Του Σάκη Μουμτζή
Η υπογραφή της συμφωνίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ της Τουρκίας και της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης, θέτει το ερώτημα: κι εμείς τι κάνουμε;
Είναι γεγονός πως από τα μέσα της δεκαετίας του ''90 επικράτησε το δόγμα «η οικονομία πάνω απ'' όλα». Υπήρξε μια μετατόπιση στα ζητήματα των εθνικών θεμάτων, από την πάγια γραμμή της εξωτερικής πολιτικής που χαράχθηκε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, πολιτική που την ακολούθησε με συνέπεια και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Τόσο η συμφωνία της Μαδρίτης όσο και η αφελής «διπλωματία των σεισμών», αποτέλεσαν μια κατευναστική πολιτική, που μπορεί να απέδωσε βραχυπρόθεσμα, τελικά όμως δεν άντεξε μπροστά στις πάγιες θέσεις της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Συγχρόνως, την ίδια ακριβώς περίοδο, διαμορφώνεται και το δόγμα πως τα σύνορα της Ελλάδος είναι και σύνορα της Ευρώπης.
Με βάση αυτά τα δύο δόγματα διαμορφώθηκαν οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις από τα μέσα της δεκαετίας του ''90 και μετέπειτα.
Υπάρχει η άποψη πως η Τουρκία του Ερντογάν γεωπολιτικά ενδιαφέρεται για την αναβίωση του χαλιφάτου και, ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Αυτό πιστοποιείται από το γεγονός πως, επί ηγεσίας Ερντογάν, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν γνώρισαν μείζονες κρίσεις.
Να υπενθυμίσω πως επί Κεμαλιστών είχαμε το 1974 την εισβολή στην Κύπρο, το 1983 την ανακήρυξη του τουρκοκυπριακού κράτους και το 1996 την κρίση των Ιμίων, που δημιούργησε τις γκρίζες ζώνες.
Επί Ερντογάν, είχαμε τις γνωστές φραστικές κορώνες στις οποίες κι εμείς απαντούσαμε πολλές φορές πλειοδοτώντας, και τις παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, οι περισσότερες των οποίων πραγματοποιούνταν μεταξύ των 6 και των 10 ναυτικών μιλίων.
Σήμερα φαίνεται πως η στρατηγική της Τουρκίας αλλάζει. Ο Ερντογάν αισθάνεται παγκόσμιος παίκτης, καθώς οι Τραμπ και Πούτιν αναγνωρίζουν πως η Τουρκία διαθέτει ζωτικά συμφέροντα.
Παντοδύναμος ων, στρέφεται πλέον και προς το Αιγαίο. Στόχος του, οι πάγιες θέσεις της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας να ευωδοθούν χωρίς πόλεμο, μόνον με την απειλή του.
Κι εμείς τι κάνουμε; Σε αυτό το ερώτημα καλείται να απαντήσει πειστικά σήμερα η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και όλο το πολιτικό σύστημα.
Ας απεμπλακούμε από την αυταπάτη πως τα σύνορα της Ελλάδος είναι και σύνορα της Ευρώπης.
Τυπικά είναι.
Αν όμως προκύψει Ελληνοτουρκική σύρραξη δεν θα έρθει κανένα γαλλικό αεροπλανοφόρο να μας υποστηρίξει ούτε Βέλγοι αλεξιπτωτιστές θα συνδράμουν τις Ειδικές δυνάμεις της Ελλάδος.
Ας ξυπνήσουμε. Το ότι είμαστε μόνοι μας, σε περίπτωση ελληνοτουρκικής συρράξεως, μας το λένε και οι ξένοι φίλοι μας.
Είναι πλέον ολοφάνερο πως, μετά βεβαιότητος, θα έρθει εκείνη η στιγμή που θα πρέπει ή να υπερασπισθούμε δυναμικά την εδαφική μας κυριαρχία ή να φινλανδοποιηθούμε πλήρως. *
Δηλαδή, να δεχθούμε πως η εθνική μας κυριαρχία φτάνει μέχρις εκεί όπου το επιτρέπει κάθε φορά η Τουρκία.
Δεν γνωρίζω αν το πολιτικό μας σύστημα έχει αντιληφθεί πως η φορά των πραγμάτων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε μια από τις δύο παραπάνω λύσεις. Η Τουρκία πάντα διακηρύσσει τους στόχους της και πάντα φροντίζει να επικαλείται διεθνείς συνθήκες.
Ας αναπροσαρμόσουμε τα δόγματα της εξωτερικής και αμυντικής μας πολιτικής με βάση πως τελικά μόνοι μας θα υπερασπισθούμε την εθνική μας κυριαρχία.
* Πριν από 80 ακριβώς χρόνια, στις 30 Νοεμβρίου 1939, η Σοβιετική Ένωση επιτέθηκε στην Φινλανδία. Παρά την σκληρή άμυνα των Φινλανδών, στις 13 Μαρτίου 1940, αναγκάσθηκαν να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης με τους Σοβιετικούς στην Μόσχα. Εκτός από την παραχώρηση εδαφών, η Φινλανδία, ουσιαστικά, δεσμεύθηκε η εξωτερική της πολιτική να μην αντιβαίνει στα συμφέροντα της ΕΣΣΔ.