Του Σάκη Μουμτζή
«Αυτό που ήσουν κάποτε θα γίνεις ξανά
Πρέπει να γίνεις, πρέπει να κλάψεις
Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος.»
Μίκης Θεοδωράκης, 1968
Όταν ο Μ. Θεοδωράκης έγραφε αυτούς τους στίχους δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο επίκαιροι θα γινόταν μετά από σχεδόν πενήντα χρόνια. Και κυρίως πως η αναγέννηση της Ελλάδας θα περνούσε μέσα από τον εξευτελισμό και την ταπείνωση ενός κόμματος της Αριστεράς.
Δεν θα μπορούσε να διανοηθεί ο διάσημος μουσικοσυνθέτης πως η πατρίδα μας θα ξαναγίνει αυτό που ήταν, όταν καταρρεύσουν τα ιδεολογήματα που αυτός υπηρετούσε τότε, όταν έγραφε αυτούς τους στίχους. Το 1968 υπήρχε η πίστη πως η πτώση της δικτατορίας θα συνοδευτεί και από εθνική ανάταση. Πως την κατάπτωση, μοιραία θα την διαδεχθεί η ανύψωση.
Σήμερα, με την πολυτέλεια που μας δίνει η εκ των υστέρων ανάγνωση της Ιστορίας, μπορούμε να πούμε πως δυστυχώς ούτε εθνική ανάταση ζήσαμε ούτε βιώσαμε την ανύψωση της πατρίδας μας. Μάλλον ζήσαμε κάποιες μεγάλες στιγμές, που όπως αποδείχθηκε, ήταν λαμπερές κουκκίδες γεμάτες αυταπάτη, κι έτσι έσβησαν τόσο απότομα όσο δημιουργήθηκαν.
Η Μεταπολιτευτική Δημοκρατία μας, αναμφίβολα μεγάλη κατάκτηση όλων μας, διαβρώθηκε και υπονομεύτηκε από ιδεολογήματα και συμπεριφορές που τότε πρωτοεμφανίστηκαν στην ελληνική κοινωνία.Η άμιλλα, ο ανταγωνισμός, ο σεβασμός στην ιεραρχία, η ηθική της εργασίας, εξοβελίστηκαν σταδιακά από τον κατάλογο των αξιών της και με μια πλήρη αντιστροφή, αντικαταστάθηκαν με την ισοπέδωση, την ελάχιστη προσπάθεια, τα ακόπως κτηθέντα – αυτά που αποκλήθηκαν κεκτημένα και έγιναν το λάβαρο των τεμπέληδων- την διαφθορά.
Αυτή η πλήρης ηθική κατάπτωση έγινε με την καθοδήγηση, συνολικά, του πολιτικού συστήματος της χώρας μας, καθώς οι ελάχιστες φωνές αντίστασης μεμονωμένων ανθρώπων, τεχνηέντως, χαρακτηρίστηκαν γραφικές. Ο αποκεφαλισμός τους ήταν επιβεβλημένος γιατί υποστήριζαν το διαφορετικό, γιατί ξεχώριζαν.
Είναι λογικό λοιπόν μια τέτοια κοινωνία να βουλιάξει. Ένα ολόκληρο σύστημα που θεωρούσε τα δανεικά σαν εισόδημα, αντέδρασε βίαια όταν αυτοί που το δάνειζαν προσπάθησαν να επαναφέρουν –μερικές φορές ανορθόδοξα – την φυσιολογική τάξη των πραγμάτων. Τα δανεικά επιστρέφονται.
Δυστυχώς ο νόμος της αδράνειας, η αλλοίωση των συνειδήσεων, η ισχυρή ανάμνηση των «παλιών καλών ημερών», όλα αυτά συνετέλεσαν ώστε να μην υπάρξει εθνική αφύπνιση. Να μην κινητοποιηθούν οι δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας για να φύγουμε μπροστά.
Και τότε –γύρω στο 2011- καταλάβαμε πως το μεγαλύτερο κομμάτι της δεν ήθελε να προσπαθήσει για την μεγάλη έξοδο από την κρίση. Δεν ήθελε να αλλάξει.Γιατί αυτό απαιτούσε θυσίες και κόπους, που συνιστούσαν έννοιες και συμπεριφορές εντελώς ξένες στα ήθη της Μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Ήταν επόμενο αυτό το αντιδραστικό κομμάτι της κοινωνίας μας να βρεί και την πολιτική του εκπροσώπηση.Και την βρήκε στον ΣΥΡΙΖΑ, που συμπύκνωνε με την παρουσία του εκείνη την στιγμή όλες τις παθογένειες της, που υπέθαλψε το πολιτικό σύστημα της χώρας, συνολικά, τα προηγούμενα χρόνια.
Έτσι, σήμερα η ανόρθωση της πατρίδας μας περνά μέσα από τον πλήρη εξευτελισμό όλων των συμπεριφορών που μας οδήγησαν στην σημερινή κατάντια μας. Μέσα από το τσάκισμα του μεταπολιτευτικού μοντέλου ανάπτυξης. Μέσα από την καταρράκωση των «αξιών» της ντροπής.
Και επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ επεδίωξε να εκφράσει όλα αυτά, η εθνική ανάταση προϋποθέτει και απαιτεί, ο εξευτελισμός του να είναι τέλειος.