Το πράγμα είναι απλό. Ο Έλληνας θέλει μετρητό. Εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν. Αυτά τα 72 ευρώ ανά KWh/μήνα για το ρεύμα και τα 20 ευρώ ανά θερμική MWh στο φυσικό αέριο, ούτε τα ακούει, ούτε τα καταλαβαίνει. Είναι κινέζικα στα αυτιά του. Ο Έλληνας θέλει να πηγαίνει στο ταμείο και να εισπράττει, άντε να συμβιβαστεί βλέποντας το κρατικό χρήμα να πιστώνεται στον τραπεζικό του λογαριασμό. Όλα τα υπόλοιπα τον αφήνουν παγερά αδιάφορο ή μάλλον θερμά δυσαρεστημένο.
Ότι τα κυβερνητικά μέτρα ανακούφισης δεν δουλεύουν, είναι σαφές. Αυτό δεν προκύπτει μόνο από τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, διακρίνεται δια γυμνού οφθαλμού. Ακούει ο νεοέλληνας αθροιστικά δισεκατομμύρια, ακούει επιμέρους εκατομμύρια, τόσα στο ρεύμα, τόσα στο αέριο, τόσα στα καύσιμα, τα πολλαπλασιάζει, τα διαιρεί, γίνονται όλα ένας χυλός στο κεφάλι του. Οπότε αποφασίζει ότι η κυβέρνηση τον κοροϊδεύει ή ότι προσπαθεί να του δώσει ψίχουλα που χάνονται στον δρόμο.
Αυτή είναι η ψυχολογία του κόσμου, μην έχετε καμιά αμφιβολία. Δεν θέλει έμμεσες επιδοτήσεις και υποστηρίξεις δια της παρακαμπτηρίου. Δεν θέλει τη συμβολή του κράτους για να παραλαμβάνει κάπως μικρότερο λογαριασμό ρεύματος ή αερίου, δεν κάνει τον κόπο να υπολογίσει τέτοια πράγματα. Πάλι ακριβό του φαίνεται αυτό που αγοράζει και δεν μπαίνει διόλου στον κόπο να υπολογίσει πόσο μεγαλύτερο ποσό θα πλήρωνε αν δεν είχε επέμβει η κυβέρνηση.
Εξάλλου ποτέ ο Έλληνας δεν συνέδεσε τις κρατικές ενισχύσεις με τον περίφημο κρατικό κορβανά. Από κάπου αλλού βγαίνουν αυτά που παίρνει, όχι από ένα ταμείο που πάλι εμείς το γεμίζουμε με τους φόρους μας. Απότοκο της παλιάς περιόδου του άκρατου δανεισμού είναι αυτό, μαζί με την αντίληψη «να πληρώσουν αυτοί που έχουν, εγώ δεν έχω. Κι αφού αυτοκατατάσσομαι στους μη-έχοντες, εγώ δικαιούμαι μόνο να λαμβάνω.».
Επίσης, ο Έλληνας σιχαίνεται τις στοχευμένες πολιτικές. Έχει μια βασική και πάγια θέση, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων και καταστάσεων. «Αυτά που δικαιούμαι να μου τα δώσεις στο χέρι και ξέρω εγώ καλύτερα από το κράτος τι θα τα κάνω», Γι αυτό και στην αρχή της πανδημίας ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Έκλεινε ο ένας το μαγαζί του, καθόταν και γέμιζε με το μετρητό της επιστρεπτέας ο λογαριασμός του. Καθόταν ο εργαζόμενος στο σπίτι του, ερχόταν ο μισθός του απ’ το κράτος. Τότε όλοι ήταν μια χαρά, επιδοματούχοι της συγκυρίας.
Τώρα που η κυβέρνηση επιδοτεί ένα μέρος της αύξησης των τιμών, νιώθει σαν να τον κλέβουν. Δεν του δίνουν αυτά που «δικαιούται», πάει ο Μητσοτάκης και ο Σταϊκούρας να κάνουν κουμάντο στο πορτοφόλι του. Αμ δε… Μόλις πάρει τηλέφωνο ο δημοσκόπος, θα τους εξηγηθούν λοιπόν…