Ο Δικηγόρος της Δικαιοσύνης

Ο Δικηγόρος της Δικαιοσύνης

Του Δημήτρη Αναστασόπουλου*

Τα τελευταία χρόνια, με σταδιακά αυξανόμενη ένταση, η κοινωνία παρακολουθεί σαστισμένη το χώρο της δικαιοσύνης να βάλλεται διαρκώς, είτε εκ των έσω είτε από την πολιτική εξουσία. Η αλήθεια είναι ότι στη χώρα μας οι πολίτες ανέκαθεν δυσπιστούσαν έντονα προς το σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Έρευνες που έχουν γίνει διαχρονικά έχουν καταδείξει σημαντική, έως άκρως ανησυχητική, έλλειψη εμπιστοσύνης τόσο στην ποιότητα της απονεμόμενης δικαιοσύνης όσο και στην ανεξαρτησία αυτής. Άλλωστε συχνά ακούγονταν ψίθυροι περί ύπαρξης «παραδικαστικών κυκλωμάτων», που, δυστυχώς, σε ορισμένες περιπτώσεις επιβεβαιώνονταν. Δυστυχώς για την ύπαρξη τέτοιων διεφθαρμένων εστιών, ευτυχώς για την αποκάλυψη και δίωξη τους. Ωστόσο, στο χώρο της δικαιοσύνης δε χωρεί η ρήση «οι εξαιρέσεις είναι για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα». Στο χώρο της δικαιοσύνης αρκούν έστω και λίγα περιστατικά διαφθοράς για να αμαυρώσουν τη συνολική εικόνα. Δικαιοσύνη με εξαιρέσεις δεν είναι νοητή.

Στις ούτως ή άλλως υπαρκτές αυτές παθογένειες, που επιτείνονται με τα γνωστά προβλήματα στην καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης κ.α., έχουν προστεθεί, όπως προαναφέρθηκε, το τελευταίο διάστημα οι διαρκείς διελκυστίνδες ανάμεσα στην πολιτική και τη δικαστική εξουσία, εμπλέκοντας τη δικαιοσύνη στον στίβο της πολιτικής και κομματικής αντιπαράθεσης, συνήθως φυσικά άνευ αγνών προθέσεων.

Και σα να μην έφτανε αυτό, η αμετροέπεια δηλαδή πολιτικών αλλά και, ορισμένες φορές, δικαστικών, στο κάδρο προστέθηκαν και έριδες εντός των κόλπων της δικαιοσύνης. Οι δικαστές άρχισαν να χωρίζονται σε «ομάδες», σε διαφορετικές δικαστικές ενώσεις, και να δημοσιεύονται πύρινα δελτία τύπου από τους μεν προς τους δε. Και για να μην υπάρξει παρανόηση, δεν υποστηρίζουμε ότι τα φαινόμενα αυτά αποτελούν τον κανόνα. Ωστόσο έχουν αυξηθεί πλέον πολύ. Και όπως προαναφέρθηκε, δικαιοσύνη με παρενθέσεις, εξαιρέσεις και έριδες, δεν είναι ανεκτή. Πέρα από τη θεσμική προσέγγιση του ζητήματος, κυρίως δεν είναι ανεκτή από την κοινωνία, από εκείνη που έχει ταχθεί να υπηρετεί. Ειδικά σε μια εποχή γενικευμένης κρίσης αξιών και θεσμών, η δικαιοσύνη θα έπρεπε να αντέχει, μόνη έστω αυτή, ως το τελικό καταφύγιο δικαίου.

Αντίβαρο σε αυτές τις δυσάρεστες εξελίξεις είναι, και θα πρέπει να είναι, οι δικηγόροι, τόσο ο καθένας ξεχωριστά όσο και, κυρίως, μέσω των συλλογικών τους οργάνων, των Δικηγορικών Συλλόγων και της Ολομέλειας τους. Μπορεί να έχει καταστεί σε ένα βαθμό κοινότυπο να λέγεται, και χωρίς το αναγκαίο και αποδεδειγμένο υπόβαθρο, σίγουρα με μερίδιο ευθύνης και σε εμάς τους ίδιους, αλλά οι δικηγόροι είμαστε συλλειτουργοί της δικαιοσύνης. Οι διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων που ορίζουν στο άρθρο 1 παρ.1 ότι «Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημα του αποτελεί θεμέλιο του κράτος δικαίου» και στο άρθρο 2 ότι «Ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της.», δεν είναι διατάξεις κενού νοήματος, εθιμικού δικαίου, που από ιστορική συνήθεια πρέπει να επαναλαμβάνονται. Αντιθέτως, είναι αρχές και κανόνες που διαπλάστηκαν και θεμελιώθηκαν ήδη από την ίδρυση δημοκρατικών κοινωνιών και που η αξία και η σημασία τους αποκρυσταλλώθηκαν και εδραιώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων, μέσα από έντονες κοινωνικές διαμάχες, συγκρούσεις και πολέμους. 

Ο  συνήγορος  του  Λουδοβίκου 16ου, πρόεδρος των δικηγόρων στο Παρίσι, που ορίστηκε από αυτούς να τον υπερασπισθεί στη Συνέλευση του λαού, η οποία ήταν εχθρικά προκατειλημμένη εναντίον του, άρχισε την αγόρευση του ενώπιον της με τη φράση «υποβάλλω στη Συνέλευση την αλήθεια και το κεφάλι μου. Μπορείτε να διαθέσετε το κεφάλι μου, αφού όμως ακούσετε την αλήθεια». Η εικόνα αυτή αποτυπώνει το βάρος και την σπουδαία αποστολή του δικηγόρου στην κάθε κοινωνία, σε κάθε εποχή. Υπερβολές θα πουν κάποιοι. Και όμως, ακόμα και σήμερα, όπου και οι δικές μας ευθύνες είναι σημαντικές στα πλήγματα που έχει δεχτεί η δικαιοσύνη, είμαστε οι φυσικοί υπερασπιστές του κάθε πολίτη αλλά και της δικαστικής ανεξαρτησίας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις δικηγόρων που έχουν αντιπαρατεθεί με αυθαιρεσίες της κρατικής ή αστυνομικής εξουσίας, προασπιζόμενοι αδύναμους πολίτες, ενώ δεν είναι λίγες και οι φορές που έχουμε αντιδράσει έντονα σε κατά καιρούς επιθέσεις κατά του κύρους και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.

Ο δικηγόρος, λοιπόν, είναι εκ των βασικών πυλώνων ενός κράτους δικαίου. Και όταν αυτό πλήττεται, τότε ο ρόλος του αποκτά ακόμα πιο σημαντικές διαστάσεις. Όταν η ίδια η δικαιοσύνη πλήττεται, ο δικηγόρος οφείλει, πρώτος και κυρίως αυτός, να την υπερασπιστεί, να την υποστηρίξει, να την εδραιώσει στο υψηλό βάθρο της μέσα στην κοινωνία. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι δικηγόροι οφείλουμε να ανταπεξέλθουμε στον ιστορικό μας ρόλο. Να συντελέσουμε στην προάσπιση της δικαστικής ανεξαρτησίας αλλά και να συμβάλουμε, με γενναίες και ίσως και ρηξικέλευθες προτάσεις μας, για την ανοικοδόμηση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας, ώστε αυτό επιτέλους να απαλλαγεί από τις χρόνιες, γνωστές, παθογένειες του.

Είναι καθήκον μας να ανοίξουμε ένα νέο δρόμο, με ένα νέο «συμβόλαιο» ανάμεσα σε όλους τους θεσμικούς φορείς που συμμετέχουν στην απονομή δικαιοσύνης, αλλά και ανάμεσα στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης και την κοινωνία. Είναι ιστορική ευθύνη μας. Για αυτό, στις επερχόμενες αρχαιρεσίες στους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας στα τέλη Νοεμβρίου 2017, οφείλουμε να αναδείξουμε ηγεσίες που κατανοούν και αυτή την αποστολή τους και που είναι αποφασισμένες να τολμήσουν. Οφείλουμε να αναδείξουμε ηγεσίες απαλλαγμένες από τις συνδικαλιστικές νοοτροπίες του παρελθόντος, της περιχαράκωσης, της άρνησης, της έλλειψης οράματος. Να εμπιστευτούμε ηγεσίες που να έχουν δώσει σαφή δείγματα για το πως αντιλαμβάνονται το ρόλο του δικηγόρου στην αφετηρία του 21ου αιώνα, με το βλέμμα τους στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό. Οφείλουμε να απαλλαγούμε από νοσηρές πρακτικές που σε τίποτα δε συνέβαλαν για τη βελτίωση των συνθηκών δικαιοσύνης. Οφείλουμε να επαναθεμελιώσουμε το ρόλο του Δικηγόρου της Δικαιοσύνης. 

*Ο κ. Δημήτρης Αναστασόπουλος είναι Υποψήφιος Πρόεδρος ΔΣΑ.