Του Ανδρεά Ζαμπούκα
Στην πολιτική, οι ισορροπίες δυνάμεων εξαρτώνται πάντα από την μετατόπιση του «φορτίου» της προσωπικότητας ενός ηγέτη, όταν ο ίδιος αποσυρθεί. Όλοι ας πούμε, αναρωτιούνται ποιο θα είναι το μέλλον της Τουρκίας μετά τον Ερντογάν, της Ρωσίας μετά τον Πούτιν και ασφαλώς της Γερμανίας, μετά την Μέρκελ.
Δυστυχώς για την δημοκρατία, όσο πιο χαρισματική είναι η «περσόνα» του ανθρώπου που κυβερνά, τόσο μεγαλύτερο είναι το κενό ανασφάλειας που δημιουργείται, μετά την αποχώρησή του. Όταν μάλιστα η εξουσία του είναι συγκεντρωτική, το επόμενο διάστημα μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό για την κοινωνία που ως τώρα, ενίσχυε με το εκτόπισμά του. Δεν είναι λίγοι αυτοί που βλέπουν την διάλυση της Τουρκίας, στην μετά Ερντογάν εποχή ή την επικράτηση ενός μακροχρόνιου χάους στη Ρωσία μετά τον Πούτιν.
Οι παραπάνω «αυτοκράτορες» βέβαια, δεν μοιάζουν με την Άνγκελα Μέρκελ αλλά και η γερμανική κοινωνία δεν έχει τα χαρακτηριστικά των μεσσιανιστικών χωρών της Ανατολής. Άλλωστε, οι δομές και οι θεσμοί ενός ώριμου δυτικοευρωπαϊκού κράτους δεν εξαρτώνται από την υποκειμενική ερμηνεία που μπορεί να τους αποδίδει ο παντοδύναμος ηγέτης του.
Εκτός των άλλων, ο επόμενος ηγέτης της Γερμανίας δεν θα περιοριστεί στις υποθέσεις της γερμανικής ομοσπονδίας αλλά θα κληθεί να πάρει ιστορικές αποφάσεις για την Ευρώπη. Τα περιθώρια, ομολογουμένως, στενεύουν απελπιστικά, και δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο. Επομένως, μολονότι τώρα θα θέλαμε στο τιμόνι της Γερμανίας τον Χέλμουτ Κολ ή τον Βίλλυ Μπραντ, θα πρέπει να αναλογιστούμε ποιος από τους πιθανούς διεκδικητές της Καγκελαρίας θα ήταν ο καταλληλότερος για μια τέτοια καυτή περίοδο.
Εκτός από την Μέρκελ η οποία φαίνεται να διεκδικεί και τέταρτη θητεία, ο επόμενος υποψήφιος θα ήταν σίγουρα, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Τι θα συνέβαινε όμως σε μια τέτοια περίπτωση, με τον σημερινό ΥΠΟΙΚ της Γερμανίας να ηγείται της μεγαλύτερης δύναμης της Ευρώπης; Το βέβαιο είναι πως κανείς δεν θα μπορούσε να είναι ήσυχος με μια τέτοια εξέλιξη για το μέλλον της Ένωσης.
Το κακό θα έλεγε κάποιος, είναι ότι και οι δύο είναι Γερμανοί! Επειδή όμως, αυτό δεν μπορούμε να το αποφύγουμε, θα πρέπει να δούμε ποιος από τους δύο θα μπορούσε να συνεργαστεί καλύτερα με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους και τι θα ήταν πιο ικανοποιητικό για τα ελληνικά συμφέροντα.
Ο μεν Σόϊμπλε είναι αναμφισβήτητα, η σκληρή συνείδηση της Ευρώπης. Θεωρεί ανέκαθεν ότι η ουσιαστική ευρωπαΐκή ενοποίηση θα μπορέσει να προχωρήσει ταχύτερα ξεφορτώνοντας βαρίδια όπως η Ελλάδα και η Βρετανία. Έχει πλήρη επίγνωση των συνθηκών που θα συνέθεταν ένα πρόγραμμα σύγκλισης των οικονομιών και οπωσδήποτε, γνωρίζει τους κανόνες. Εκείνο όμως, που πάντα, δεν λαμβάνει υπόψη του είναι ποιοι πρέπει να εφαρμόσουν αυτούς τους κανόνες. Συνήθως, αρνείται να κατανοήσει τις ειδικές συνθήκες με τις οποίες αναπτύσσονται οι κοινωνίες του Νότου και βρίσκει καταφύγιο επιβράβευσης στις όμορες χώρες που στηρίζουν την πολιτική της Γερμανίας. Επομένως, πολύ εύκολα, μπορεί να φανταστεί κανείς μια σκληρή γερμανική πολιτική, εν όψει της επιτακτικής ευρωπαϊκής σύγκλισης.
Άρα λοιπόν, το σενάριο που προκύπτει πιο ευνοϊκό και για μας και για την υπόλοιπη Ευρώπη, είναι να συνεχίσει για άλλη μία θητεία η Μέρκελ. Από κει και πέρα, ποιος θα είναι ο νέος ρόλος του Σόιμπλε και ποιος ο χαρακτήρας ενός νέου συνασπισμού στο Βερολίνο αποτελεί το ζητούμενο για την ιστορική έκβαση των επόμενων ευρωπαϊκών χρόνων που αναμένονται συγκλονιστικά. Γιατί άλλο είναι να παίξουν ρόλο στην συγκυβέρνηση οι ενισχυμένοι σοσιαλδημοκράτες και άλλο οι ξενοφοβικοί ακροδεξιοί που θα έχουν σίγουρα, μεγάλα ποσοστά στις επικείμενες εκλογές.
Βέβαια, το πιο αισιόδοξο θα ήταν να εμφανιστεί μία νέα, άφθαρτη και πιο φεντεραλιστική πολιτική μορφή στη γερμανική πολιτική σκηνή, πράγμα που μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται πιθανόν. Επομένως, εκείνο που φαντάζει ως το λιγότερο επικίνδυνο τώρα, είναι μια ανανεωμένη θητεία της σημερινής Καγκελαρίου με ανανέωση προσώπων στην νέα κυβέρνηση. Προσώπων που θα υπολογίσουν ότι η Ευρώπη δεν είναι ούτε γερμανική αυτοκρατορία των βορείων ούτε και ένωση πριγκιπάτων των νοτίων.
Αναμένουμε λοιπόν, με ενδιαφέρον, την αφήγηση της ιστορίας των δύο επόμενων ετών. Είτε για να γυρίσουμε σελίδα με περισσότερη Ευρώπη είτε για να αναζητήσουμε την βαλκανική μας τύχη, ακολουθώντας την αιώνια μοίρα μας, μεταξύ Ανατολής και Δύσης.