Κινδύνους εγκυμονεί για την Ελλάδα η διελκυστίνδα Βερολίνου - ΔΝΤ καθώς αν το τελευταίο αποχωρήσει από το πρόγραμμα, μπορεί να προχωρήσει σε δυσμενή αξιολόγηση για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα πρόσβασης της χώρας στις αγορές με βιώσιμο επιτόκιο, όπως λέει στο Liberal ο πρώην υπουργός Οικονομικών και στέλεχος του Κινήματος Αλλαγής, Φίλιππος Σαχινίδης.
Και επισημαίνει ότι η ειρωνεία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, "θα είναι να δούμε όλους τους συνομωσιολόγους των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και "διώκτες" του ΔΝΤ, να το καλούν να παραμείνει, αμέσως μόλις διαισθανθούν ότι η Ελλάδα χάνει τον μόνο σύμμαχο που έχει στο ζήτημα του χρέους". Σχετικά με την κουβέντα για τη προληπτική γραμμή στήριξης, εκτιμά ότι η προσφυγή σε αυτήν θα εξαρτηθεί τελικά από τις αγορές το επόμενο διάστημα, υπονοώντας ότι αν τα επιτόκια συνεχίσουν να ανεβαίνουν, τότε θα υποχρεωθεί να τη ζητήσει η ίδια η κυβέρνηση.
"Ο,τι κάνεις, το βρίσκεις μπροστά σου", λέει σε άλλο σημείο, σχολιάζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σε ζητήματα, όπως το μέλλον της ΔΕΗ ή τα διόδια στην Εγνατία, βρίσκεται αντιμέτωπος με αυτά που υποστήριζε μέχρι πρόσφατα, ακόμη και μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Τρεις στους τέσσερις θεσμούς προκρίνουν την ένταξη της χώρας σε προληπτική γραμμή στήριξης. Τι βλέπουν οι θεσμοί αυτοί; Στην ουσία ασκούν πιέσεις στη κυβέρνηση να επανεξετάσει τη στάση της στο συγκεκριμένο θέμα;
Οι συζητήσεις για τη μελλοντική πορεία της χώρας γίνονται σε μια στιγμή που τα σύννεφα πάνω από την παγκόσμια οικονομία πυκνώνουν, η πολιτική αστάθεια διεθνώς ενισχύεται και οι αβεβαιότητες αυξάνονται.
Οι αποφάσεις για την ελάφρυνση του χρέους δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη. Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και η αξιολόγηση του ως προς την βιωσιμότητα του χρέους δεν έχουν ξεκαθαρίσει. Επιπρόσθετα, οι θεσμοί ανησυχούν για τις συνέπειες από τις εκλογικές αναμετρήσεις που έχουμε μπροστά μας στην Ελλάδα.
Οι καθυστερήσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην υλοποίηση των μεγάλων αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα και η οικονομία καθώς και στα προαπαιτούμενα της τέταρτης αξιολόγησης ενισχύουν την πολιτική αβεβαιότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα σε ζητήματα, όπως το μέλλον της ΔΕΗ ή τα διόδια στην Εγνατία, βρίσκεται αντιμέτωπος με αυτά που υποστήριζε μέχρι πρόσφατα ακόμη και μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Παρέβλεψαν αυτό που λέει ο λαός πως "ό,τι κάνει η γίδα στο πουρνάρι, το βρίσκει στο τομάρι", δηλαδή "ό,τι κάνεις, το βρίσκεις μπροστά σου".
Η αβεβαιότητα ενισχύεται από τις δηλώσεις των υπουργών της κυβέρνησης για τις επιλογές της μετά τη λήξη του Τρίτου Μνημονίου. Έτσι, τα επιτόκια στα ελληνικά ομόλογα δεν έχουν μειωθεί αρκετά και εμποδίζουν την προανακοινωθείσα έξοδο στις αγορές για τη άντληση κεφαλαίων προς ενίσχυση του ταμείου αποθεματικών.
Το αν τελικά η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να ζητήσει προληπτική γραμμή θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες στις αγορές το επόμενο διάστημα αλλά και τη θέση της Γερμανίας ως προς το ζήτημα αυτό.
- Τι δείχνει ωστόσο ότι ο κ. Τσακαλώτος παίρνει ολοένα και πιο σαφείς αποστάσεις από τη ρητορική περί "καθαρής εξόδου";
Η "καθαρή έξοδος" είναι η νέα πολιτική αφήγηση που προσπαθεί να κτίσει το Μαξίμου για να δημιουργήσει τις νέες διαχωριστικές γραμμές ενόψει των επερχόμενων εκλογών.
Αυτό που θέλει να υποστηρίξει η κυβέρνηση είναι ότι η ίδια θέλει να θέσει ένα τέλος στο καθεστώς της εποπτείας της ελληνικής οικονομίας και να ανακτήσει βαθμούς ελευθερίας προκειμένου να προχωρήσει σε παροχές και να αναστείλει μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει. Κατά την αφήγηση της κυβέρνησης, είναι τα κόμματα της αντιπολίτευσης που θέλουν η Ελλάδα να παραμείνει σε συνθήκες εποπτείας.
Η κυβέρνηση αφελώς νομίζει ότι δημιουργώντας ένα «πλασματικό» αφήγημα «καθαρής» εξόδου δημιουργεί και ένα «success story», διαφοροποιώντας αυτήν από τους «άλλους».
Προφανώς έχουν σβήσει από τη μνήμη τους ότι έχουν προνομοθετήσει δημοσιονομικά μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ για δυο χρονιές μετά τη λήξη του μνημονίου και έχουν δεσμεύσει τη χώρα σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022.
Μετά από 3,5 χρόνια στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ δεν έχουν καταλάβει ότι η ελευθερία στην άσκηση της πολιτικής κατακτιέται με το πέρασμα της οικονομίας σε σταθερούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και με την ενίσχυση της παραγωγικότητας και όχι με «κούφια» λόγια. Δεν κοιτάνε ούτε τι έκαναν χώρες που τις επικαλούνται ως παράδειγμα όπως η Πορτογαλία.
Από την άλλη μεριά ο κ. Τσακαλώτος έχει διαπραγματευτεί τα τελευταία τρία χρόνια με τους δανειστές και έχει κατανοήσει τους υπάρχοντες συσχετισμούς δυνάμεων. Στην προσπάθεια του να συνεισφέρει στην παράταση της θητείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει αναθεωρήσει όσα κάποτε πίστευε και διακήρυσσε ή υιοθετήσει, για τον προαναφερθέντα λόγο, ακόμη και όσα δεν πιστεύει. Έτσι, βρίσκεται πιο κοντά στο να κατανοήσει τη σκληρή αλήθεια για το καθεστώς εποπτείας της μεταμνημονιακής Ελλάδας. Για αυτό επιλέγω κατά προτίμηση να ακούω τις αναθεωρημένες απόψεις του, παρά το γεγονός ότι μας ψέγει τους Λαρισαίους γιατί πίνουμε το τσίπουρο και με γλυκάνισο.
- Πάντως ο κ. Ντρούντι της ΕΚΤ, επιμένει ότι χρειάζεται ένα πρόγραμμα προληπτικού χαρακτήρα, προκειμένου η Φρανκφούρτη να διατηρήσει το waiver για τις τράπεζες, απαραίτητο σε περιόδους μεταβλητότητας στις αγορές. Μήπως τελικά οδεύουμε σε μια λύση που κατ' όνομα μόνο θα διαφέρει από την προβλεπόμενη ECCL, και απλώς η κυβέρνηση ψάχνει τρόπο πως θα την ονομάσει;
Ο κ. Ντρούντι επανέλαβε μια θέση που η ΕΚΤ στο παρελθόν έχει διατυπώσει είτε ευθέως είτε μέσω του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρα.
Απλά καθώς πλησιάζουμε προς την οριστικοποίηση των αποφάσεων για το είδος εποπτείας της Ελλάδας μετά τη λήξη του 3ου Μνημονίου, η ΕΚΤ κάνει πιο ηχηρές παρεμβάσεις για το τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα προκειμένου να έχει μια πιο ασφαλή έξοδο στις αγορές.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Η Ελλάδα δεν θα έχει την ίδια εποπτεία και πορεία που είχαν οι άλλες τρεις χώρες που εξήλθαν των μνημονίων. Κυρίως γιατί εκείνες, δεν είχαν τόσο μεγάλο χρέος όσο η Ελλάδα, ούτε τόσο πολωμένο πολιτικό σύστημα. Στις άλλες χώρες επικράτησε η πολιτική συναίνεση, και με ένα μνημόνιο απέκτησαν πρόσβαση ξανά στις αγορές.
- Είναι αυτό επομένως που εξηγεί ότι οι όροι της “ενισχυμένης εποπτείας” θα είναι όπως φαίνεται τόσο αυστηροί, που δεν θα διαφέρουν στην ουσία από ένα νέο μνημόνιο;
Μετά από οκτώ χρόνια παρουσίας στην Ελλάδα, με τρία μνημόνια, τέσσερις Πρωθυπουργούς και εννέα υπουργούς οικονομικών, οι δανειστές είναι απόλυτα εξοικειωμένοι με τον τρόπο λειτουργίας των θεσμών στην Ελλάδα και τους κινδύνους που μπορεί να ανακύψουν από την σκληρή και ακραία πόλωση που επικρατεί στην ελληνική πολιτική σκηνή.
Αν σε αυτά συνυπολογίσουμε τις αλλαγές που έρχονται στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, κανείς δεν περίμενε ρεαλιστικά ότι η Ελλάδα θα απολάμβανε με απόφαση των δανειστών μια «καθαρή» έξοδο όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Τα ερωτήματα που θέτουμε εμείς ως Κίνημα Αλλαγής είναι: Έχουν γίνει οι αναγκαίες αλλαγές στην Ελλάδα, έχει προετοιμαστεί επαρκώς η οικονομία, έχει μετασχηματιστεί το παραγωγικό πρότυπο ώστε να μπούμε σε πορεία βιώσιμης ανάπτυξης; Σε περίπτωση μιας νέας διεθνούς κρίσης θα είμαστε προστατευμένοι, ώστε να μην πληρώσουμε εκ νέου υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος για να την αντιμετωπίσουμε;
Η απάντηση είναι ότι παρά τις μεγάλες αλλαγές που δρομολογήθηκαν από το 2010 και μετά, έχουμε δρόμο ακόμη μπροστά μας. Και η προληπτική γραμμή δεν αρκεί να διασφαλίσει τις σωστές επιλογές που πρέπει να γίνουν ως προς τα ερωτήματα αυτά. Επιπρόσθετα δεν πρέπει να υποβαθμίζουμε το γεγονός ότι έχουμε μια κυβέρνηση που για λόγους ιδεοληπτικούς και επειδή προτάσσει το κομματικό συμφέρον πάνω από το εθνικό, δεν πρόκειται να προχωρήσει τις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα.
- Είναι πάντως όλο και πιο συχνές οι αναφορές ότι το Βερολίνο, σε αντίθεση με το ΔΝΤ που αξιώνει ένα αυτόματο μηχανισμό ενεργοποίησης των όποιων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, προτείνει αντίθετα ότι κάθε φορά που δεν θα προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις ή δεν θα επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, να μπαίνει αυτόματα φρένο στις ελαφρύνσεις. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό στη πράξη;
Τόσο η ΕΚΤ όσο και το ΔΝΤ υπερασπίζονται δημόσια την άποψη ότι οι όποιες ελαφρύνσεις για το χρέος πρέπει να δοθούν άμεσα τον Αύγουστο του 2018 και χωρίς όρους για να είναι αξιόπιστες και να επηρεάσουν έτσι θετικά τις αγορές.
Δεν ξέρω πόσο κρίσιμο είναι το ζήτημα αυτό για το ΔΝΤ, αλλά από τη στάση του τα τελευταία χρόνια, κρίνω ότι θα επιμείνει να δοθούν οι ελαφρύνσεις χωρίς όρους. Αν τελικά επιβληθούν όροι που θα συνοδεύουν τα μέτρα ελάφρυνσης τότε είναι πιθανό οι αγορές να υποεκτιμήσουν τη σημασία τους στην διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους και να καταστεί δυσκολότερη η έξοδος στις αγορές.
- Ζούμε πάντως μια κατάσταση που έχουμε ξαναζήσει, γύρω από το αν το ΔΝΤ παραμείνει ή αποχωρήσει από το πρόγραμμα. Τι πιστεύετε ότι θα συμβεί τελικά;
Αν το ΔΝΤ θεωρήσει καθοριστικό να δοθούν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους χωρίς όρους, και αυτό δεν συμβεί γιατί η Γερμανική κυβέρνηση θα επιλέξει να εξασφαλίσει στο Γερμανικό κοινοβούλιο, στήριξη για τα μέτρα ελάφρυνσης, τότε το ΔΝΤ ίσως αποχωρήσει από το πρόγραμμα. Επομένως η Γερμανία θα διώξει το ΔΝΤ από την Ελλάδα παρά το γεγονός ότι αυτή το έφερε στο πρώτο πρόγραμμα. Σε αυτό το ενδεχόμενο, η ειρωνεία θα είναι να δούμε όλους τους συνομωσιολόγους των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και "διώκτες" του ΔΝΤ, να το καλούν να παραμείνει, μόλις διαισθανθούν ότι η Ελλάδα χάνει τον μόνο σύμμαχο που έχει στο ζήτημα του χρέους.
- Στη περίπτωση, που επαληθευτούν τα παραπάνω σενάρια, τι μήνυμα θα στείλουν για την Ελλάδα στις αγορές, στον τρόπο που εκείνες αποτιμούν τα ελληνικά ομόλογα, και στη δυνατότητά της χώρας να σταθεί στα πόδια της μετά τον Αύγουστο;
Σε αυτή την περίπτωση το ΔΝΤ μπορεί να προχωρήσει σε μια δυσμενή αξιολόγηση για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους με ότι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα της χώρας να συνεχίσει να δανείζεται με ασφάλεια και σε αποδεκτά επιτόκια από τις αγορές.
Αυτό που το Κίνημα Αλλαγής επισημαίνει είναι ότι αν η χώρα δεν προετοιμαστεί κατάλληλα ώστε να εισέλθει σε μια πορεία ψηλής ανάπτυξης και να αυξηθεί η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, τότε αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να ξαναβρεθεί μετά από κάποια χρόνια στη θέση να ζητήσει νέο πρόγραμμα.
Η χώρα δεν θα ξεφύγει από τον πιθανό μελλοντικό κίνδυνο απώλειας πρόσβασης στις αγορές αν το πελατειακό κράτος που προσπαθεί να οικοδομήσει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές αντικατασταθεί από το πελατειακό κράτος της ΝΔ. Δείτε τι έγινε στην Αργεντινή.
Για αυτό επιβάλλεται μετά τις εκλογές να πάμε σε ευρύτερες εθνικές συνεννοήσεις για αλλαγές σε Σύνταγμα και θεσμούς ώστε να αποκτήσουμε ανοικτούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς.
Με ταυτόχρονη κατάργηση των εμποδίων που καθυστερούν τον μετασχηματισμό της οικονομίας σε πιο εξωστρεφή. Με επενδύσεις στην παιδεία την έρευνα και την καινοτομία. Έτσι, μόνο θα διασφαλίσουμε την οριστική και ασφαλή υπέρβαση της κρίσης και θα ενισχύσουμε στη συνείδηση των πολιτών την αξιοπιστία της πολιτικής.
Φωτογραφία: Intimenews