Η Τουρκία, δημιουργεί συνεχώς κρίσεις «χαμηλής έντασης» με σκοπό να τις μεταφέρει στο Αιγαίο, περιμένοντας πότε θα κάνουμε το λάθος, δηλώνει στο liberal.gr ο Καθηγητής Παναγιώτης Τσάκωνας, σημειώνοντας ότι παρά τα μέτρα που εξήγγειλε η Ε.Ε. δεν πρέπει να αναμένουμε δηλώσεις συμμόρφωσης από τον Ερντογάν.
Αν, όπως λέει ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Σπουδών Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ελλάδα και Κύπρος είχαν φροντίσει να αναπτύξουν χωρίς κορόνες και τυμπανοκρουσίες, ένα κοινό μηχανισμό στρατηγικής διαχείρισης τέτοιων κρίσεων που θα ενημέρωνε συστηματικά τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η Ευρώπη θα αναγκάζονταν να εμπλακεί πολύ πιο αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της επιθετικότητας της Τουρκίας.
Χαρακτηρίζει ασφαλώς θετικό ότι η Ευρώπη «προσωποποιεί» πλέον στο πρόσωπο του Ερντογάν το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων κατά προσώπων και εταιρειών που εμπλέκονται στις γεωτρήσεις, ωστόσο παραμένει επιφυλακτικός ως προς το αν αυτό θα συμβεί άμεσα, δηλαδή εντός Ιουλίου.
Εξηγεί ότι δεν πρέπει να αναμένει κανείς από τον Ερντογάν δηλώσεις συμμόρφωσης στις αποφάσεις του ευρωπαϊκού συμβουλίου, σημειώνει ωστόσο ότι ο Τούρκος πρόεδρος καλείται να λάβει σοβαρά υπόψιν τα ευρωπαϊκά μηνύματα στην βάση του «κόστους-οφέλους» αν συνεχίσει την ίδια τακτική.
Συμφωνεί ότι σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία, θα είμαστε μόνοι μας, όπως είπε ο υπ. Άμυνας Ευ. Αποστολάκης, ωστόσο εξηγεί ότι δεν βοηθούν η δραματοποίηση της κατάστασης, και τα άλματα λογικής, καθώς καμία από τις δύο χώρες δεν θέλει να βρεθεί εκεί.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
-Σε γενικές γραμμές πως είδατε τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής ; Το ρωτώ γιατί στο κείμενο συμπερασμάτων τονίζεται η ανάγκη λήψης στοχευμένων μέτρων κατά της Άγκυρας, τα οποία όμως δεν είναι ακόμη σαφή, με κάποιους να μιλούν ακόμη και για κυρώσεις κατά συγκεκριμένων προσώπων και εταιρειών, κατά το μοντέλο της απόφασης κατά της Ρωσίας για την επέμβαση στην Κριμαία…
Είναι ένα βήμα πιο προωθημένα από την συνήθη --και για αυτό προβλέψιμη-- στάση της Ε.Ε. έναντι της Τουρκίας καθώς ξεπερνούν την αποστολή ενός ισχυρού λεκτικού μηνύματος και «προειδοποιούν» για τη λήψη συγκεκριμένων κυρώσεων εάν η Τουρκία δεν αλλάξει στο άμεσο μέλλον τη συμπεριφορά της.
Αν διαβάσετε προσεκτικά τα συμπεράσματα θα διαπιστώσετε ότι η Ε.Ε. δεν επαναλαμβάνει μόνον την ανάγκη τήρησης του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου, σεβασμού της κυριαρχίας κάθε κράτους και αποφυγής της απειλής χρήσης βίας, λέγοντας έτσι στην Τουρκία ότι η συμπεριφορά της είναι και λάθος και κυρίως αδιέξοδη. Παράλληλα επισημαίνει στην Αγκυρα τα βάρη που έχει σωρεύσει η μέχρι τώρα στάση της έναντι ενός κράτους-μέλους (της Κυπριακής Δημοκρατίας) το οποίο εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει καλώντας την να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το διαπραγματευτικό πλαίσιο που ορίζει τη σχέση της με την Ένωση.
Και βέβαια βάζει και την επίσημη βούλα στην ήδη παγωμένη ενταξιακή διαδικασία καθώς και στο ενδεχόμενο αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας με την ΕΕ.
Αν και βεβαίως το εύχομαι, είμαι επιφυλακτικός όσον αφορά στη συγκεκριμενοποίηση στο άμεσο μέλλον (δηλαδή εντός του Ιουλίου) από την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ στοχευμένων κυρώσεων έναντι συγκεκριμένων προσώπων ή εταιρειών που εμπλέκονται στις παράνομες δραστηριότητες στην κυπριακή ΑΟΖ.
Πάντως και μόνο η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για στοχευμένα μέτρα υποδηλώνει ότι η Ε.Ε. απευθύνεται πλέον συγκεκριμένα προς τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος είναι εκείνος που θα κάνει μια "προσωπική ανάγνωση" του μηνύματος στη βάση «κόστους-οφέλους».
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι παρά την νέα, πιο αυστηρή και προωθημένη, στάση της ΕΕ απέναντι στη Τουρκία, η ευρωπαϊκή μόχλευση θα εξακολουθήσει να παραμένει για την Ελλάδα αποδυναμωμένη, ειδικά σε σχέση με τις δυνατότητες που η τελευταία διέθετε έναντι της Τουρκίας από τα τέλη της δεκαετίας του ''90 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, λόγω των Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που ελήφθησαν περίπου είκοσι χρόνια πριν στο Ελσίνκι.
-Η Ευρώπη προειδοποιεί αλλά η Τουρκία την αγνοεί; Το ρωτώ γιατί παρά την απόφαση της συνόδου, η Άγκυρα έδειξε να αγνοεί τις προειδοποιήσεις, επιλέγοντας ως απάντηση να στείλει και δεύτερο γεωτρύπανο στην κυπριακή ΑΟΖ…
Δεν αναμένει κανείς από τον κ. Ερντογάν δηλώσεις συμμόρφωσης απέναντι στο νέο σκληρότερο και πιο προωθημένο πλαίσιο σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας που προέκυψε από το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Προσθέτει όμως ένα ακόμη στοιχείο πίεσης στην ανάλυση "κόστους-οφέλους" που είναι υποχρεωμένος να κάνει ο Τούρκος πρόεδρος.
Η αποστολή και δεύτερου γεωτρύπανου στην κυπριακή ΑΟΖ επίσης δεν αποτελεί έκπληξη. Με την αποστολή σκαφών με δυνατότητα γεώτρησης στην κυπριακή ΑΟΖ η Τουρκία προχωρά σε προβολή ισχύος στην περιοχή με στόχο την αποστολή ενός ισχυρού μηνύματος προς όλους τους εμπλεκόμενους στη διαχείριση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει να είναι είτε απούσα, είτε περιθωριοποιημένη σε μια περιοχή υψηλού γεωπολιτικού ενδιαφέροντος και συνεχώς αυξανόμενης ρευστότητας.
Το μήνυμα αυτό της Τουρκίας αποδυναμώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχή κίνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας που αφορούσε στην έκδοση ενταλμάτων σύλληψης των αλλοδαπών εμπειρογνωμόνων που στελεχώνουν τα ερευνητικά σκάφη. Η αποστολή του Yavuz επιχειρεί να ανανεώσει και να ενισχύσει το μήνυμά της προς όλους ανεξαιρέτως τους εμπλεκόμενους στην περιοχή.
-Καλλιεργούνται συχνά υψηλές προσδοκίες στην Ελλάδα, με ευθύνη και της κυβέρνησης, σε σχέση με το ρόλο της ΕΕ στα ελληνοτουρκικά. Έχουμε την εντύπωση ότι οι διεθνείς οργανισμοί θα μας λύσουν το πρόβλημα ασφάλειας με την Τουρκία. Τελικά αυτό που δήλωσε ο υπ. Άμυνας Ευ. Αποστολάκης ότι «σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία θα είμαστε μόνοι μας», ισχύει;
Προφανώς και η αποστροφή του Έλληνα υπουργού Άμυνας ισχύει για όλα τα κράτη όταν εισέλθουν στη φάση της στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Αλλά δεν βρισκόμαστε εκεί και ούτε καμία από τις δύο χώρες θέλει να βρεθεί εκεί. Η δραματοποίηση της κατάστασης και τα άλματα λογικής σε καταστάσεις μη επιθυμητές από κανένα από τα δύο μέρη δεν βοηθά.
Το ερώτημα στην παρούσα συγκυρία είναι με ποιο τρόπο αναπτύσσουμε αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης «κρίσεων χαμηλής έντασης», σαν αυτές που ζούμε με την Τουρκία στο μέτωπο της Ανατολικής Μεσογείου εδώ και αρκετό καιρό όπου η γειτονική χώρα έχει «αλλάξει πίστα», μετακινούμενη από το επίπεδο της αναθεωρητικής ρητορικής στο επίπεδο της δημιουργίας «κρίσεων χαμηλής έντασης».
Στην παρούσα συνεπώς φάση όπου το ζητούμενο είναι η αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων που προκύπτουν στο ενδιάμεσο αυτό επίπεδο, η Ελλάδα διαθέτει ισχυρά, τόσο διεθνή όσο και περιφερειακά, ερείσματα που μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά όσον αφορά στη συνέχιση της τουρκικής αναθεωρητικής και προκλητικής συμπεριφοράς.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένα τέτοιο διεθνές έρεισμα και φορέα υποστήριξης των θέσεων της Ελλάδας και της Κύπρου και καλά κάνουμε και ζητάμε την υποστήριξή της στη βάση του διεθνούς δικαίου και των ευρωπαϊκών αρχών έναντι μιας χώρας, της οποίας η συμπεριφορά δεν αντίκειται μόνον σε όλα τα παραπάνω αλλά και στα ευρωπαϊκά συμφέροντα που αφορούν στην ενεργειακή ασφάλεια της Ένωσης.
Το ζήτημα όμως είναι να έχουμε αίσθηση των ορίων της ευρωπαϊκής υποστήριξης και για αυτό και περιορισμένες προσδοκίες για τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Ε.Ε. δεδομένης μάλιστα της αποδυνάμωσης της ευρωπαϊκής μόχλευσης ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, όταν --και με ευθύνη της Ελλάδας-- εγκαταλείφθηκε η στρατηγική του Ελσίνκι που είχε δημιουργήσει σοβαρά θεσμικά αντίβαρα και εργαλεία ελέγχου της συμπεριφοράς της Τουρκίας και απτό αποτέλεσμα της οποίας ήταν η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Είναι παρεμπιπτόντως χρήσιμο να αναλογιστούμε ποιές θα ήταν σήμερα οι δυνατότητες διαχείρισης της αναθεωρητικής συμπεριφοράς της Τουρκίας χωρίς τη Κύπρο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
-Τι κενά διακρίνετε στην διαχείριση της υφιστάμενης κρίσης από Αθήνα και Κύπρο και πως φαντάζεστε τις από εδώ και πέρα της κινήσεις της Άγκυρας ;
Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία έχουν συμπήξει ένα κοινό μέτωπο που αναπτύσσεται στο διπλωματικό επίπεδο και αφορά, προς τον παρόν, τον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου όπου υπάρχει και το ουσιαστικό ενδιαφέρον της Τουρκίας, καθώς εκεί υπάρχουν εξελίξεις και συντελούνται αλλαγές που αισθάνεται ότι την αποκλείουν από τις μελλοντικές διευθετήσεις στην περιοχή.
Το κοινό αυτό μέτωπο θα μπορούσε - με τρόπο προσεκτικό, ουσιαστικό και χωρίς τυμπανοκρουσίες- να αφορά και στην ανάπτυξη ενός κοινού, μεταξύ της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, συστήματος διαχείρισης «κρίσεων χαμηλής έντασης».
Ο στόχος αυτού του κοινού συστήματος διαχείρισης κρίσεων είναι να λειτουργήσει καταρχάς ως φορέας αξιόπιστης ενημέρωσης των υφισταμένων ευρωπαϊκών μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων και δυνητικά ως λόγος εμπλοκής τους στην πρακτική αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας από την Ε.Ε.
Με αυτό τον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί και το ήδη ισχυρό μήνυμα που έχει με διάφορους (επίσημους και ανεπίσημους) τρόπους και κυρίως με συγκεκριμένες ενέργειες στείλει η Ελλάδα στην Τουρκία ώστε να μην επιχειρήσει την μεταφορά της κρίσης ανατολικότερα, στην περιοχή του Καστελόριζου (με χαρακτηριστικότερη την αποστολή της φρεγάτας «Νικηφόρος Φωκάς» τον Οκτώβριο 2018, όταν παρενεβλήθη στον τουρκικό σχηματισμό των πολεμικών πλοίων που συνόδευαν το τουρκικό σεισμογραφικό σκάφος «Μπαρμπαρός» υποχρεώνοντας το τελευταίο να αποχωρήσει από την περιοχή).