Του Μιχάλη Γ. Τριανταφυλλίδη
Αξημέρωτα ακόμα, ότι καιρό να έκανε, ο παππούς, άναβε τη σόμπα στην κουζίνα και φυσικά με ξυπνούσε, γιατί στο ντιβάνι εκεί κοιμόμουν.
Είχε αρχίσει ήδη το ζύμωμα…
Μια ιεροτελεστία, που όσο ζω θα τη θυμάμαι. Ο παππούς ο Γληγόρης, Σουρμενέτες, από πολύτεκνη οικογένεια, έφυγε νωρίς από το χωριό και πέρασε απέναντι στο Βατούμι… Μετανάστευσε δηλαδή… Καταρχάς γιατί χρειάζονταν να δουλέψει και να στείλει πίσω στην οικογένεια παράδες.
Δεν είμαι σίγουρος, ότι Γληγόρης έφυγε, για να μην πάει στον τούρκικο στρατό, όπως πάρα πολλά παλικάρια, από τον Πόντο, τη εποχή εκείνη. Έφυγε για το Βατούμι, όπου είχε κάτι θειούς και μετά πέρασε στην Οντέσσα.
Το 1883 γεννηθείς, με το που πήγε έπιασε δουλειά, γιατί ήταν καλός αρτεργάτης, έτοιμος. Εξάλλου οι Σουρμενέτες (οι εκ Σουρμένων ορμώμενοι) ήταν πολύ υψηλού επιπέδου αρτεργάτες, αρτοποιοί, πολύ περισσότερο δε από ότι κατ΄ευφημισμόν έλεγαν, περί τους Ηπειρώτες.
Και εικάζω, πως δεν ήταν ο στρατός, ο λόγος του αποχωρισμού από την πατρίδα, λόγω του ότι, μετά από κάποια χρόνια δουλειάς, το΄18 ο παππούς, έπιασε δουλειά στον Κόκκινο Στρατό και έμεινε αρκετά, ακολουθώντας τον στα γεγονότα της εποχής.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο Metarithmisi.gr.