Είχε πυρετό, αλλά βγήκε από το σπίτι της και πήγε στην κηδεία του συγγενούς της. Είχαν πάει επίσης άλλοι διακόσιοι, αν και τέτοιου μεγέθους συναθροίσεις απαγορεύονται. Τώρα λοιπόν, εξ αιτίας της κυρίας αυτής, θα μπει σε καραντίνα μια ολόκληρη περιοχή της Εύβοιας και της Βοιωτίας. Τι να αναφωνήσει κανείς, διαβάζοντας τέτοιες ειδήσεις; Ότι ο κόσμος μας είναι γεμάτος από χαζούς ή από επικίνδυνους ανθρώπους; Ε και;
Αν η γυναίκα αυτή είχε πάρει ένα πιστόλι αντί για τον πυρετό της κι είχε πάει στην κηδεία, η αστυνομία θα την είχε μπουζουριάσει, σωστά; Ενώ τώρα, μπορεί να σκοτώσει εν τέλει καμιά δεκαριά ή μπορεί να καταστρέψει καμιά πενηνταριά επαγγελματίες όταν η περιοχή της μπει σε αυστηρή καραντίνα, όμως κανένας δεν θα της πει τίποτα. Το πολύ-πολύ να τσαντιστεί ο Τσιόδρας μαζί της, όπως έγινε και στο γηροκομείο στον Άγιο Παντελεήμονα με τα 35 κρούσματα. Έσταξε η ουρά του γαϊδάρου στον στάβλο.
Και στον μεν Άγιο Παντελεήμονα, υπάρχει κάποιος υπεύθυνος για να του ζητηθούν ποινικές ευθύνες. Θα πάει το κλιμάκιο, θα ελέγξει τις συνθήκες λειτουργίας του οίκου ευγηρίας και θα αποφανθεί αν τηρήθηκαν τα πρωτόκολλα. Στην κηδεία όμως; Στον γάμο; Στην γιορτή του πολιούχου αγίου του χωριού; Έχετε ιδέα τι σημαίνει κηδεία για έναν οικισμό ή για μια παραδοσιακή γειτονιά της επαρχίας; Είναι μέγα κοινωνικό γεγονός.
Φρικτή προσβολή και απύθμενη ασέβεια να πεθάνει ο συγγενής σου ή ο γείτονας σου και να μην πας στην κηδεία του. Τι θα πεις αύριο στα παιδιά του πεθαμένου που ήταν καθισμένα πάνω απ’ το φέρετρο; Ότι φοβόσουν τον κορονοϊό και δεν πήγες; Δεν υπάρχουν αυτά στην επαρχία. Και τώρα που πλακώνει φθινόπωρο, μέσα στο οποίο γιορτάζουν σαράντα άγιοι κι εξήντα όσιοι; Που κάθε χωριό έχει κι ένα πανηγύρι; Που κάθε δεύτερη μέρα θα χτυπούν οι καμπάνες;
Όποιος ζει στην Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη, δεν καταλαβαίνει πόσο διαφορετική είναι η ζωή στα χωριά και στις κωμοπόλεις όπου οι γειτονιές είναι ακόμα ζωντανές. Και δεν αντιλαμβάνεται ότι οι οδηγίες του Τσιόδρα ή του Χαρδαλιά είναι ανίσχυρες μπροστά στα κοινωνικά ήθη. Μόνο από αστυνομία καταλαβαίνουν εκεί, όχι τόσο διότι την φοβούνται πραγματικά, αλλά διότι η παρουσία της δημιουργεί ένα αποδεκτό άλλοθι για να παρεκκλίνουν από τα πάγια ήθη τους, που εννιά στις δέκα φορές είναι επικίνδυνα για την μετάδοση του ιού.
Επειδή λοιπόν εγώ έχω ζήσει σε χωριό και συνεχίζω να περνώ κομμάτι της ζωής μου εκεί, λέω στον Χρυσοχοΐδη και στον Οικονόμου ότι η αστυνομία πρέπει να αποκτήσει άλλες πρακτικές αυτό το κρίσιμο διάστημα. Οι επικεφαλής των αστυνομικών τμημάτων της υπαίθρου πρέπει να κοιτάζουν κάθε μέρα το εορτολόγιο και τα κηδειόχαρτα και να στέλνουν περιπολικά να στέκουν έξω από τις εκκλησίες. Διακριτικά, αλλά εμφανώς. Είναι ο μόνος τρόπος (μόνο με την θέα των αστυνομικών) να βάλει ο κόσμος μάσκες, να κρατά αποστάσεις και να φεύγει γρήγορα από τις μεγάλες συγκεντρώσεις, για τον θεωρητικό φόβο ενός προστίμου.
Θα μου πείτε, είναι δυνατόν να κάνει αυτή την δουλειά η αστυνομία; Να πηγαίνει σε κηδείες, γάμους και πανηγύρια; Ναι, μοιάζει παράταιρο και τρελό, αλλά να την κάνει αυτή την δουλειά. Αν δηλαδή τηλεφωνήσει κάποιος απ’ το χωριό και πει ότι κινδυνεύει η ζωή του, δεν θα τρέξουν οι αστυνομικοί να τον σώσουν; Θα τρέξουν. Ε, όταν υπάρχει πιθανότητα να κινδυνέψει η ζωή δεκάδων μέσα από τέτοιες συμπεριφορές, δεν πρέπει να βρίσκεται εκεί; Πρέπει. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη, άλλες προσαρμογές στο έργο κάθε υπηρεσίας. Το θέμα είναι να προλάβουμε την καταστροφή…