Του Κώστα Χρυσόγονου*
Από αρκετούς μήνες έχει αρχίσει μια συζήτηση περί «σύγκλισης των προοδευτικών δυνάμεων», με προέλευση κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναζητά υποκατάστατα για τους ολοένα απομακρυνόμενους ΑΝΕΛ. Ούτως ή άλλως το κυβερνών κόμμα δεν έχει να χάσει τίποτα, αφού αν το ΚΙΝ.ΑΛ. και το Ποτάμι αντισταθούν στο «φλερτ», τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ θα τους παρουσιάζουν ως «ουρά της νεοφιλελεύθερης Ν.Δ.», με προφανή σκοπό τη λεηλασία ψηφοφόρων τους υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος έχει βρει συμπαραστάτη σε αυτό το επικοινωνιακό show τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, που θέλουν να τον προσελκύσουν στη δική τους ομάδα στο Ευρωκοινοβούλιο της περιόδου 2019-2024.
Στο πλαίσιο αυτό η έννοια της προοδευτικής δύναμης γίνεται αντικείμενο διαστρέβλωσης. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ προόδου και συντήρησης δεν τέμνει κάθετα το πολιτικό φάσμα κάπου στο κέντρο του, αφήνοντας μόνο προοδευτικούς προς την αριστερή και μόνο συντηρητικούς προς τη δεξιά πλευρά.. Αν ήταν έτσι, τότε η άκρα αριστερά, π.χ. οι γνωστές ένοπλες συλλογικότητες των Εξαρχείων, θα έπρεπε να θεωρηθεί περίπου ως η εμπροσθοφυλακή της προόδου και πρόοδος θα χαρακτηριζόταν οι καταστροφές δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων και οι άλλοι «ακτιβισμοί». Αυτό είναι καθαρός παραλογισμός.
Στην πραγματικότητα η διαχωριστική γραμμή μεταξύ προόδου και συντήρησης τέμνει το πολιτικό φάσμα εγκάρσια. Συντηρητικές και προοδευτικές τάσεις συνυπάρχουν στις περισσότερες από τις πολιτικές δυνάμεις του συνταγματικού τόξου. Το κρίσιμο ζητούμενο είναι να δούμε σε ποιόν χώρο υπερισχύουν κάθε φορά οι μεν ή οι δε, με βάση το τι συνιστά πραγματική πρόοδο και τι όχι.
Πρόοδος για την Ελλάδα του 2019 θα ήταν να αποδομήσουμε το πελατειακό σύστημα, τη διαπλοκή, τη διαφθορά και την οικογενειοκρατία.
Πρόοδος θα ήταν να προχωρήσουμε σε έναν βαθύ και ουσιαστικό εκσυγχρονισμό του κράτους. Αυτό σημαίνει απλοποίηση της νομοθεσίας και μείωση του νομοθετικού υπερπληθωρισμού, μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης σε μια κατεύθυνση μικρότερης εξάρτησης από την εκάστοτε κυβέρνηση και περισσότερης αξιοκρατίας και αξιολόγησης (ειδικά από τους χρήστες των δημόσιων υπηρεσιών, δηλαδή τους πολίτες), επιτάχυνση των ρυθμών απονομής της δικαιοσύνης μέσα από βαθιές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της ίδιας και στον τρόπο άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος.
Πρόοδος θα ήταν ακόμα να μειώσουμε σταδιακά τις υπέρμετρες φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις, καθώς και να εξυγιάνουμε το τραπεζικό μας σύστημα, εκκαθαρίζοντας τον μεγάλο όγκο των κόκκινων δανείων.
Πρόοδος θα ήταν, πραγματοποιώντας όλες αυτές τις δομικές αλλαγές, να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον πιο φιλικό για την ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία και να προσελκύσουμε επενδύσεις σε τέτοια κλίμακα ώστε να ανακτήσουμε στα επόμενα δέκα χρόνια το σχεδόν 1 εκατομμύριο θέσεις εργασίας που χάθηκαν στα προηγούμενα δέκα χρόνια.
Πρόοδος θα ήταν να διασφαλίσουμε τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος μέσα από την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της αναλογίας ενεργών εργαζομένων προς συνταξιούχους.
Πρόοδος θα ήταν να καταπολεμήσουμε τον παθολογικό υδροκεφαλισμό του κράτους, μεταφέροντας οργανισμούς και υπηρεσίες εκτός Λεκανοπεδίου Αττικής και δίνοντας νέα ζωή στην περιφέρεια.
Πρόοδος θα ήταν να δώσουμε κίνητρα στους νέους ανθρώπους ώστε να κάνουν οικογένεια και έτσι να αντιμετωπίσουμε την τρομακτική υπογεννητικότητα, η οποία απειλεί μακροπρόθεσμα με φυσική εξαφάνιση τον ελληνισμό.
Αν δεν κάνουμε τίποτα από όλα αυτά, τότε τα χειρότερα θα τα συναντήσουμε μπροστά μας, τόσο η δικιά μας γενιά όσο και οι επόμενες.
Στο κρίσιμο εξάλλου σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η χώρα, το ζητούμενο δεν είναι η αποτίμηση του παρελθόντος, αλλά η χάραξη μιας νέας πορείας για το παρόν και το μέλλον. Το παρελθόν μπορεί να ενώνει ή να χωρίζει τους ιστορικούς. Τους πολιτικούς σχηματισμούς όμως τους ενώνει η κοινή πρόταση για το μέλλον. Για μια νέα πορεία πρέπει να συμπράξουν οι αληθινά προοδευτικές δυνάμεις του τόπου. Όχι αυτοί που, ενώ δηλώνουν προοδευτικοί, στην πραγματικότητα αναπαράγουν τις χειρότερες ρουσφετολογικές και διχαστικές πρακτικές του παρελθόντος, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εκείνοι που θέλουν να ξεπεράσουν τις πρακτικές αυτές, πάνω στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων τις οποίες πρέπει να αναζητήσουμε και να βρούμε.
*Ο Κώστας Χρυσόγονος είναι ανεξάρτητος ευρωβουλευτής