Ακούγοντας κανείς όσα ενδιαφέροντα ειπώθηκαν στην ημερίδα για τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής που διοργάνωσαν ο Κύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση και το Konrad Adenauer Stiftung, δεν μπορεί παρά να αισθάνεται θορυβημένος με την απόφαση της κυβέρνησης η Ελλάδα να είναι η πρώτη χώρα που θα σταματήσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον λιγνίτη. Κι αυτό, γιατί όσα πρέπει να γίνουν για να μην καταρρεύσει η περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας είναι πολλά και πρέπει να γίνουν από το ελληνικό κράτος το οποίο δεν εμπνέει.
Σύμφωνα με την έκθεση για τη συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία που έδωσε στη δημοσιότητα το ΙΟΒΕ τον περασμένο Ιούνιο (2018)το ευρύτερο οικονομικό αποτύπωμα της εγχώριας εξόρυξης, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις δραστηριότητες που απαρτίζουν την εξορυκτική βιομηχανία, όσο και την δραστηριότητα της ηλεκτροπαραγωγής με καύση λιγνίτη, προσεγγίζει συνολικά τα €9,3 δισεκ. ετήσιας ακαθάριστης αξίας παραγωγής, με αντίστοιχη επίδραση στο ΑΕΠ άνω των €5,4 δισεκ. (3,1% του ΑΕΠ της χώρας) και με επίδραση στην απασχόληση που προσεγγίζει συνολικά τις 108 χιλ. ΙΠΑ (ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης--2,7% της εγχώριας απασχόλησης). Η ευρύτερη επίδραση της εγχώριας εξόρυξης στα δημόσια έσοδα προσεγγίζει συνολικά τα €1,4 δισεκ., ενώ η εγχώρια εξόρυξη προσφέρει άμεσα κοινωνικό προϊόν ύψους άνω των €3,2 δισεκατομμύρια.
Ενδεικτικά, η ευρύτερη συμβολή της εγχώριας εξόρυξης στην ακαθάριστη αξία παραγωγής στην Δυτική Μακεδονία υπερβαίνει τα €2 δισεκ., ενώ στην Πελοπόννησο φτάνει τα €570 εκατ. Η ευρύτερη επίδραση της εγχώριας εξόρυξης στην απασχόληση στις δύο αυτές περιφέρειες φτάνει τις 21 χιλ. και τις 7 χιλ. ΙΠΑ αντίστοιχα. Οι επιδράσεις αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές, υπό την έννοια ότι η εξόρυξη στηρίζει τις τοπικές οικονομίες σε περιοχές της χώρας που έχουν δεχθεί ιδιαίτερα ισχυρά πλήγματα από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών.
Βλέπουμε λοιπόν το μέγεθος των συνεπειών που θα έχει η απολιγνιτοποίηση στη χώρα μας και αντιλαμβανόμαστε γιατί υπάρχει η ανησυχία. Το θετικό βέβαια είναι ότι και η κυβέρνηση το έχει αντιληφθεί. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης είπε στην ημερίδα ότι «οι πολιτικοί καλούνται να πάρουν δύσκολες αποφάσεις, στοχεύοντας σε ένα θετικό αποτέλεσμα, που θα έρθει σε βάθος χρόνου και όχι κατά τη διάρκεια μιας κυβερνητικής θητείας».
Αισθανόμαστε μεγαλύτερη ασφάλεια όταν οι υπουργοί μιλάνε συγκρατημένα, με περίσκεψη και δεν θριαμβολογούν και μάλιστα προκαταβολικά οπότε χαιρετίζουμε σίγουρα την προσέγγιση του υπουργού ο οποίος μας έδωσε την εντύπωση ότι έχει πλήρη επίγνωση του ζητήματος.
Η κυβέρνηση θα χρειαστεί συμπαράσταση προκειμένου να υλοποιήσει το σχέδιο της απολιγνιτοποίησης. Κι όταν λέμε «συμπαράσταση» αναφερόμαστε στην εποικοδομητική κριτική και όχι στους τυφλούς επαίνους ότι τα κάνει όλα καλά. Στο σχέδιο αυτό δεν θα πρέπει μόνο να υπερβεί τις εγγενείς του δυσκολίες αλλά κι ένα κράτος που δεν έχει μάθει να κινείται στους ρυθμούς και με τον τρόπο που επιβάλλει η κρισιμότητα των περιστάσεων. Η κριτική θα βοηθήσει την κυβέρνηση να δει τα προβλήματα λοιπόν και να τα επιλύει γρήγορα ενώ είναι τυχερή που οι επιχειρηματίες της περιοχής συσπειρώθηκαν και ίδρυσαν ένα «Παρατηρητήριο Απολιγνιτοποίησης» προκειμένου να μην ζήσουν την καταστροφή. Αλλά σε αυτό θα επανέλθουμε.