Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ο τσάρος Νικόλαος Β΄έγραψε σε υπουργό του τον Οκτώβριο του 1906: «Πριν λίγες ημέρες δέχθηκα έναν αγρότη, τον Γκριγκόρι Ρασπούτιν, που μου έφερε εικόνα του Αγίου Σιμόν Βερκοτούρι. Μας έκανε εξαιρετική εντύπωση –αντί για πέντε λεπτά, συνομιλήσαμε περισσότερο από μια ώρα»....
Η ζωή του άλλαξε το 1892 όταν έμεινε επί αρκετούς μήνες σε μοναστήρι. Παρότι θεωρείτο ιερέας, δεν χειροτονήθηκε ποτέ. Ο θρησκευτικός του ζήλος και το προσωπικό του χάρισμα τον έφεραν σύντομα στον περίγυρο του τσάρου Νικολάου Β' και της συζύγου του Αλεξάνδρας.
Ο Ρασπούτιν διέγραψε μία θρυλική διαδρομή στις αυλές των τσάρων για να καταλήξει «άγιος» αλλά δολοφονημένος στον ποταμό Νέβα. Είχε όμως πριν ανακατέψει με τις δολοπλοκίες του μία ολόκληρη αυτοκρατορία και είχε εξωθήσει στο έγκλημα και στη ακολασία εκατοντάδες μέλη της ρωσικής αριστοκρατίας.
Ο Ρασπούτιν δεν θα έμενε στην Ιστορία ως θρύλος αν δεν υπήρχε η ρώσικη Εκκλησία και η τσαρική αυλή. Αν δεν υπήρχε ο ολοκληρωτικός μυστικισμός των Ρώσων παπάδων και ο ξιπασμός της τσαρικής οικογένειας των Ρομανόφ.
Το όραμα της «οικουμενικής» Εκκλησίας του Khomjakov που θα προωθούσε την ενότητα και την αλληλεγγύη μεταξύ των πιστών δεν έπρεπε να περιοριστεί μονάχα στον εκκλησιαστικό χώρο. Αλλά να δημιουργήσει μια εμπεριστατωμένη και ολοκληρωμένη ιδεολογία και σε άλλους τομείς πέραν της Εκκλησίας (π.χ. οικονομία, κοινωνία). Στον τομέα της κοινωνικής οργάνωσης, ιδανικό περιβάλλον προβολής αυτής της ενότητας και της αδελφότητας ήταν η ρωσική αγροτική κοινότητα (obshchina), η οποία αναζητούσε διάφορα φετίχ και «ημίθεους» για να χειραγωγούν το πλήθος.
Στην τσαρική οικογένεια υπήρχε εν τω μεταξύ η έμφυτη πεποίθηση ότι η εξουσία του Τσάρου πήγαζε απ' ευθείας από τον Θεό, «ελέω Θεού». Η απαρχαιωμένη αυτή αντίληψη είχε εξαλειφθεί τουλάχιστον έναν αιώνα πριν στην Ευρώπη, ανοίγοντας την πόρτα διάπλατα στην εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, με τη δημιουργία δημοκρατικών θεσμών όπως η Βουλή. Αντίθετα οι Ρομανόφ δεν είδαν ποτέ με καλό μάτι τη δημιουργία, έστω και καθυστερημένα στο τέλος του 19ου αιώνα, της ρωσικής βουλής, της λεγόμενης Ντούμα, την οποία συνεχώς υπονόμευαν.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι ο «Ρασπούτιν» πάντοτε δημιουργείται σε ένα ιδεολογικό «οικοσύστημα» διαφθοράς και στη συνέχεια μεταλλάσσεται σε νέες μορφές, ευδοκιμώντας σε ένα πολιτικό «οικοσύστημα» σήψης.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι ποτέ αυθύπαρκτος και αυτοδημιούργητος. Αντίθετα, ευνοείται από το οποιοδήποτε αρρωστημένο περιβάλλον που τον χρησιμοποιεί κατά βούληση για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του. Και αν στο τέλος αυτονομείται, αυτό οφείλεται στην αδυναμία ελέγχου των συνθηκών που τον ανέδειξαν ως πρωταγωνιστή.
Κατά συνέπεια, αν σε μία φιλελεύθερη αστική δημοκρατία σαν τη δική μας μπορούν ακόμα να αλωνίζουν οι κάθε είδους «Ρασπούτιν», τότε θα πρέπει να ψάξουμε τι μας φταίει. Και επιπλέον, να αναζητήσουμε μία παρόμοια σχέση μεταξύ της σύγχρονης «θρησκειολογίας» και της πολιτικής εξουσίας.
Ερευνώντας ομοιότητες με την ανάδειξη του φαινομένου στην τσαρική Ρωσία. Στη Δικαιοσύνη, στο πολιτικό σύστημα, στις κυβερνήσεις, στον Τύπο και στον νομικό μας πολιτισμό.
Υπάρχουν ας πούμε διασυνδέσεις των δικαστών με την «Εκκλησία»; Υπάρχουν διευθυντήρια «θεοποιημένων» πολιτικών ή «ιερών οικογενειών» με πρόσωπα που αποκτούν εξουσία πάνω από τον θεσμικό τους ρόλο; Υπάρχουν άνθρωποι που διαχειρίζονται υποθέσεις του κράτους κινούμενοι μεταξύ αντίπαλων κομμάτων, διαθέτοντας περισσότερη δύναμη από όσο τους αναλογεί ο ρόλος τους;
Θυμίζω κάτι ακόμα από εκείνη την εποχή: Όταν το 1915 ο Νικόλαος Β' αναχώρησε για να καθοδηγήσει τις ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις εναντίον των Γερμανών, ο Ρασπούτιν πήρε κανονικά θέση συγκυβερνήτη στο πλευρό της Αλεξάνδρας. Πολλαπλασιάζοντας το μίσος και την ανασφάλεια του ρωσικού λαού, που εισέπραττε τη μία ταπείνωση μετά την άλλη κι έβλεπε την τύχη του παραδομένη σε έναν σαλτιμπάγκο μυστικιστή…