Του Σάκη Μουμτζή
Η απώλεια κάποιου πράγματος απαιτεί την προηγούμενη κατοχή του. Αν δηλώσουμε πως χάσαμε κάτι το οποίο ουδέποτε ήταν δικό μας, ανοηταίνουμε.
Έτσι, ανοηταίνουν όσοι διαπιστώνουν πως η Αριστερά έχασε το ηθικό πλεονέκτημα, καθώς αυτή σε καμία ιστορική φάση, τόσο στο διεθνές όσο και στο εσωτερικό πεδίο, δεν το διέθετε.
Το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς ήταν ένας μύθος που διακινούσαν οι διανοούμενοι της και τον αναμασούσαν άκριτα σχολιαστές, πνευματικοί άνθρωποι και πολιτικοί του φιλελεύθερου χώρου. Ήταν μια συλλογική πλάνη.
Δεν διέκριναν ή δεν ήθελαν να διακρίνουν πως η Αριστερά στην Ελλάδα και στον διεθνή χώρο βαρύνεται με ειδεχθή εγκλήματα τόσο κατά αυτών που τους βάπτισε ταξικούς εχθρούς, όσο και κατά των δικών της κομματικών στελεχών που τους βάπτισε «εχθρούς του λαού».
Αργότερα, εφηύρε την πατέντα της «αποκατάστασης» των θυμάτων της, θεωρώντας πως έτσι έκλεινε τους λογαριασμούς της με την Ιστορία. Ας αναρωτηθούμε γιατί στα αστικά κόμματα -αυτά που «μειονεκτούν ηθικά»- αυτή η λέξη είναι παντελώς άγνωστη. Γιατί δεν έχουν «αποκαταστήσει» κανέναν; Γιατί απλούστατα η ηθική και η φυσική εξόντωση των στελεχών τους είναι μια πρακτική ξένη προς τις αντιλήψεις του αστικού φιλελεύθερου χώρου. Προς τις αρχές και τις αξίες του. Αυτό είναι «προνόμιο» της Αριστεράς.
Δεν θέλω να αναφερθώ στα εγκλήματα που βάρυναν αυτόν τον πολιτικό χώρο στην πατρίδα μας τόσο κατά των αντιπάλων της όσο και κατά των κομματικών στελεχών του. Και μόνο μια παρόμοια ιστορική αναδρομή στερεί εσαεί από την Αριστερά την δυνατότητα να αναφέρεται στο ηθικό πλεονέκτημα της.
Ίσως, θα μπορούσε με περισσή σεμνότητα να το επικαλεσθεί, καθώς ουδέποτε άσκησε εξουσία που εξ ορισμού φθείρει και διαφθείρει. Αλλά στην πατρίδα μας, μετά την Μεταπολίτευση, σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους που είχαν την αυτονομία τους απέναντι στην κεντρική εξουσία, η Αριστερά και κυριάρχησε και άσκησε εξουσία. Το ηθικό πλεονέκτημα της χάθηκε στα κατειλημμένα πανεπιστημιακά κτίρια, στα «χτισμένα» γραφεία των καθηγητών, στις νόθες ψηφοφορίες, στις διαλυμένες συνελεύσεις.
Τελικά τι είναι το «ηθικό πλεονέκτημα» ενός πολιτικού χώρου; Πώς ορίζεται; Είναι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα και όχι ένα απόλυτο, όπως υποστηρίζει η Αριστερά. Είναι σε τελική ανάλυση η πιστή προσήλωση σε αξίες που στην κοινή συνείδηση έχουν καταγραφεί ως τα αναγκαία θεμέλια μιας πολιτισμένης κοινωνίας. Και δεν αρκεί η προσήλωση, απαιτείται και η υπεράσπιση τους όταν αυτές κινδυνεύουν.
Σε αυτό το σημείο επάνω οικοδομήθηκε ο μύθος του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς. Με την πτώση της δικτατορίας -όπως έχω γράψει παλιότερα- οι θύτες του Εμφυλίου πολέμου, εξαγνισμένοι λόγω της αναμφισβήτητης αντιδικτατορικής δράσης τους, που έγινε η σύγχρονη κολυμπήθρα του Σιλωάμ, μεταμορφώθηκαν σε θύματα με το φωτοστέφανο του αγωνιστή. Του υπερασπιστή της Δημοκρατίας.
Η πλήρης ιδεολογική επικράτηση των διανοουμένων της Αριστεράς στην Μεταπολιτευτική Ελλάδα, η ηγεμονία της στην μάχη των ιδεών , κατέστησε το ιδεολόγημα της ηθικής υπεροχής της, κυρίαρχο υπό την μορφή αξιώματος. Δεν χρειαζόταν απόδειξη, δεν επιδέχονταν αμφισβήτηση.
Μόλις ενάμισι έτος διακυβέρνησης της χώρας από την ριζοσπαστική Αριστερά κατέδειξε την πομφόλυγα της «ηθικής υπεροχής» της. Φανέρωσε πόσο «γυμνός είναι ο βασιλιάς». Πλην των ελαχίστων πλέον πιστών του καθεστώτος, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων και κυρίως αυτών που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, έχει αντιληφθεί την επί πολλές δεκαετίας πλάνη της.
Όπως η ιδεολογική κυριαρχία με μαθηματική ακρίβεια φέρνει και την πολιτική επικράτηση, έτσι και η ηθική κατάπτωση είναι ο προπομπός της πολιτικής πτώσης.