Αποδεχόμενος το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, ο Οδυσσέας Ελύτης μνημόνευσε μαζί με τον Σολωμό τον Χαίλντερλιν ως δάσκαλό του.
Στο «Χρονικό μιας δεκαετίας» γράφει για την Κατοχή:
«Αλλ’ από τη στιγμή που παύουν ν’ ακολουθούν το νήμα των ποιητών τους οι λαοί, βαδίζουν κατευθείαν στην άβυσσο. Μου άρεσε, τριγυρισμένος από Γερμανούς, ν’ ανακαλύπτω ένα Γερμανό που μου έδειχνε ανάποδα το είδωλό τους, που έδειχνε πιο φρόνιμος μέσα στην παράκρουσή του απ’ αυτούς τους έξαλλους μέσα στη σιδερένια τους λογική. Και τον έβλεπα σα μια εγγύηση ότι το ανθρώπινο πνεύμα κάτω από τους αυθαίρετους διαχωρισμούς που του επιβάλανε οι πρόσκαιροι εξουσιαστές του, παραμένει αδιαίρετο».
Τον Ιούλιο του 2020 και εν μέσω πανδημίας κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις «Αρμός» τα «Ποιήματα» του Φρήντριχ Χαίλντερλιν σε μετάφραση και σχόλια του Θανάση Λάμπρου. Πνευματική πατρίδα του ποιητή θεωρούνταν η Ελλάδα, αρχαία και νεότερη, αλλά πραγματική του πατρίδα ήταν η αγωνία. Ποιός, όμως, λαός εξέφρασε στην πιο σπαραχτική της μορφή την ανθρώπινη ψυχή που αγωνιά και πάλλεται μέσα στον χρόνο;
Τα μόνα βιβλία που εκδόθηκαν ενόσω ο Χαίλντερλιν ζούσε ήταν δύο, το μυθιστόρημα «Υπερίων» (1797 και 1799) και η μετάφραση της «Αντιγόνης» και του «Οιδίποδα Τύραννου» (1804). Ο Χαίντερλιν θεωρείται ο πρώτος Ευρωπαίος στοχαστής που γράφει, οραματίζεται και προφητεύει την Επανάσταση του 1821.
Η έκδοση, η οποία συνιστά έναν μεταφραστικό και ερευνητικό άθλο, -αν αναλογιστεί κανείς ότι κατά τον Μεσοπόλεμο ο Νίκος Εγγονόπουλος είχε καταπιαστεί με τη μετάφραση στίχων του «νεότερου αδελφού του Διονύσιου Σολωμού», όπως τον αποκαλούσε, αλλά τους έσχισε αγανακτισμένος στην Κατοχή-, πραγματοποιήθηκε με την οικονομική στήριξη του «Ιδρύματος Αμβούργου για την προώθηση της Επιστήμης και του Πολιτισμού».
Κι όμως. Στο διπλό τεύχος Δεκεμβρίου 2020/Ιανουαρίου 2021 του ελβετικού περιοδικού «Monocle» μεταξύ των «σούπερ σταρ της ήπιας ισχύος» η Γερμανία φιγουράρει στην τελευταία θέση. Αντιθέτως, στην «πρώτη γραμμή» κυματίζει η γαλανόλευκη έναντι της σημαίας της Νότιας Κορέας, της Ελβετίας, της Ιαπωνίας και της Γερμανίας. Το περιοδικό που ιδρύθηκε το 2007 δίνει έμφαση στις νέες τάσεις, το design, την επιχειρηματικότητα και έχει ως κοινό τους διαμορφωτές γνώμης του πλανήτη.
Το τεύχος 139 είναι αφιερωμένο στα ετήσια βραβεία του περιοδικού, τα Monocle’s Soft Power Awards, και αφορά τα πολλαπλά πρόσωπα της διπλωματίας: «Αποκαλύπτουμε τις χώρες οι οποίες χάρη στους πρεσβευτές του πολιτισμού, τις διπλωματικές αποστολές, την ικανή επικοινωνιακή πολιτική και τη γευστική κουζίνα ξεχωρίζουν καθώς έρχεται το νέο έτος». H Ελλάδα αποτελεί νέα συμμετοχή, καθώς στη λίστα των 25 του 2019 απουσίαζε.
«Ήπια ισχύς» είναι η ικανότητα μίας χώρας να σαγηνεύει και να πείθει ξένα ακροατήρια χάρη στον πολιτισμό και τις αξίες της, χωρίς να καταφεύγει στη «σκληρή δύναμη», δηλαδή την στρατιωτική επιβολή ή την οικονομική εξαγορά. Ένα κράτος επιβιώνει και ευημερεί στο βαθμό που οι δύο αυτές δυνάμεις αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοενισχύονται, όμως η πρώτη δεν μπορεί να υποκαταστήσει, ούτε να αντικαταστήσει τη δεύτερη.
Η δημόσια διπλωματία, το κατεξοχήν εργαλείο της ήπιας ισχύος δε λέγει, πράττει. Δε δείχνει, αλλά φανερώνει, φέρνει στο φως. Δεν αποτελεί πανάκεια, ούτε υπερόπλο. Οι δράσεις της είναι στοχευμένες, και επιτυχημένες στο βαθμό που επικρατεί η συνείδηση ότι κυριαρχικά δικαιώματα και εθνικά συμφέροντα διασφαλίζονται πρωτίστως από τις στρατιωτικές και οικονομικές δυνάμεις και συμμαχίες.
Μία χώρα είναι «σούπερ σταρ» της ήπιας ισχύος όταν ακριβώς γνωρίζει τα όρια και τα πεδία της δημόσιας διπλωματίας, και συνεπώς διαθέτει την «έξυπνη δύναμη», ώστε να συνδυάσει στοιχεία με τρόπο που να προωθούνται επαρκώς οι στόχοι της.
Έχει να επιδείξει αποτελεσματική δημόσια διπλωματία η Ελλάδα το τελευταίο έτος; Σε κάθε περίπτωση το επιδραστικό «Monocle» και ο δαιμόνιος Tyler Brûlé απάντησαν ως έκριναν.