Η κυβέρνηση παρέλαβε μία κατάσταση στην εκπαίδευση, που επιεικώς θα περιγράψω ως τραγική. Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα (2015-2019) κατήργησε τα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία και κατήργησε την αξιολόγηση σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης. Κυρίως κατήργησε τον εμβληματικό νόμο 4009/2011, με την κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, τα οποία είχαν τον έλεγχο της επιλογής των υποψηφίων πρυτάνεων, κατόπιν διεθνούς προκήρυξης.
Η κυβέρνηση, όμως, υπεσχέθη την επαναφορά του νόμου 4009/2011 διορθωμένο και συμπληρωμένο στα σημεία που έχρηζε τροποποιήσεων (Παρουσίαση Προγράμματος της ΝΔ για την Εκπαίδευση, 10ος και 12ος/2018, Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού). Δεκαεπτά μήνες μετά την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας, είναι αλήθεια ότι έχουν ψηφιστεί πολλά νομοθετήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Πλην όμως, το πλαίσιο, που θα προέβλεπε τον τρόπο διοίκησης, επιλογής των πρυτάνεων και κοσμητόρων και την πιθανή ανάκλησή τους, η κυβέρνηση αρνείται μέχρι σήμερα να το θίξει.
Έτσι, καταλήξαμε στην προχθεσινή απόφαση της Συνόδου Πρυτάνεων να αρνείται τις (έστω εκτός πλαισίου) ρυθμίσεις, που αποτελούν λύση χρόνιων αιτημάτων των Συνόδων Πρυτάνεων. Μετά το 2000, που ιδρύθηκαν δεκάδες νέων τμημάτων στα πανεπιστήμια, οι προτάσεις των συγκλήτων ήσαν στην κατεύθυνση της μείωσης των εισακτέων, προκειμένου τα πανεπιστήμια να μπορούν να εκπαιδεύσουν επαρκώς τους φοιτητές και οι φοιτητές να έχουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο γνώσεων, ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις ενός προπτυχιακού προγράμματος σπουδών (ΠΠΣ).
Έκτοτε είδαμε, με εξαίρεση τις χρονιές 2010 και 2011, το ποσοστό εισακτέων να κυμαίνεται από 70% έως 80% επί των αποφοιτούντων από τα Λύκεια της χώρας. Αντίστοιχα, αυτό το ποσοστό κυμαίνεται από 30% έως 33% στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό έχει ως συνέπεια τα πανεπιστήμια να μην είναι σε θέση να εκπαιδεύσουν επαρκώς τα μεγάλα πλήθη εισακτέων, ένα μέρος των φοιτητών να είναι ανεπαρκώς καταρτισμένο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός ΠΠΣ και πολλοί φοιτητές (περίπου ένας στους τρεις) να απογοητεύονται και να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους ή να καθυστερούν την ολοκλήρωσή τους.
Επιπλέον, το θέμα της φύλαξης των πανεπιστημίων δεν λύνεται με την κατάργηση του Ασύλου Ανομίας. Το έγκλημα επιτελείται και εκ των υστέρων καλείται η Αστυνομία να το καταγράψει και να το δημοσιοποιήσει. Η πρόβλεψη για ίδρυση Ομάδας Προστασίας των πανεπιστημίων, που θα ελέγχεται από την ΕΛ.ΑΣ. είναι εκ των ων ουκ άνευ. Οι πανεπιστημιακοί χώροι πρέπει να επανενταχθούν στην Ελληνική Επικράτεια και να μην παραμένουν άβατα.
Όμως, το πρόβλημα θα παραμείνει και μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου. Διότι δεν υπάρχει το νομικό πλαίσιο διοίκησης και επιλογής-ανάκλησης της διοίκησης των πανεπιστημίων. Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα να θεσμοθετήσει τα Συμβούλια Ιδρυμάτων, τα οποία θα έχουν τη δικαιοδοσία να επιλέγουν τους πρυτάνεις, μετά από διεθνή πρόσκληση, και τους κοσμήτορες, ενώ θα μπορούν να τους αντικαθιστούν με αυξημένη πλειοψηφία εφ’ όσον διαπιστωθεί αδυναμία άσκησης των υποχρεώσεων, που απορρέουν από τις θέσεις τους.
*Ο Ιωακείμ Γρυσπολάκης είναι Ομότιμος καθηγητής, πρώην πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης