» των προβαλλομένων από την Άγκυρα ως διμερών διαφορών. Η φύση του τουρκικού επεκτατισμού (και όχι η μεγαλομανία του σημερινού «Σουλτάνου») εγγυάται ότι οποιαδήποτε ελλαδική παραχώρηση θα συνοδευθεί με πολλαπλάσιες τουρκικές αξιώσεις καθιστώντας αδύνατη οποιαδήποτε συναινετική λύση. Ακόμη μάλιστα και σε περίπτωση εξεύρεσης κοινών σημείων είναι απολύτως βέβαιον ότι η Τουρκία θα επανέλθει στο εγγύς μέλλον με επιπρόσθετες αξιώσεις (όπως πράττει μέχρι τώρα). Φυσικά υπάρχει και το αρκετά πιθανό ενδεχόμενο μιας μεταξύ μας στρατιωτικής αναμέτρησης. Μια λύση που πιθανόν να καλοβλέπουν ορισμένοι αναλυτές -από αρκετές πλευρές- θεωρώντας ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, θα οδηγήσει σε μια νέα πραγματικότητα (συμβατική ή μη) που θα επιβάλει αναγκαστικές λύσεις στα πολλαπλά προβλήματα που δημιουργούν σήμερα τα δύο «προβληματικά κράτη». Δεν πρέπει όμως να μας προκαταλαμβάνει φόβος ότι οποιαδήποτε σύγκρουση -ανεξαρτήτως αποτελέσματος- θα μας οδηγήσει αναπόφευκτα στο τραπέζι επαίσχυντων διαπραγματεύσεων με «ανοικτά» όλα τα θέματα. Αντίστοιχα όμως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι και μια δική μας -αρκετά πιθανή- στρατιωτική επιτυχία, δεν θα μας οδηγήσει στην απαλλαγή μας από τον βραχνά του επεκτατικού γείτονα, ο οποίος ως πληγωμένο θηρίο θα επανακάμψει. Ούτε όμως και μια δική του επιτυχία στο πεδίο της μάχης θα έχει ως αποτέλεσμα την εκ μέρους μας αποδοχή σύναψης μιας απαράδεκτης συνθήκης.
Πιθανόν να βρισκόμαστε μπροστά σε μια κατάσταση παρόμοια της ψυχροπολεμικής αναμέτρησης των δύο κόσμων. Δύο κόσμων που αντιλαμβάνονταν τον ανταγωνισμό τους ως «παίγνιο μηδενικού αθροίσματος», αντίληψη που δεν μπόρεσε να αλλάξει ούτε και η σταδιακή είσοδος και τρίτων παικτών. Μια κατάσταση που σημαδεύτηκε από περιόδους ύφεσης και έντασης, χωρίς (τότε) να διακρίνονται σημεία προσέγγισης και υπέρβασης της εφ’ όλης της ύλης αντιπαράθεσης. Όλες οι εκτιμήσεις έκαναν λόγο για πολύχρονη συνέχιση της πολυεπίπεδης αντιπαλότητας μέχρι που οι πέραν κάθε πρόβλεψης εσωτερικές δυναμικές και εξελίξεις, οδήγησαν σε ένα ευνοϊκό για τη Δύση αποτέλεσμα. Χωρίς φυσικά να μπορούμε να ταυτίσουμε την θέση μας με καμία από τις δύο ψυχροπολεμικές πλευρές, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να συνεχίσουμε τις προετοιμασίες για μια στρατιωτική σύγκρουση, το μέγεθος, ένταση, περιοχή και είδος της οποίας δεν μπορούμε να προβλέψουμε ούτε μάλλον και να επιλέξουμε. Ίσως μάλιστα, η πλέον εγγυημένη συνταγή ειρηνικής συνύπαρξης είναι η δοκιμασμένη επίκληση της «Αμοιβαίας Εξασφαλισμένης Καταστροφής» (Mutual Assured Destruction) των δύο κρατών και η απειλή πλήρους απορρύθμισης της ευρύτερης περιοχής για μια τουλάχιστον δεκαετία.
Όσο απλοϊκή -ίσως και αποτελεσματική- να παρουσιάζεται η παραπάνω στρατηγική (ουσιαστικά βασίζεται στην αρχή της αξιόπιστης αποτροπής) βρίθει μειονεκτημάτων. Αδυνατεί να δώσει ικανοποιητικές λύσεις σε χαμηλής έντασης προμελετημένες και επαναλαμβανόμενες προκλήσεις ή ακόμη και σε τυχαία συμβάντα. Έχει τεράστιο οικονομικό κόστος ενώ προκαλεί αισθήματα κόπωσης ενίοτε και αβεβαιότητας στον λαό ο οποίος και πρέπει να αντιληφθεί και αποδεχθεί κινδύνους και συνέπειες. Επίσης απαιτεί τεράστια προσπάθεια πολεμικής ετοιμότητας χωρίς να τίθεται σε αμφιβολία το αναπτυξιακό και επενδυτικό περιβάλλον της χώρας. Το κυριότερο όμως, απαιτεί τον υπεύθυνο χειρισμό όλων των πολιτικών κομμάτων και την χάραξη μιας εθνικής μακροχρόνιας στρατηγικής και εξωτερικής πολιτικής στηριγμένης στην ορθή κατανόηση του διεθνούς περιβάλλοντος και απαλλαγμένης από ψευδαισθήσεις. Σίγουρα δεν αποτελεί πανάκεια, απλά αν κάποιος σήμερα διαθέτει άλλη αξιόπιστη λύση ας την παρουσιάσει!
Πιθανόν να απαντήσετε ότι μια σταδιακή προσέγγιση των δύο κρατών, ίσως και επίλυση θεμάτων “low politics”, θα ανοίξει το δρόμο για μια αμοιβαία επωφελή διαπραγμάτευση. Μάλιστα μια «εποικοδομητική» λύση του κυπριακού προβλήματος -κατεύθυνση προς την οποία κινούνται πολλές μεγάλες δυνάμεις- θεωρείται από πολλούς ότι θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για τη δρομολόγηση διευθετήσεων και στα υπόλοιπα ζητήματα. Ειδικά στο κυπριακό ζήτημα, αναμένεται οι έξωθεν πιέσεις προς την ελλαδική πλευρά να είναι δυσβάστακτες. Παράλληλα αποτελεί μια άριστη ευκαιρία για την Τουρκία -με το ελάχιστο για αυτήν κόστος- να προχωρήσει σε μια θεαματική κίνηση καλής θέλησης που θα συνδυαστεί με μια μερική «επαναφορά» της στον ορθό (δυτικό) δρόμο. Φυσικά μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε ιδανική ευκαιρία για την εκκίνηση μιας νέας προεδρικής θητείας στον Λευκό Οίκο και αφορμή πολλαπλών στεναγμών ανακούφισης από τους ευρωπαίους φίλους μας. Το δέλεαρ της επίλυσης ενός διεθνούς μακροχρόνιου προβλήματος σε συνδυασμό με την επαναπροσέγγιση Δύσεως με Τουρκία φαντάζει ως μια ιδανική (για πολιτικούς, γραφειοκράτες και επιχειρηματίες), εξέλιξη για το 2021.
Σίγουρα και πολύ σύντομα θα επανεμφανιστούν τα κατευθυνόμενα δημοσιεύματα, αναλύσεις και νουθεσίες της «έσχατης ευκαιρίας», της «πολιτισμένης λύσης» του «έντιμου συμβιβασμού» και της «επικράτησης της κοινής λογικής». Φοβάμαι όμως ότι θα είναι μονόπλευρες, στη μια μόνο πλευρά του Αιγαίου. Αυτό το δύσκολο περιβάλλον θα έχουμε μπροστά μας το 2021, χωρίς φυσικά να λείπουν και οι συνεχείς προκλήσεις, λεκτικές και πραγματικές, απαραίτητες για την εμπέδωση της ανάγκης επικράτησης της λογικής και αποφυγής αδιέξοδων περιπετειών. Ενδεχομένως να δούμε και νεόκοπους «συμμάχους» να μας συστήνουν την επίδειξη προσαρμοστικότητας στα νέα δεδομένα και να αισθανθούμε (για άλλη μια φορά) την ανεπάρκεια των ευρωπαίων φίλων μας, ίσως ακόμη και την εκ μέρους τους, υπόμνηση του δυσθεώρητου χρέους μας. Θα ήταν ολέθριο σφάλμα μας, να μην αναγνωρίζουμε και διαρκώς συνυπολογίζουμε και το οικονομικό αντίκτυπο μιας στρατιωτικής κρίσεως στα ασθενικά οικονομικά μας. Ναι, αποτελεί μέρος των σημαντικών καλοπροαίρετων ειδοποιήσεων-νουθεσιών που θα αντιμετωπίσουμε.
Βιώσαμε το 2020, όχι μόνο την απειλή της πανδημίας αλλά και πρωτόγνωρες συνθήκες στρατιωτικής έντασης. Τα υποδείγματα εξέλιξης των διεθνών κρίσεων προβάλουν για το 2021, την ενάσκηση αφόρητων πολύπλευρων πολιτικών πιέσεων με την στρατιωτική απειλή (πειθαναγκασμός) να παραμένει σε δεύτερο πλάνο αλλά πάντα σε ετοιμότητα εκδήλωσης. Δεν αποκλείεται ο αντίπαλος να καταφύγει και σε υβριδικές ενέργειες προσβλέποντας στην μείωση του ηθικού του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα του σθένους αντίδρασης της κυβέρνησης, προσδοκώντας μάλιστα και την εμφάνιση των γνωστών διχαστικών τάσεων και εσωτερικών αλληλοκατηγοριών.
Με τις παραπάνω παρατηρήσεις δεν θέλω να ψέξω τις μετρημένες κινήσεις των διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων, ούτε να επανέλθω στην κριτική μου για απουσία μεθοδικής προετοιμασίας αλλά περισσότερο να επισημάνω ότι για το επόμενο διάστημα θα απαιτηθεί να σχοινοβατήσουμε μεταξύ σύγκρουσης (μερικής ή γενικής) και διαβουλεύσεων σε πολλά επίπεδα ίσως και θέματα. Θα απαιτηθεί τεράστια ψυχραιμία, αυτοσυγκράτηση και μεθοδικότητα από την κυβέρνηση και όλους μας. Η εθνική ενότητα αποτελεί το καλύτερο εχέγγυο μιας ευνοϊκής εξέλιξης έχοντας υπόψη ότι καίτοι η εκπλήρωση όλων των ορθώς διακηρυγμένων στόχων μας δεν είναι εφικτή, αυτοί θα πρέπει να προβάλλονται διαρκώς ως αδιαπραγμάτευτα στοιχεία εξωτερικά, χωρίς όμως και τη δική μας αυτοπαγίδευση. Πρέπει επίσης όλοι να αντιληφθούμε ότι οι προσπάθειες που ξεκίνησαν -έστω και καθυστερημένα- για ενίσχυση των αμυντικών μας δυνατοτήτων πρέπει να συνεχιστούν και να επιταχυνθούν ώστε σε οποιαδήποτε διαβούλευση, τυχόν ανισορροπία στρατιωτικής ισχύος και ικανοτήτων των δύο πλευρών να μην αποτελέσει αιτία ελληνικής υποχωρητικότητας. Πίσω όμως από κάθε προσπάθεια αμυντικής ενδυνάμωσης υποκρύπτεται ένα δυσβάστακτο κόστος που πρέπει να αποδεχθούμε και να αναλάβουμε σε μια ακόμη άσκηση σχοινοβασίας στην άβυσσο των οικονομικών μεγεθών και αξιολογήσεων των γνωστών οίκων!
Ταυτόχρονα και με προσεκτικά βήματα πρέπει να αποδεχθούμε την συμμετοχή μας στην επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών καίτοι ως μοναδικά δυνητικά κέρδη προβάλουν η διεθνής προβολή των καλοπροαίρετων και σύννομων με το διεθνών δίκαιο θέσεων της χώρας μας και το κέρδος χρόνου. Αμφότερα θα πρέπει να τύχουν ορθής εκμετάλλευσης. Εφιστάται η προσοχή ότι στην μακροχρόνια ελληνοτουρκική διένεξη υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις δικής μας σταδιακής διολίσθησης από πάγιες θέσεις, όχι τόσο ως αποτέλεσμα μιας στρατιωτικής ήττας στα πεδία των μαχών, αλλά ως μια προσπάθεια αποφυγής μιας επαπειλούμενης σύγκρουσης ή ως ένδειξη καλών προθέσεων στο πλαίσιο ασυντόνιστων αλλαγών στρατηγικής και μιας κούρασης που κατά διαστήματα φαίνεται να αποπροσανατολίζει τους πολιτικούς μας ταγούς.
Μπορεί το εμβόλιο για τον κορονοϊό να βρέθηκε, να έρχεται και σε εμάς, ίσως όχι με την ταχύτητα που θα θέλαμε, αλλά εμβόλιο για τις ορέξεις ενός αρπακτικού, επεκτατικού και αναθεωρητικού γείτονα δεν έχει ακόμη υπάρξει. Καμία ανοσία μας απέναντι στις προκλήσεις και αξιώσεις του δεν εξασφαλίζεται δεδομένης της διεθνούς πραγματικότητας, της ισχύος του και της εξελικτικής φάσεως που αυτός διέρχεται. Απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση και λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προετοιμασίας και πισωγυρίσματα -όπως δείχνει και η εμπειρία μας- δεν είναι αποδεκτά. Τα δε αποτελέσματα τυχόν «προσβολής» μας θα είναι μη αναστρέψιμα στον οργανισμό του ελληνισμού που δεν μπορεί να υποστεί περαιτέρω ακρωτηριασμούς. Δυστυχώς ο «ιός» της νέας τουρκικής επεκτατικότητας είναι δίπλα μας, επικίνδυνος εδώ και δεκαετίες και θα παραμείνει έχοντας ικανότητες μεταλλάξεων. Δεν υπάρχουν περιθώρια για λάθη, αστοχίες, εφησυχασμούς και κυρίως για επικίνδυνες ψευδαισθήσεις περί «καλών προθέσεων», «επωφελών συμβιβασμών», «υποστήριξης τρίτων» ή μιας δικής μας «ανοσίας», επιλογές που η ρεαλιστική θεώρηση των πραγμάτων τοποθετεί στο χώρο της αυτοκαταστροφικής «ανοησίας».
*Ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Αντιστράτηγος (εα), Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)