Χωρίς αμφιβολία την μαραθώνια Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών που ολοκληρώθηκε στις αρχές της εβδομάδας που μας πέρασε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα την θυμάται για πολύ καιρό. Όχι τόσο για τις εξαντλητικές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις όσο για το γεγονός ότι οι σχέσεις μεταξύ «πλουσίων» και «φτωχών» εντός της Ένωσης δοκιμάστηκαν. Σύμφωνα με πηγή που έχει γνώση των δραματικών εκείνων ωρών κάποια στιγμή οι λεγόμενοι σκληροί της Ευρώπης «έβαλαν ξανά το μάτι» τον Νότο.
Την Κυριακή μάλιστα, τρίτη μέρα του συμβουλίου, η ένταση περίσσεψε. Πιο συγκεκριμένα την ημέρα εκείνη ο έλληνας πρωθυπουργός προσκλήθηκε να συμμετάσχει σε συνάντηση των τεσσάρων ηγετών του Νότου με τους «φειδωλούς» και τη συμμετοχή της Φινλανδίας.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, η συζήτηση δεν ήταν εύκολη. Καταγράφηκαν εντάσεις αλλά και μεγάλη απόσταση μεταξύ των χωρών. Οι ηγέτες των «φειδωλών» πίεζαν για τη μείωση του συνολικού ποσού των επιχορηγήσεων. Εμμέσως, μάλιστα, προχώρησαν και σε εκβιασμό προς τους ηγέτες του ευρωπαϊκού Νότου, καθώς ασκώντας τους πίεση να συμβιβαστούν σε ένα πολύ χαμηλότερο ποσό επιχορηγήσεων, τους απείλησαν ότι αν δεν δεχθούν και δεν επιτευχθεί συμφωνία, την επόμενη ημέρα θα τους «τιμωρήσουν» οι αγορές. Οι απειλές αυτές, όπως είναι αντιληπτό, είχαν ως κύριο στόχο αφενός την Ιταλία αλλά και την Ελλάδα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως επιμένει η ίδια πηγή, δε θέλησε να κάνει πίσω από την στρατηγική που είχε εκπονήσει και προχώρησε πλήρως ευθυγραμμισμένος και με τους υπόλοιπους πρωθυπουργών των μεσογειακών χωρών. «Δεν εκβιαζόμαστε. Θα επιμείνουμε σε υψηλό ποσό επιχορηγήσεων», είπε ο κ. Μητσοτάκης, ξεκαθαρίζοντας ότι ο πήχης έπρεπε να μείνει ψηλά, ενώ τους θύμισε ότι «κι εσείς είστε ωφελημένοι από την ενιαία αγορά».
Ένα από τα κομβικά σημεία της Συνόδου που θα μείνει για καιρό χαραγμένη στην ευρωπαϊκή ιστορία ήταν όταν οι «φειδωλοί» πίεσαν για μείωση των συνολικών επιχορηγήσεων στα 350 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι υπόλοιπες χώρες είχαν προτείνει συμβιβαστικά τα 400 δισεκατομμύρια ευρώ, πρόταση που είχε τη στήριξη των Γάλλων και των Γερμανών.
Το διακύβευμα ήταν η διατήρηση της ισχύος του γαλλογερμανικού άξονα, που έχει υπάρξει κινητήρια δύναμη στην μακρά διαδρομή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Διαφορετικά, η ΕΕ θα μπορούσε να διασπαστεί σε πολλές επιμέρους ομάδες, ειδικά σε μία συγκυρία που χρειάζεται ενότητα και όχι διαιρέσεις.
Η Ελλάδα βρέθηκε στον πυρήνα αυτών των διαβουλεύσεων και έδωσε, μαζί με τις άλλες χώρες του Νότου και τη «μάχη» του γαλλογερμανικού άξονα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι την Δευτέρα που μας πέρασε η Άνγκελα Μέρκελ τηλεφώνησε στον Κυριάκο Μητσοτάκη για να τον συγχαρεί για την εποικοδομητική στάση που κράτησε στις διαπραγματεύσεις, τηλεφώνημα όπου συζητήθηκε κατά πληροφορίες και το θέμα των τουρκικών προκλήσεων.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να επισημάνουμε, όπως τονίζεται από πηγές που ήταν παρούσες, ότι οι λεγόμενοι «φειδωλοί» πρωθυπουργοί δεν είχαν την ίδια αντιμετώπιση προς τους εταίρους τους. Ο Πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε και ο Σεμπάστιαν Κουρτς για παράδειγμα προκάλεσαν πολύ άσχημες εντυπώσεις με την στάση και τη συμπεριφορά τους, κυρίως με τις διαρροές που έκαναν μέσα από τη Σύνοδο, προκαλώντας ευρεία δυσφορία. Αντιθέτως διαφορετική γραμμή τήρησαν η Φινλανδία, η Δανία και η Σουηδία που διαφωνούσαν εποικοδομητικά, καταθέτοντας λογικές αντιπροτάσεις.