Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Οι αναλύσεις που γράφτηκαν για την επιτυχέστατη έξοδο της χώρας στις αγορές, περιέγραψαν την μεταβολή στο κλίμα αλλά και στις προσδοκίες που γεννιούνται πλέον μετά από την κυβερνητική αλλαγή και τον προσδιορισμό των νέων προτεραιοτήτων.
Όμως, οι εξουθενωμένοι και κουρασμένοι πολίτες, είναι βαθιά απαισιόδοξοι και φοβισμένοι, φανερά δύσπιστοι και επιφυλακτικοί. Και δικαιολογημένα, δεν αφομοιώνουν αυτό το θετικό νέο που έρχεται από τον χώρο των αγορών, διότι το αισθάνονται ως κάτι το ξένο και ως κάτι το μακρινό.
Και όμως η απλή σύγκριση με το επιτόκιο της έκδοσης του προηγούμενου επταετούς ομολόγου που έφερε επιτόκιο της τάξης του 3,5%, μας δίνει την ευκαιρία για μια ανάλυση χωρίς βαριά μαθηματικά και πολύπλοκα οικονομικά. Η διαφορά ανάμεσα στο 3,5% και το 1,9% είναι 1,6%. Ας υπολογίσουμε τι σημαίνει αυτό το 1,6% για ένα ποσό των 2,5 δισ. στη διάρκεια της ζωής του επταετούς ομολόγου. Το συνολικό ποσό της διαφοράς ανέρχεται στις 280 εκατ. ευρώ.
Επομένως είναι απόλυτα μετρήσιμη αυτή η μείωση του επιτοκίου, με συνολικό κέρδος σε βάθος επταετίας, στα 280 εκατ. ευρώ. Εκτιμώντας μάλιστα πως τα μειωμένα τρέχοντα επιτόκια, πιθανότατα θα ακολουθήσουν και τις επόμενες εκδόσεις δημοσίου χρέους, θα είναι σημαντικά και οφθαλμοφανέστατα τα αποτελέσματα. Τα 280 εκατ. ευρώ αποτελούν, αυτό που όλοι ορίζουν ως «δημοσιονομικό χώρο», που σημαίνει πως είτε τα 280 εκατ. ευρώ θα μπορούσαν να διοχετευθούν σε αντίστοιχες δημόσιες επενδύσεις, είτε δεν θα υπάρχει πλέον η ανάγκη να εισπραχθεί αυτό το ποσό μέσω της φορολόγησης των πολιτών. Οπότε θα παραμένει μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα στα χέρια των πολιτών / καταναλωτών, για να το χρησιμοποιήσουν όπως εκείνοι επιθυμούν.
Αυτά είναι τα άμεσα και τα απολύτως εύληπτα μετρήσιμα αποτελέσματα της μείωσης των επιτοκίων, του ελληνικού δανεισμού. Η μείωση αυτή, θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και όλα τα επιτόκια των ομολογιακών δανείων που συνάπτουν οι μεγάλες εταιρίες με τις αγορές. Αυτό θα βελτιώσει τα χρηματοοικονομικά έξοδα και κόστη των εταιριών, που με τη σειρά τους θα δώσουν ευκαιρίες για μεγαλύτερη ανάπτυξη των επιχειρήσεων, για πιο εντατική έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων, για περισσότερες θέσεις εργασίας, για μεγαλύτερη κερδοφορία, για πιο γενναία μερισματική πολιτική και για αυξήσεις των μισθών και των αμοιβών των εργαζομένων και των συνεργατών τους.
Σε μια άλλη περίπτωση η μείωση των επιτοκίων, θα μείωνε αυτόματα και το κόστος χρήματος στο τραπεζικό σύστημα, όμως στην ελληνική περίπτωση το υψηλό κόστος χρήματος των τραπεζών, έχει αφετηρία που εδράζεται σε άλλα προβλήματα συστημικού χαρακτήρα.
Τέλος, το χαμηλό επιτόκιο του 1,9% τοποθετεί τη χώρα μας στον ευρωπαϊκό επιτοκιακό κύκλο που χαρακτηρίζεται από χαμηλότερο ρίσκο, γεγονός που σηματοδοτεί ως ένα σημείο, την ένταξη της ελληνικής οικονομίας στο στόχαστρο των διεθνών επενδυτών, με απώτερο σκοπό την προσέλκυση σημαντικών άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.
AP Photo/Richard Drew, FIle