Γράφουν οι Φωτεινή Αναστασίου, Γιάννης Γιάνναρος και Στέργιος Καλπάκης*
Οι περισσότεροι από 210.000 πολίτες που συμμετείχαν την περασμένη Κυριακή στον πρώτο γύρο των εκλογών για τον επικεφαλής του νέου φορέα της σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής αριστεράς και του προοδευτικού κέντρου έστειλαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα, τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αξιωματική αντιπολίτευση, ότι ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας αναζητά πλέον μια εναλλακτική – προοδευτική πολιτική πρόταση για τα προβλήματα της χώρας. Όμως, η τεράστια συμμετοχή του κόσμου αποτελεί και την εγγύηση για την ενότητα των προοδευτικών δυνάμεων την επόμενη της εκλογικής αναμέτρησης, γιατί κανείς δε θα τολμήσει να αμφισβητήσει την απόφαση ενός τέτοιου εκλογικού σώματος.
Αναμφισβήτητα, οι ενωτικές πρωτοβουλίες που εν τέλει οδήγησαν στην επιτυχημένη εκλογική διαδικασία πιστώνονται εν πολλοίς στην Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, την κα Γεννηματά. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι το 41% των συμμετεχόντων επέλεξε να την τιμήσει με την ψήφο του. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στον πρώτο γύρο, και συγκεκριμένα το 59%, επέλεξε κάποιον άλλο υποψήφιο. Κατά τη γνώμη μας, αυτή η επιλογή της πλειοψηφίας οφείλεται, πρώτον, στο γεγονός ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη υπό την κα Γεννηματά, περισσότερο από δύο χρόνια μετά τη συγκρότησή της, αδυνατεί εμφανώς να ξεκολλήσει από ένα ποσοστό της τάξης του 7%, και δεύτερον, στο γεγονός ότι η απήχηση του εγχειρήματος στις παραγωγικές ηλικίες είναι απογοητευτική. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα δημογραφικά στοιχεία των ψηφοφόρων της Δημοκρατικής Συμπαράταξης αλλά και σε αυτά που δημοσίευσε πρόσφατα η Ανεξάρτητη Επιτροπή Διαδικασιών και Δεοντολογίας, αναφορικά με τους συμμετέχοντες στις εκλογές, για να καταλάβει ότι δεν είναι όλα ρόδινα.
Επειδή, λοιπόν, εμείς, όπως και αρκετοί άλλοι σύντροφοί μας στη ΔΗΜ.ΑΡ., δεν μπορούμε να επαναπαυτούμε σε αισιόδοξες εκτιμήσεις αρκετών για μια σημαντική ενίσχυση του νέου φορέα, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της εκλογικής αναμέτρησης, πιστεύουμε ότι στο δεύτερο γύρο πρέπει να δοθεί απάντηση στο αίτημα της πλειοψηφίας των προοδευτικών πολιτών για αλλαγή πορείας με ανανέωση.
Σε αυτό το αίτημα ανταποκρίνεται η υποψηφιότητα του Νίκου Ανδρουλάκη ο οποίος έθεσε στο επίκεντρο της προεκλογικής του εκστρατείας τα προβλήματα των νέων ανέργων και επιστημόνων, με τολμηρές προτάσεις για το ζήτημα της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών. Με σύγχρονο και κατανοητό λόγο σε ευρύτερα ακροατήρια, με γνώση των ευρωπαϊκών συσχετισμών, με αυτοκριτική για τα λάθη του ΠΑ.Σ.Ο.Κ. και με σαφή οδικό χάρτη προς το ιδρυτικό συνέδριο του νέου φορέα, θεωρούμε ότι είναι ο καταλληλότερος για να ηγηθεί του νέου προοδευτικού κόμματος που ιδρύεται, ώστε αυτό να καταστεί άμεσα ηγεμονική πολιτική δύναμη και όχι συμπλήρωμα του ενός ή του άλλου.
*Μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜ.ΑΡ.