Tης Έφης Μπάσδρα
Τυπικά και στα χαρτιά, είμαστε πλέον εκτός μνημονίων. Ουσιαστικά όμως βρισκόμαστε ενώπιος ενωπίω με το σκληρό πρόσωπο των αγορών, τα υψηλά επιτόκια, και υπό επίβλεψη και ισχυρή επιτροπεία μέχρι το 2022, κάτι δηλαδή σαν τέταρτο μνημόνιο. Συνθήκες ασφυκτικές που δεν προοιωνίζουν ανάπτυξη και πρόοδο και συνεχίζουν να διώχνουν χιλιάδες νέους στο εξωτερικό.
Και αντί στο τέλος μιας περιόδου μεγάλης δοκιμασίας για όλους τους Έλληνες, έστω και στα χαρτιά, ο Αλέξης Τσίπρας να κηρύξει σε πανστρατιά ικανών και άξιων ατόμων και σε γενικευμένη προσπάθεια για ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της χώρας, εκείνος και την ύστατη αυτή στιγμή επιμένει διχαστικά. Το μόνο που άλλαξε, το σύνθημα. Το «ή εμείς ή αυτοί», έγινε «ή ο Οδυσσέας ή οι μνηστήρες» και το «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» έγινε επιλογή στο είδος του βέλους που θα χρησιμοποιηθεί για την εξόντωση του αντιπάλου, κάτι δηλαδή ανάμεσα σε ανύπαρκτα σκάνδαλα ή ψέμματα και συκοφαντίες.
Έτσι όμως το έργο δεν βγαίνει και πολύ γρήγορα θα αποτυπωθεί και στις μετρήσεις. Γιατί το μίσος και τον διαρκή διχασμό που σπέρνεται καθημερινά από το 2012 όταν πρωτοακούστηκε ο ανατριχιαστικός αυτός διαχωρισμός, δεν τον αντέχει πλέον κανείς. Είναι απολύτως τοξικός για την κοινωνία, δεν μας πάει παραπέρα, έχει απογοητεύσει και κουράσει πολύ. Δείτε τα ευρήματα σοβαρών ερευνών!
Σήμερα αυτό που έχει ανάγκη η κοινωνία είναι ο παραγωγικός λόγος και η κατάθεση προτάσεων που θα μπορέσουν να βάλουν κάποιο φρένο στην αφαίμαξη του ανθρώπινου δυναμικού που συνεχίζει με μεγάλους ρυθμούς λόγω της μετανάστευσης και του εκπατρισμού χιλιάδων νέων Ελλήνων. Η αλήθεια είναι ότι παρά τις όποιες θετικές προτάσεις θα είχε να καταθέσει κάποιος, η επιστροφή όσων έχουν ήδη φύγει και ξεκινήσει καριέρα και ζωή έξω είναι μάλλον αδύνατη.
Επιπλέον, η δογματική λογική των κυβερνώντων αποτελεί ένα ακόμη ανυπέρβλητο φρένο. Ελπίδα αποτελεί το γεγονός ότι οι νεομετανάστες μας αποτελούν εν δυνάμει παραγωγικό κομμάτι της ελληνικής διασποράς που θα μπορούσε να συμβάλει τα μέγιστα στην εκ νέου ανασυγκρότηση της χώρας χτίζοντας γέφυρες και συνεργασίες με την μητέρα πατρίδα.
Ας επικεντρωθούμε όμως στους νέους που φοιτούν σήμερα στα ελληνικά πανεπιστήμια και ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να κρατήσουμε εδώ όσους περισσότερους μπορούμε, στηρίζοντάς τους ουσιαστικά και όχι επιδοματικά.
Το 2014 είχε ξεκινήσει ένα πρόγραμμα υποτροφιών μεταπτυχιακών σπουδών σε σύνδεση με ελληνικές επιχειρήσεις και ένταξη των υποτρόφων στην αγορά εργασίας: οι υπότροφοι του προγράμματος φοιτούν σε μεταπτυχιακά προγράμματα σε ελληνικά πανεπιστήμια ενώ παράλληλα κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού τους ασκούνται καθημερινά ως πρακτικάριοι σε επιχειρήσεις με αντικείμενο συναφές με αυτό των μεταπτυχιακών τους σπουδών.
Η υποτροφία καλύπτει τα κόστη των διδάκτρων και μηνιαία τροφεία ενώ οι επιχειρήσεις αναλαμβάνουν το κόστος των ασφαλιστικών εισφορών, που έτσι και αλλιώς είναι μειωμένο αφού η πρακτική άσκηση αφορά υποτρόφους φοιτητές που καλύπτονται και από το πανεπιστήμιο στο οποίο φοιτούν. Μετά το πέρας των μεταπτυχιακών σπουδών οι επιχειρήσεις έχουν την υποχρέωση να προσλάβουν τους υποτρόφους για δύο χρόνια πλήρους απασχόλησης ανοίγοντας έτσι την πόρτα και εισάγοντας τους υποτρόφους στη αγορά εργασίας.
Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε πιλοτικά με μεγάλη επιτυχία και βραβεύτηκε πολλάκις με ελληνικά και διεθνή βραβεία αναφορικά με το ανθρώπινο δυναμικό. Έτυχε δε επαίνων της Ε.Ε. και θα συνεχιζόταν με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ αν η ιδεοληψία και οι στενοί ορίζοντες των κυβερνώντων δεν το καταργούσαν.
Στη λογική αυτή της σύνδεσης με την αγορά εργασίας θα πρέπει πλέον να εναρμονιστούν σχεδόν όλες οι μεταπτυχιακές υποτροφίες καθώς και αυτές για τη λήψη διδακτορικού. Λύσεις και σχεδιασμός υπάρχουν και για τα ανθρωπιστικά γνωστικά αντικείμενα καθώς είναι εφικτός ακόμη και ο εμπλουτισμός του δημοσίου από νέους με όρεξη και κέφι.
Στον διχασμό και το μίσος, στην ιδεοληψία και τις εμμονές απαντούμε με προτάσεις, φρέσκες ιδέες και κυρίως σκεφτόμαστε έξω από το ασφυκτικό κουτί της λογικής του ΣΥΡΙΖΑ!