Του Σάκη Μουμτζή
Τις τελευταίες μέρες πληθαίνουν οι αυθόρμητες φωνές που ζητούν την παραίτηση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Είναι αλήθεια πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι πολλά και δυσεπίλυτα και η οποιαδήποτε λύση επιλεγεί έχει το πολιτικό της κόστος. Ακόμα χειρότερα, αν επικρατήσει η διαρκής μετάθεση των απαιτούμενων αποφάσεων για το μέλλον, τότε η σώρευση προβλημάτων θα οδηγήσει τη χώρα σε πλήρη ακινησία.
Μπροστά στον κυκεώνα αυτών των προβλημάτων, οι κυβερνώντες το μόνον που δεν σκέφτονται είναι να παραιτηθούν. Και γιατί να το κάνουν άλλωστε; Καμμία κυβέρνηση μετά τη Μεταπολίτευση δεν παραιτήθηκε, πλην αυτής του Γ. Παπανδρέου το καλοκαίρι του 2011, όταν για λίγες ώρες είχε παραδώσει τη διακυβέρνηση της χώρας στον Σαμαρά.
Η σημερινή συγκυβέρνηση –για να μην έχουμε αυταπάτες– θα εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες που έχει για να παραμείνει στην εξουσία. Δεν είναι μόνον οι διορισμοί που κάνει, ούτε οι προσλήψεις που εξαγγέλλει, ούτε τα στοχευμένα μέτρα υπέρ της εκλογικής της πελατείας. Προσπαθεί να συγκροτήσει έναν μηντιακό μηχανισμό που μαζί με τη χειραγωγημένη δικαιοσύνη θα προσπαθήσει να ελέγξει σε όλα τα επίπεδα το φρόνημα των πολιτών. Είναι βέβαια άγνωστον αν θα τα καταφέρει, γιατί υπάρχουν απέναντι της σκληροί και σοβαροί παίκτες που δεν θα παραδώσουν τα όπλα τους αμαχητί.
Συγχρόνως, οι Ευρωπαίοι εταίροι που βλέπουν ως βολική λύση τον ΣΥΡΙΖΑ για την «αναίμακτη» διεκπεραίωση των μνημονιακών εκκρεμοτήτων –βλ. δηλώσεις Σαπέν και Σόιμπλε– θα αλλάξουν τακτική εφόσον διαπιστώσουν πως αδυνατεί ή δεν θέλει να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Γιατί μέχρι στιγμής γι΄ αυτόν τον λόγο τον στηρίζουν. Επιπλέον είναι ορατή η εναλλακτική λύση της Νέας Δημοκρατίας, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις.
Συνεπώς, μπορεί τα περιθώρια κινήσεων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ελαχιστοποιούνται όσο περνούν οι μέρες, αυτό όμως δεν συνεπάγεται και την πτώση της, πολύ δε περισσότερο την παραίτηση της. Άλλωστε μια κυβέρνηση πέφτει όταν χάσει τη «δεδηλωμένη» στο κοινοβούλιο ή ανατραπεί από λαϊκή εξέγερση, όπως στην Πλατεία Ταχρίρ, στην Αίγυπτο. Και επειδή στη χώρα μας –ευτυχώς– έχουμε το πολίτευμα της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, θα πρέπει τουλάχιστον τέσσερις βουλευτές της πλειοψηφίας να αποσκιρτήσουν. Κάτι που δεν είναι ορατό, μέχρι στιγμής.
Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, όσες διαφωνίες και να έχουν για την ακολουθούμενη πολιτική, όσες ενστάσεις και να προβάλλουν δημοσίως ή ιδιωτικά για τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, δεν πρόκειται κανείς τους να χρεωθεί την πτώση της αριστερής κυβέρνησης. Είναι μια βαρυσήμαντη πολιτική πράξη, που οι πλάτες τους δεν μπορούν να την σηκώσουν. Και η τύχη που είχαν οι σύντροφοι του «Αριστερού Ρεύματος» λειτουργεί αποτρεπτικά για κάτι τέτοιο.
Η ρεαλιστική ανάλυση της υπάρχουσας κατάστασης πρέπει να προσανατολίσει τα ευρωπαϊκά κόμματα στη χάραξη μεσο- μακροπρόθεσμης στρατηγικής, με πειστικό και κοστολογημένο πρόγραμμα. Η «θεωρία του ώριμου φρούτου» μόνον επανάπαυση και φρούδες ελπίδες μπορεί να καλλιεργήσει, καθώς η συγκεκριμένη κυβέρνηση αποτελείται από ένα μείγμα αριστερών ριζοσπαστών και κυνικών εξουσιομανών, που θα κάνουν τα πάντα για να παραμείνουν στην εξουσία.
Όσο πιο γρήγορα αυτή διαπίστωση γίνει κοινός τόπος, τόσο πιο άμεση θα είναι η αντικατάσταση των κραυγών με τη μεθοδική πολιτική δουλειά.