Του Δημήτρη Καμπουράκη
Όλοι όσοι μπήκατε στο στόχαστρο με την υπόθεση Novartis, κυρίως στα πρόσωπα αναφέρομαι και λιγότερο στα κόμματα, αν σας ενδιαφέρει η άποψη που θα διαμορφώσουν οι πολίτες για την πάρτη σας και όχι μόνο η τυπική απαλλαγή σας απ' τις κατηγορίες, καλά θα κάνετε ν' αφήσετε κατά μέρος τα δικονομικά και τα δικηγορίστικα. Αυτά είναι για τους χασοδίκες και τους σχολαστικούς, δεν είναι για όσους αξιώθηκαν να μπουν στο Κοινοβούλιο εκλεγμένοι απ' τον ελληνικό λαό. Κι όποιος εκλεγμένος βγαίνει φάτσα-φόρα στην τηλεόραση για να πείσει αυτόν που τον ψήφισε ότι δεν είναι κλέφτης, (αλλά ότι αντιθέτως έχει πέσει θύμα μιας φρικαλέας σκευωρίας), δεν ξεκινά την επιχειρηματολογία του με την γνωμάτευση που δεν έκανε ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου για τους προστατευόμενους μάρτυρες. Σκασίλα του (μην πω τίποτα χειρότερο) του αγρότη απ' τα Γιάννενα ή του άνεργου από τον Ασπρόπυργο, για την γνωμάτευση που λείπει απ' τον φάκελο. Ούτε έχει ακουστά ποιος είναι ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ούτε ξέρει τι διάολο δουλειά κάνει.
Αφήστε ήσυχα τα «αυτεπαγγέλτως» , τα «συνελόντι ειπείν» και τα «αμελλητί», δεν ξέρει ο κοσμάκης από κάτι τέτοια. Σταματήστε να εγκαλείτε την Τουλουπάκη και την κάθε Τουλουπάκη, για το αν συνάντησε ή δεν συνάντησε τον Τζανακόπουλο, για το αν τυπικά επιτρεπόταν ή δεν επιτρεπόταν να στείλει ερώτημα στο FBI, για το αν τήρησε ή δεν τήρησε την τάδε νομική υποπερίπτωση του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Για τους τηλεθεατές του επαρχιακού καφενείου, αυτά δεν είναι μόνο αστεία και ακαταλαβίστικα, είναι και ύποπτα. Όταν κατηγορείσαι κυνικά για κλέφτης που σούφρωνε βαλίτσες γεμάτες «μωβ» κι εσύ απαντάς με το εδάφιο 3 της υποπραγράφου 5 του νόμου 0001/37 που κατά την ερμηνεία σου παραβιάστηκε, έχεις χάσει, μεγάλε.
Όταν ο Παπαγγελόπουλος βάζει φωτιά στην πεινασμένη λαϊκή φαντασία με το καίριο «είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους», δεν μπορείς εσύ να του ανταπαντάς με το σαχλό «σε καταγγέλλω, διότι αυτό αποδεικνύει ότι διάβασες την δικογραφία ενώ απαγορευόταν».
Είναι αυτή απόκριση που θα πείσει τον ταξιτζή απ' το Περιστέρι ή τον σουβλατζή απ' την Λέσβο ότι εσύ δεν είσαι ο μέγιστος απατεώνας από συστάσεως του ελληνικού κράτους; Διότι αυτό υπονόησε ο Παπαγγελόπουλος, αν δεν το κατάλαβες. Τέτοιου είδους δικολαβικά ψελλίσματα θα πείσουν τον κοσμάκη ότι δεν είσαι εσύ ο βασικός υπαίτιος για την φτώχεια και την κακομοιριά του; Και μην ξανακούσω ούτε γι αστείο την φράση ''τα αδικήματα είναι παραγεγραμμένα''. Είναι σαν να αμολάς μια ροχάλα στη μούρη του ανθρωπάκου, οπότε αυτός θα σου γυρίσει μια μπουνιά που θα σου κάνει τα μούτρα κρέας.
Μίλα λαϊκά ρε. Δεν λέω να εγκαταλείψεις δια παντός τα νομικά σου όπλα, όμως αυτά είναι για τα δικαστήρια, αν φτάσει η υπόθεση ως εκεί. Τώρα μιλάς στον κόσμο, στην φτωχολογιά, στους ταλαιπωρημένους, στους –δικαίως ή αδίκως- υποψιασμένους. Δεν παίζεται μόνο η πολιτική σου καριέρα, παίζεται η υπόληψη σου, η ανθρώπινη υπόσταση σου, η περηφάνια των παιδιών σου, η ελευθερία σου να κυκλοφορείς στον δρόμο και να μην σε βρίζουν, το αν θα σου μιλούν οι φίλοι σου ή θα σε αποφεύγουν. Παίζεται το αν θα σε μαρκάρουν στο κούτελο με μια ανεξίτηλη σφραγίδα που θα γράφει ''απατεώνας'' ή αν θα κυκλοφορείς με καθαρό μέτωπο. Σύνελθε, το λοιπόν.
Μίλα στην ψυχή του κόσμου, με την γλώσσα του. Ξέχασε τα δικολαβίστικα τερτίπια. Πείσε τον ότι δεν είσαι κλέφτης. Πολέμησε να σου αναγνωρίσει ο απλός άνθρωπος το τεκμήριο της αθωότητας, μέχρι να αποφανθεί και η δικαιοσύνη. Ξέρω ότι δεν μπορείς να τους πείσεις όλους, όμως υπάρχει μια κρίσιμη μάζα έτοιμη να σ' ακούσει. Αλλά για να σ' ακούσει, πρέπει να καταλαβαίνει τι λες και να είναι βέβαιη ότι μιλάς με ειλικρίνεια, όχι να ψυλλιάζεται ότι φτιάχνεις ένα τείχος από λόγια για να κρυφτείς από πίσω. Με ρωτάς τι να πεις στον κόσμο… Πάντως όχι την παράγραφο 4 του νόμου 1004, ούτε το εδάφιο 6, υποπαράγραφο 7 του κανονισμού της Βουλής, εντάξει;
Εσύ είσαι ο βουλευτής, όχι εγώ. Πως διάολο πήρες 5.000 και 10.000 σταυρούς; Τι τους είπες τότε; Πως τους μίλησες; Πως τους έπεισες ότι είσαι άξιος να τους εκπροσωπήσεις; Με το ''σεις'' και με το ''σας'', με το “ω αγαπητέ'' ή με την παράγραφο 3074β του κώδικα ποινικής δικονομίας; Στο κάτω-κάτω, δεν σε ψήφισαν μόνο δικηγόροι και ακαδημαϊκοί, τα πιο πολλά σταυρουλάκια από τα καφενεία κι απ' τα χωριά τα μάζεψες. Ξέχασες άξαφνα να τους απευθύνεις τον λόγο, λησμόνησες πως μιλούν στα καφενεία απλά, ωραία, κατανοητά και ντόμπρα, όχι σαν αναγνώστης της Νομικής Επιθεώρησης; Έλα σε παρακαλώ. Κι είσαι και της λαϊκής Δεξιάς ή του Κέντρου της φτωχολογιάς, τρομάρα σου…
Καλά, δεν έχεις καταλάβει ακόμα ότι αυτοί που σε κοιτάζουν στο καφενείο ή στο σπίτι να μιλάς στην πρωινή εκπομπή, είναι ήδη τρία κομμάτια; Το ένα λέει «του την στήσανε οι άτιμοι οι ΣΥΡΙΖΑίοι». Το δεύτερο λέει «τ' άρπαξε κανονικά ο απατεώνας, χώστε τον τώρα μέσα». Αυτοί οι δυο δεν θ' αλλάξουν ό,τι κι αν γίνει.
Υπάρχει όμως κι ένα τρίτο κρίσιμο κομμάτι, που σε κοιτάζει αμίλητο και σε ψάχνει βαθιά μέσα του. Πιο πολύ σε βλέπει, παρά σ' ακούει. Αναρωτιέται, ψυχολογεί, συγκρίνει, αναζητά, σε περνά από μαγνητική τομογραφία. Ξέρεις τι θέλει αυτό το κομμάτι του κόσμου. Να πεισθεί όχι για τα στοιχεία σου (έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να τα κρίνει), αλλά να πεισθεί για την ειλικρίνεια σου, για την αληθινή οργή σου, να πεισθεί ότι πραγματικά νιώθεις την καταρράκωση που περιγράφεις.
Μίλα του λοιπόν ειλικρινά, αν μπορείς, αν είσαι ικανός. Απλά, λαϊκά, από καρδιάς, επί της ουσίας, δίχως περιστροφές, χωρίς τσιριτσάντζουλες, δίχως νομικίστικα κολπάκια και δίχως υποκρισίες. Μόνο εσύ ξέρεις με ποια επιχειρήματα θα κάνεις τον μέσο άνθρωπο να σε κοιτάξει, όχι με την συμπάθεια του δεδηλωμένου οπαδού ούτε με την μανία του ανθρωποφάγου εχθρού, αλλά με την αντικειμενικότητα του χειρούργου. Αυτό θέλεις στην παρούσα φάση. Αν μπορείς να το κάνεις, διατηρείς τις ελπίδες σου. Αν δεν μπορείς, λυπάμαι, έχασες. Θα σε λιώσουν. Κι αν είσαι κλέφτης, μιζαδόρος και απατεώνας, πολύ καλά θα σου κάνουν να σε τσαλαπατήσουν. Αν όμως είσαι αθώος, έντιμος και καθαρός, τότε μάγκα μου την πάτησες διπλά και τρίδιπλα. Γκέγκε;