Αυτήν την δήλωση την έκανε στέλεχος της σημερινής κυβέρνησης, πριν από λίγες ημέρες, αναφερόμενος στην πρόθεση του Ερντογάν να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί.
Έπεσε τραγικά έξω. Ο Ερντογάν τόλμησε.
Ο εν λόγω αναπληρωτής υπουργός εκφράζει όλες τις αυταπάτες που έτρεφε και εξακολουθεί να τρέφει το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας για τις προθέσεις της Τουρκίας. Αυταπάτες που μας έχουν οδηγήσει στην σημερινή κατάσταση.
Ακόμα και σήμερα ουδείς αναρωτήθηκε γιατί παρά τα mea culpa, παρά την πολιτική των σεισμών και του ζεϊμπέκικου, παρά τις κουμπαριές, οι σχέσεις μας με τους εξ ανατολών γείτονες βρίσκονται σε οριακό σημείο.
Ποιες είναι οι πλάνες του πολιτικού μας συστήματος;
1.Πιστεύουν ακόμα πως μπορεί η ΕΕ να γίνει μοχλός πιέσεων προς το Τουρκικό καθεστώς. Είναι ολοφάνερο ότι μετά το 2010, τον Ερντογάν και την πλειοψηφία της πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ της Τουρκίας, δεν τους ενδιαφέρει η ένταξη στην ΕΕ. Γνωρίζουν πως για διάφορους λόγους αυτό δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί και έτσι δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν εκπτώσεις στους νέο-οθωμανικούς σχεδιασμούς τους. Αρκεί στο τουρκικό πολιτικό κατεστημένο να υπάρχουν καλές οικονομικές σχέσεις με τις μεγάλες χώρες της ΕΕ.
Σήμερα, η ΕΕ αντιμετωπίζει την πρόκληση με την Αγία Σοφία ως ένα πολιτιστικό γεγονός. Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν πρόκειται να του δώσουν πολιτική διάσταση.
2.Η Ρωσία του Πούτιν έχει βρει νέες ισορροπίες με την κυβέρνηση του Ερντογάν, τις οποίες δεν θα διαταράξει για χάρη της Ελλάδος. Σε αυτό συνετέλεσε, πέραν όλων των άλλων, και η εμπλοκή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην Ουκρανική κρίση κατά τρόπο αντίθετο με τα συμφέροντα της Ρωσίας.
3.Υπάρχει από το ελληνικό πολιτικό σύστημα μια χρόνια λάθος ανάγνωση της φυσιογνωμίας του τουρκικού κράτους. Παραβλέπεται ή υποβαθμίζεται ο επιθετικός –επεκτατικός χαρακτήρας του. Οι κινήσεις προσέγγισης που έκανε ποτέ δεν ήταν στρατηγικού χαρακτήρα. Είναι τακτικές κινήσεις, ώστε να κερδηθεί χρόνος για να επανακαθορισθεί ο συσχετισμός δυνάμεων. Στην τουρκική πολιτική επιβεβαιώνεται το δόγμα πως «η άσκηση ισχύος γεννά μεγαλύτερη επιθυμία για ισχύ».
4.Ουδείς θα τρέξει για να μας βοηθήσει αν –ο μη γένοιτο—φτάναμε σε σημείο σύρραξης. Ουδείς Ισραηλινός ή Γάλλος θα πολεμήσει για την Ελλάδα, όπως και ουδείς Έλληνας θα πολεμήσει στο πλευρό των Ισραηλινών ή των Γάλλων, αν χρειαστεί. Είμαστε μόνοι μας.
Έτσι, το πολιτικό σύστημα της χώρας μας πίστευε και πιστεύει πως η ενεργοποίηση του διεθνούς παράγοντα—για τον οποίον υπάρχει μια ομιχλώδης εικόνα—θα αποτρέψει τα χειρότερα για μας, συγκρατώντας την Τουρκία. Αυτό έγινε μια φορά, πριν από 56 χρόνια, επί προεδρίας Λ.Τζόνσον.
Δεν επαναλήφθηκε.
Το μόνο όπλο που διαθέτουμε είναι η στρατηγική της αποτροπής. Για να καταστεί αυτή η στρατηγική αποτελεσματική—δηλαδή να αποτρέψει τον πόλεμο—απαιτούνται σωρευτικά τρεις προϋποθέσεις.
1.Η στρατηγική της αποτροπής να γίνει κουλτούρα του πολιτικού συστήματος και του στρατεύματος
2.Να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην στοχευμένη αγορά σύγχρονων όπλων, με αιχμή την ενίσχυση του στόλου μας.
3. Να αναπτυχθεί η πολεμική μας βιομηχανία ( ΕΛΒΟ, ΕΑΣ, ΕΑΒ) που σήμερα—για πολλούς λόγους—καρκινοβατεί.
Τούτων δοθέντων, θα πρέπει οι προϋπολογισμοί των προσεχών ετών να έχουν ως άξονα τις αμυντικές δαπάνες. Τα επιδόματα και οι συντάξεις έπονται. Η σημερινή κυβέρνηση ας μην επαναλάβει τα λάθη των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Πάνω απ΄όλα δεν είναι η οικονομία, αλλά η ασφάλεια της χώρας.