Του Σάκη Μουμτζή
Με αφορμή την προοπτική να ζητήσουν οι εταίροι-δανειστές και από την Νέα Δημοκρατία να δεσμευτεί πως θα τηρήσει τα όσα θα συμφωνήσει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μαζί τους, έχει αναπτυχθεί ένας ενδιαφέρων προβληματισμός.
Μπορεί μια κυβέρνηση με την υπογραφή της να δεσμεύσει τις επόμενες, γιατί τα ψηφισθέντα μέτρα εκφεύγουν των ορίων της θητείας της; Ή, πολύ περισσότερο, αν αυτά θα εφαρμοσθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους, από άλλες κυβερνήσεις;
Τυπικά μπορούμε να πούμε, επικαλούμενοι την συνέχεια του Κράτους, πως η υπογραφή μιας κυβέρνησης είναι δεσμευτική για όσες την διαδεχθούν. Οι συμφωνίες γίνονται μεταξύ κρατών και είναι σεβαστές, ανεξαρτήτως του ποιος κυβερνά την χώρα.
Ολα καλά μέχρις εδώ. Και με την πολιτική όμως τι γίνεται; Την ξεχάσαμε. Γιατί, τι γίνεται αν ένα κόμμα-- που όταν ήταν στην αντιπολίτευση θεωρούσε τα πεπραγμένα της κυβέρνησης καταστροφικά για την χώρα-- ανέλθει στην εξουσία; Τι κάνει τότε;
Καθίσταται απλός διαχειριστής των πολιτικών της προηγούμενης κυβέρνησης; Και η λαϊκή ετυμηγορία που την έστειλε στην αντιπολίτευση, πώς υλοποιείται; Την αγνοούμε; Είναι δυνατόν μια κυβέρνηση να εφαρμόσει μια πολιτική με την οποία διαφωνεί πλήρως, εν ονόματι της συνέχειας του κράτους; Αυτό δεν είναι κάτι που αντιβαίνει σε κάθε δημοκρατικό κανόνα, αλλά και στην έννοια της ίδιας της δημοκρατίας;
Δεν είναι απολύτως θεμιτό μια κυβέρνηση να επιδιώξει να αλλάξει όσα μέτρα και όσες πολιτικές θεωρεί επιζήμιες για την χώρα; Διαφορετικά μιλούμε για κατάργηση της πολιτικής. Για κατάργηση ιδεολογιών και διαχωριστικών γραμμών.
Αλλο πράγμα είναι η συνέχεια του κράτους και άλλο η συνέχιση της ίδιας πολιτικής. Ως κράτος νοείται-σύμφωνα με τις αρχές του Συνταγματικού Δικαίου—ο σκληρός πυρήνας που περιλαμβάνει την κρατική μηχανή, την εξουσία καταναγκασμού καθώς και τους μηχανισμούς διακυβέρνησης. Δηλαδή το κράτος δεν παράγει πολιτική. Την πολιτική την παράγουν τα κόμματα.
Και η πολιτική δεν υπακούει ούτε σε ηθικούς κανόνες, ούτε σε δεσμευτικές συμβάσεις. Υπακούει μόνον στον αμείλικτο νόμο του συσχετισμού των δυνάμεων. Τουθ΄όπερ σημαίνει, πως ο ΣΥΡΙΖΑ όταν έγινε κυβέρνηση είχε το αναφαίρετο δικαίωμα να σχίσει τα μνημόνια με «έναν νόμο και ένα άρθρο». Δεν το έπραξε, όχι γιατί σεβάστηκε τις υπογραφές των «Σαμαροβενιζέλων», αλλά γιατί δεν του το επέτρεψε ο συσχετισμός των δυνάμεων.
Συνεπώς, η τήρηση των συμφωνηθέντων καθορίζεται κάθε φορά από το ισοζύγιο ισχύος των δύο πλευρών. Και αυτό κατ΄ανάγκην δεν προϋποθέτει συγκρουσιακό κλίμα και πολιτικές ρήξεων, αλλά απορρέει από την ίδια την φύση της πολιτικής.
Έτσι, η δήλωση του Κ. Χατζηδάκη πως η Νέα Δημοκρατία « θα σεβαστεί την συνέχεια του κράτους και θα επιδιώξει να αλλάξει το δημοσιονομικό μείγμα πείθοντας τους εταίρους με τις πολιτικές της», λέει δύο διαφορετικά και αντικρουόμενα πράγματα. Γιατί ή « θα σεβαστεί την συνέχεια του κράτους» ή « θα επιδιώξει να αλλάξει το δημοσιονομικό μείγμα.»
Το ενδιαφέρον στοιχείο που εισάγει ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας είναι, πως οι ζητούμενες αλλαγές θα γίνουν συναινετικά, χωρίς μονομερείς ενέργειες. Και αυτό είναι το ουσιαστικό μήνυμα που θέλει να στείλει στους δανειστές, καθώς με αυτό ιχνογραφούνται οι μεταξύ τους σχέσεις. Ένα, κατ΄εξοχήν πολιτικό μήνυμα, που καθορίζει και τα όρια εντός των οποίων θα κινηθεί η Νέα Δημοκρατία.
Η αρχή της συνέχειας του κράτους, είναι το άλλοθι των αδυνάμων. Η Ιστορία είναι γεμάτη από ενέργειες των ισχυρών που καταπάτησαν αυτήν την αρχή. Που αθέτησαν συμφωνίες και υποχρεώσεις, γιατί ήταν ισχυροί.