Της Νιόβης Παυλίδου*
Σε καμιά δημοκρατική χώρα δεν υπάρχει θεσμοθετημένη η απαγόρευση λειτουργίας «μη κρατικών ΑΕΙ». Είμαστε μοναδικοί! Έξυπνοι, διορατικοί ή βαθιά ιδεοληπτικοί;
Η επιλογή του τρόπου απόκτησης γνώσεων αποτελεί βασικό δημοκρατικό δικαίωμα του πολίτη, αρκεί το περιεχόμενο της εκπαίδευσης να μην παραβιάζει δημοκρατικές αρχές. Υπάρχουν θεσμοθετημένες σχετικές ευρωπαϊκές ρυθμίσεις. Διότι, εξ ορισμού η δημοκρατία είναι συνδεδεμένη με την δυνατότητα επιλογών. Πώς λοιπόν στερούμε από τον πολίτη μας εναλλακτικές επιλογές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τον υποχρεώνουμε, με το άρθρο 16 του συντάγματος, σε ένα «ολοκληρωτικό» μονόδρομο χωρίς διαφυγή; Κυρίως τον οικονομικά αδύναμο πολίτη, με την λιγότερη πληροφόρηση και τις ελάχιστες οικογενειακές αντοχές. Και πώς κλείνουμε, χωρίς ενοχές, τα μάτια στους πακτωλούς χρημάτων που κατευθύνονται σε μη κρατικά και ιδιωτικά ιδρύματα του εξωτερικού; Αφού τα πτυχία τους τα αναγνωρίζουμε. Γιατί επιμένουμε στη χώρα μας σε μια στρατηγική ανεύθυνη και υποκριτική;
Στη χώρα μας έχουμε ταυτίσει το «δημόσιο» με το «κρατικό». Δημόσιο αγαθό είναι ό,τι αφορά το σύνολο των πολιτών και λογικά υπόκειται σε κανόνες αυστηρής εποπτείας, με αντίστοιχες ποινές. Η παιδεία, ναι, είναι «δημόσιο αγαθό». Είναι όμως παντελώς αδιάφορο αν παρέχεται από το κράτος ή από άλλο φορέα. Αυτό που προέχει είναι το θεσμικό πλαίσιο και ο έλεγχος. Αν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες διαδικασίες, δεν υπάρχει εγγύηση ποιότητας, δεν υπάρχει προοπτική αναπτυξιακή.
Το άρθρο 16 δεν ωφελεί το δημόσιο πανεπιστήμιο. Από «δημόσιο» το κάνει τελείως «κρατικό». Δεν βοηθά στην τόνωση της ακαδημαϊκής δημιουργικότητας, το ωθεί σε εφησυχασμό κάτω από τον ισχυρό κρατικό προστατευτισμό. Έτσι η χώρα στερείται μια «ανήσυχη» κοινωνική ομάδα, μια «πνευματική ελίτ», που ρόλος της είναι να αφουγκράζεται ακούραστα τις αλλαγές που φέρνει η διεθνής πρόοδος και να σπρώχνει την κοινωνία στις απαραίτητες προσαρμογές. Με την σιγουριά της κρατικής αγκάλης, η ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα κινδυνεύει να εγκλωβιστεί πλήρως σε κλασικές συνδικαλιστικές πρακτικές στείρου βιοπορισμού.
Αντίστοιχα και οι πτυχιούχοι μας προσβλέπουν σε μια θέση στον κρατικό μηχανισμό. Το κράτος εκπαιδεύει, το κράτος προσλαμβάνει! Αμελώντας την ποιότητα της εκπαίδευσης στόχος γίνεται ο πληθωρισμός πτυχίων, «τυπικών προσόντων». Σε μια διεθνή οικονομία που απαιτεί όλο και πιο πιστοποιημένες γνώσεις και δεξιότητες εμείς προτάσσουμε φακέλους με αναρίθμητους πανομοιότυπους «τίτλους σπουδών». Αυτή η πρακτική δεν πάει μακριά, φθάσαμε στο τέλος πολύ οδυνηρά.
Το άρθρο 16 δεν έρχεται μόνο του στα ΑΕΙ. Φέρνει ένα φλύαρο και συγκρουόμενο νομοθετικό πλαίσιο, με αβάσταχτη γραφειοκρατία τη στιγμή που η διεθνής ακαδημαϊκή κοινότητα κινείται με ταχύτατους ρυθμούς μέσα σε ελάχιστο, ευέλικτο πλαίσιο λειτουργιών. Φαντάζει αδύνατη η εναρμόνιση μας με τον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο. Οποιαδήποτε μεταρρύθμιση στη χώρα μας καρκινοβατεί. Ο κίνδυνος μιας πιθανής αντισυνταγματικότητας πνίγει κάθε τολμηρή προσπάθεια εκσυγχρονισμού! Η πολυτυπία, η πολυμορφία ιδρυμάτων είναι αδύνατη. Η αδυναμία αποδέσμευσης από την ελληνική γλώσσα φαντάζει αδιανόητη. Η αδυναμία αλλαγής του τρόπου διοίκησης των ιδρυμάτων, ώστε να τονωθεί η εξωστρέφεια και η ουσιαστική αξιολόγηση των διαδικασιών, γίνεται απελπιστική. Στην εκπαίδευση δεν δεχόμαστε το «διαφορετικό». Όλα ισοπεδωμένα κάτω από τον σφικτό έλεγχο του υπουργείου. Γιατί να επιλέξει ένας ξένος να σπουδάσει στα ελληνικά ΑΕΙ;
Να αλλάξουμε αποφασιστικά το θεσμικό πλαίσιο των ιδρυμάτων μας.
Αρχίζοντας από το άρθρο 16, που δεν έχει χώρο στη νέα εποχή. Ένα ευέλικτο και εναρμονισμένο με ευρωπαϊκές οδηγίες πλαίσιο είναι κάτι παραπάνω από επιτακτικό. Όχι γιατί τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα φέρουν από μόνα τους κάποια σωτήρια αλλαγή. Αλλά επειδή μας νοιάζει να ανασάνει το δημόσιο πανεπιστήμιο, επειδή μας νοιάζει η ποιότητα της παιδείας μας ως δημόσιου αγαθού.
*Η κ. Νιόβη Παυλίδου είναι Καθηγήτρια ΑΠΘ.