Του Επαμεινώνδα Κορώνη*
Γόνιμος και διανοητικά παραγωγικός, ο καθηγητής Χαρίδημος Τσούκας δημοσίευσε δύο πολύ χρήσιμα άρθρα στην Καθημερινή, για την αξιοκρατία της ανώτατης διοίκησης στην χώρα μας.
Και άσκησε κριτική στην κυρίαρχη επιβολή του Κυριάκου Μητσοτάκη στις επιλογές προσώπων εις βάρος μιας πάγιας και θεσμικά ισχυρής διαδικασίας. Συνοψίζοντας τα δύο άρθρα (14/7 και 8/9), ο κομψά επικριτικός Τσούκας συμβουλεύει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να πάρει τα απαραίτητα ρίσκα ώστε να προτάξει την θεσμική διαδικασία αξιοκρατικής στελέχωσης απέναντι στην πάγια πρακτική των πρωθυπουργικών επιλογών. Συνιστά την προσοχή μας γράφοντας: «… όταν ο διορισμός ενός επιτελικού στελέχους δεν προκύπτει από μια αξιόπιστα ανεξάρτητη διαδικασία, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι μη επαγγελματικά κριτήρια δεν υπεισήλθαν στην επιλογή του. Για να είναι ορθολογική, και άρα να διαθέτει ηθική νομιμοποίηση, η επιλογή πρέπει να είναι το συμπέρασμα ενός έγκυρου συλλογισμού».
Πραγματικά οι πρώτες δεκαπέντε μέρες της νέας κυβέρνησης συνοδεύτηκαν από μια ομοβροντία ανακοινώσεων νέων προσώπων σε θέσεις-κλειδιά, τα οποία δεν ήταν αποτέλεσμα μιας καλώς καθιερωμένης διαδικασίας επιλογής. Οι πολλοί και εξωκοινοβουλευτικοί υφυπουργοί αλλά και οι γενικοί γραμματείς ανέλαβαν καθήκοντα σε χρόνο ρεκόρ. Ανάλογη ταχύτητα σημειώνεται μέχρι και ήμερα και στους διορισμούς σε διοικητικές θέσεις, στις ΔΕΚΟ και άλλους οργανισμούς. Η ορμή, που εν μέρει αποσκοπούσε και στην διαμόρφωση ενός αφηγήματος με ουσία και γρήγορα αποτελέσματα, όντως θυσίασε την πιθανή θέσπιση μιας αξιοκρατικής διαδικασίας.
Σημειώθηκαν και ορισμένα εξόφθαλμα λάθη ή επιλογές εκλογικού πραγματισμού και υπολογισμού. Αλλά και ακατανόητες αποφάσεις στην στελέχωση της Πολιτικής Προστασίας ή σε πολλές ΔΥΠΕ της χώρας. Ο κατά τα άλλα ικανός Κωνσταντίνος Ζούλας όντως υπήρξε στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού σε θέματα επικοινωνίας. Ο διορισμός του στην ΕΡΤ δημιουργεί εύλογες ενστάσεις και υποψίες. Και μια ενδελεχής ανάλυση στις μέχρι σήμερα επιλογές δείχνει μια ροπή προς κεντροδεξιούς πολιτευτές, κομματικά στελέχη και την ΟΝΝΕΔ. Είναι δύσκολο να μην συμφωνήσει κανείς ενστικτωδώς με τον συλλογισμό του Τσούκα, εφόσον τουλάχιστον θεωρεί την ενσωμάτωση της «ηθικής νομιμοποίησης» ως κύριο συστατικό μιας ορθής επιλογής. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ορισμένες ενστάσεις τις οποίες μπορούμε να χαρακτηρίσουμε και ως ελαφρυντικά.
Πρώτον, ένα πρακτικό πρόβλημα. Το ελληνικό κράτος, αθέσμητο και χωρίς οργανωτικό βάθος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα πρόσωπα που το απαρτίζουν. Σωστά ο Τσούκας αναφέρει το παράδειγμα του BBC λέγοντας ότι «…η αξιοπιστία της διαδικασίας είναι αυτοτελώς σημαντική προκειμένου ο πρόεδρος του BBC να έχει την εμπιστοσύνη όσων πληρώνουν το τηλεοπτικό τέλος…». Όμως η διαδικασία επιλογής προέδρου στο BBC μέσα από μια ελεγχόμενη και αξιοκρατική διαδικασία βασίζεται σε υπάρχουσες δομές. Η βρετανική κοινωνία είναι εξοικειωμένη με την ύπαρξη και τον ρόλο των Board of Trustees. Τέτοιες δομές οργανωσιακής διακυβέρνησης δεν υφίστανται στην Ελλάδα και όσες καλλιεργήθηκαν με μόχθο και πολιτικό κόστος στα χρόνια της Σημιτικής μεταρρύθμισης, (π.χ. οι Ανεξάρτητες Αρχές), δέχθηκαν πλήγματα από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Πως μπορείς να μεταρρυθμίσεις την ΕΡΤ χωρίς να την ελέγξεις; Και πως θα την ελέγξεις αν δεν επιλέξεις τον διοικητή της; Οι πρακτικές δυσκολίες δημιουργούν το εξής παράδοξο: το αντίδοτο να είναι το ίδιο δηλητήριο όπως στα Σαιξπηρικά έργα. Το θέμα είναι η δοσολογία την οποία πρέπει να ελέγξει ο Πρωθυπουργός για να μην καταστεί η θεραπεία σοκ τοξικός θάνατος.
Δεύτερον, ένα θέμα κουλτούρας. Η αξιοκρατία και η οι διαδικασίες που την διασφαλίζουν απαιτούν την ύπαρξη μιας ελάχιστης αλλά αναγκαίας κουλτούρας συνεργασίας. Όταν το ένα τρίτο τουλάχιστον της Βουλής λαμβάνει θέση λιθοβολισμού των επιλογών πριν ανακοινωθούν ή δεν θα στήριζε καν την θεσμική επιλογή, είναι άξιο απορίας ποια διαδικασία θα μπορούσε να διασφαλίσει μια συναίνεση και την λειτουργικότητα των προσώπων. Την ηθική δικαίωση της επιλογής. Ποιος είναι άλλωστε ο ικανότερος όταν υπεισέρχονται στις επιλογές ιδεολογικά χάσματα και η πολιτική ιστορία του κάθε προσώπου; Διαβάστε την ήπια Αριστερή αρθρογραφία όπου οι «πετυχημένοι τεχνοκράτες» υφυπουργοί αποδομούνται ως «βαλτοί» και «εγκάθετοι των συμφερόντων» καπιταλιστές.
Τρίτον, κάθε διαδικασία επιλογής απαιτεί χρόνο. Σε μεγάλες επιχειρήσεις η διαδοχή στις θέσεις των Προέδρων των Δ.Σ. διαρκεί περίπου 250 ημέρες ενώ οι επιλογές ανωτάτων στελεχών κάτι λιγότερο από μισό χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία του βρετανικού CIPD. O καθηγητής John Sullivan στο San Fransisco υποστηρίζει ότι οι εταιρείες «χάνουν» τα καλύτερα στελέχη λόγω της μακράς και ενίοτε δύσκαμπτης διαδικασίας προσέγγισης και επιλογής. Εδώ πρέπει να προσέξει κανείς ένα λάθος που εμφορείται σε πολλές αναλύσεις. Αξιοκρατική επιλογή σε δημόσιες θέσεις δεν είναι η ανάλυση του βιογραφικού, η οποία άλλωστε είναι και υποκειμενική αλλά και ενίοτε παραπλανητική. Απαιτείται μια βαθιά διαδικασία αξιολόγησης του ατόμου με παρουσιάσεις, αυτό που οι Αμερικάνοι ονομάζουν “grilling”. Αυτό θέλει χρόνο και δουλειά. Μπορούμε να αντέξουμε χρονικά για την επιλογή του Προέδρου του ΕΟΦ την ομολογουμένως ενδελεχή διαδικασία που ακολουθείται για τον αντίστοιχο οργανισμό στις ΗΠΑ (FDA);
Και τελικά, όπως ο ίδιος ο Τσούκας δέχεται (έμμεσα) σε κάποιο βαθμό, μήπως πάντα η άποψη και επιλογή του ηγέτη είναι και ίσως πρέπει και να είναι ο καταλύτης των αρχικών προτάσεων και των τελικών επιλογών; Δεν πρέπει ένας νέος πρωθυπουργός να σηματοδοτήσει γρήγορα τις προθέσεις και αλλαγές που φέρνει; Στην Δανία, μια χώρα με σεβασμό στην αξιοκρατία και την δημόσια διοικητική αυτονομία, η νέα πρωθυπουργός Frederiksen μέσα σε ένα καλοκαίρι «ξήλωσε» και «έραψε στα μέτρα της» τις υπηρεσίες διαχείρισης προσφύγων για να εφαρμόσει την αντι-μεναταστευτική της ατζέντα.
Σωστά λοιπόν ο Τσούκας υποστηρίζει ότι «για μια αυθεντικά μεταρρυθμιστική κυβέρνηση, η πρόκληση δεν είναι απλώς ο διορισμός άξιων ατόμων σε δημόσιες επιτελικές θέσεις, αλλά η επίμονη και συστηματική εφαρμογή της αξιοκρατίας» αλλά δεν εντοπίζει την αντίφαση όπου η διαδικασία (καλώς εννοούμενη γραφειοκρατία) πλήττει την ανάδειξη των καλύτερων αλλά και την ίδια την άσκηση πολιτικής. Ας θυμηθούμε ότι η ΕΡΤ δεν πήγε και πολύ καλά ούτε όταν την ανέλαβαν πετυχημένα στελέχη της αγοράς των ΜΜΕ μετά από μια κάποια (όχι σπουδαία) διαδικασία επιλογής.
Μακροπρόθεσμα πρέπει η πολιτική μας ηγεσίας να μπει σε ένα σκληρό πρόγραμμα απεξάρτησης από το σκληρό ναρκωτικό του ελέγχου του κράτους. Όμως αυτό δεν θα γίνει μέσα σε μια μέρα αλλά με ένα μεθαδονικό πρόγραμμα σταδιακής θεσμοθέτησης διαδικασιών που θα είναι συμβατές με την πολιτική μας κουλτούρα. Το πιθανότερο είναι ότι αν ο Κυριάκος επέλεγε τον δρόμο της αξιοκρατικής αξιολόγησης σήμερα θα ήταν υπόλογος για αδράνεια, ατολμία και διοικητική αφασία. Θα είχε κερδίσει την μάχη του «ορθού» εγκαταλείποντας το κύριο μέτωπο του εφικτού. Οφείλει να φυτέψει τους σπόρους της αξιοκρατικής διαδικασίας αλλά πρωτίστως πρέπει να διοικήσει. Ο καθηγητής Τσούκας γνωρίζει ότι πολλοί περίφημοι ηγέτες επιχειρήσεων βασίστηκαν σε ατομικές επιλογές εις βάρος των εταιρικών διαδικασιών όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν.
*Ο κ. Επαμεινώνδας Κορώνης είναι Reader και Διευθυντής του Προγράμματος ΜΒΑ στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου.