Του Σάκη Μουμτζή
Είναι εμφανές πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να μετατοπίσει τον άξονα της αντιπαράθεσης από το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, στο αντιδεξιό. Τα μέτωπα εκφράζουν κάθε ιστορική περίοδο τις κυρίαρχες αντιθέσεις και τις πολιτικές συμμαχίες που πηγάζουν από αυτές τις αντιθέσεις. Αλλά πρωταρχικά εκφράζουν την πολιτική δύναμη που ηγεμονεύει και επιβάλλει τις διακυβεύσεις της στο πολιτικό σκηνικό.
Στην δεκαετία του 70 η ανανεωτική αριστερά του Μπ. Δρακόπουλου, του Λ.Κύρκου, του Η. Ηλιού απευθυνόμενη στο εθνικό ακροατήριο υποστήριζε πως τότε το κυρίαρχο ζήτημα της πατρίδας μας ήταν η εγκαθίδρυση και η στερέωση της δημοκρατίας μας και η απομόνωση των νοσταλγών της χούντας. Γι΄αυτό και είχε επεξεργασθεί την πολιτική γραμμή της αντιδικτατορικής ενότητας—μια πλατιά συμμαχία-- μέσα στην οποία χωρούσε και η συνταγματική Δεξιά.
Από την άλλη πλευρά, ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ επειδή ερμήνευαν την Μεταπολίτευση απλουστευτικά, αντιμετωπίζοντας την σαν αλλαγή φρουράς, πρότειναν την αντι-ιμπεριαλιστική, αντι-μονοπωλιακή ενότητα, στενεύοντας έτσι το εύρος των συμμαχιών.
Η ζωή δικαίωσε την ανανεωτική Αριστερά αλλά οι ψηφοφόροι της Αριστεράς δικαίωσαν το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ.
Σήμερα, η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ για να σπάσει την πολιτική απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει, ανακάλυψε αίφνης την ακροδεξιά στροφή της Νέας Δημοκρατίας. Ετσι, προσπαθεί να συγκροτήσει ένα αντιδεξιό μέτωπο στο οποίο να συμπεριλαμβάνεται και η Κεντροαριστερά. Η κυρία Φ. Γεννηματά και όλο το στελεχικό δυναμικό του ΚΙΝ.ΑΛ., απέρριψε εμπράκτως αυτήν την συνεργασία, αφήνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο του μαζί με τους γνωστούς «πρόθυμους.» Το αδιέξοδο για τον Α. Τσίπρα είναι εμφανές, καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμες εφεδρείες.
Αυτή η απελπιστική κατάσταση επιτείνεται, καθώς τα γεγονότα δημιουργούν πρόσθετη φθορά στον ΣΥΡΙΖΑ και έτσι στενεύει ο κατάλογος των «προθύμων». Στους γνωστούς και μη εξαιρετέους θα προστεθούν πιθανόν και κάποια παλιά, παροπλισμένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που εναγωνίως επιζητούν κάποιον ρόλο στο πολιτικό σκηνικό.
Τα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ από το 2011 ως τις ημέρες μας, φαίνεται πως καθορίζουν τις συμμαχίες και την βασική διακύβευση των επόμενων εκλογών. Αυτή δεν είναι «να μην έρθει η Δεξιά στην εξουσία», αλλά να ηττηθεί στρατηγικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Να μην μπορεί πλέον να επηρεάζει τις εξελίξεις. Γύρω από αυτό το αίτημα στοιχίζεται η πλειοψηφία των πολιτών και των κομμάτων που τους εκπροσωπούν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ακόμα και χρόνο και όπλα για να αντιπαλέψει αυτήν την δυσμενή κατάσταση. Εχει να παίξει το χαρτί του ανασχηματισμού και το χαρτί της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Στην πρώτη περίπτωση θα επιδιώξει την κυβερνητική διεύρυνση με λησμονημένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Βέβαια εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Ποιος σοβαρός πολιτικός θα συμμετείχε σε μια κυβέρνηση που μετά από λίγους μήνες θα ηττηθεί; Για ποιο λόγο να φορτωθεί και αυτός λανθασμένες πολιτικές για τις οποίες δεν ευθύνεται;
Στην δεύτερη περίπτωση, είναι ολοφάνερο πως οι προτάσεις που θα παρουσιάσει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν έναν έντονο αριστερό χαρακτήρα, αποσκοπώντας έτσι να θέσουν το ΚΙΝ.ΑΛ. μπροστά σε διλήμματα που θα προκαλέσουν προβλήματα στην συνοχή του.
Και η Νέα Δημοκρατία τι θα πρέπει να κάνει; Θα πρέπει να παραμείνει μια ήρεμη και αποφασιστική δύναμη, που θα αποπνέει τον αέρα του αδιαμφισβήτητου νικητή. Παράλληλα ο Κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να ορθώσει ισχυρά αναχώματα προς την άκρα Δεξιά, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις διαρροές και να κτίσει γέφυρες προς την Κεντροαριστερά.
Ας αφήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ να πιεί το πικρό ποτήρι της ήττας παρέα με τους «προθύμους».