Μας οδηγεί ο φόβος των υπευθύνων;

Εντάξει, όποιος καεί στον χυλό φυσάει και το γιαούρτι. Το θέμα μας όμως είναι, στους κρίσιμους τομείς της δημόσιας ζωή μας να επιλέγονται άνθρωποι που ούτε στον χυλό θα καίγονται (προνοητικοί σα να λέμε), ούτε τα γιαούρτια θα βάζουν στην σειρά και θα τα φυσάνε (καθότι γελοίο). Τι έπαθα και θυμήθηκα τους χυλούς (ξεχασμένο έδεσμα της συγχωρεμένης της γιαγιάς μου) και τα γιαούρτια; Μου τα θύμισε η (αλλοπρόσαλλη και να με συμπαθάτε) απόφαση για καραντίνα όσων μπουν στην χώρα τα Χριστούγεννα.

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Εγώ δεν λέω ούτε να μπει, ούτε να μην μπει κόσμος στην χώρα τα Χριστούγεννα. Ούτε επιδημιολόγος είμαι, ούτε τις καμπύλες της πανδημίας έχω μπροστά μου, αλλά και να τις είχα δεν θα καταλάβαινα πολλά  πράγματα. Δεν είναι η δουλειά μου αυτή, πώς να το πω; Αν η επιτροπή αποφασίσει ότι η χώρα πρέπει να κλείσει στις γιορτές, εγώ θα σκύψω το κεφάλι και θα συμφωνήσω όπως θα έσκυβα το κεφάλι στην απόφαση ενός πιλότου που οδηγεί το αεροπλάνο στο οποίο επιβαίνω, να μας προσγειώσει σε άλλο αεροδρόμιο απ’ αυτό που γράφει το εισιτήριο μου. 

Απλώς θέλω να ακούσω από τα μεγάφωνα του αεροπλάνου τον λόγο αλλαγής του δρομολογίου (ομίχλη, τραμουντάνα, καταιγίδα, τυφώνας, κυκλώνας, σεισμός, λιμός ή καταποντισμός), έτσι για μην νιώσω ότι θα βρεθώ σε άλλη πόλη δίχως να ξέρω το γιατί, έστω και χωρίς πολλές-πολλές εξηγήσεις.. Θα αναρωτηθώ επίσης γιατί η εταιρεία δεν με ενημέρωσε εγκαίρως πριν μπω στο αεροπλάνο ότι υπήρχε ενδεχόμενο αντί για τα Χανιά να διανυκτερεύσω στο Ηράκλειο. Μπορεί να αποφάσιζα να την ακυρώσω βρε αδερφέ την πτήση και να γλύτωνα την ταλαιπωρία. Δική μου ευθύνη θα ήταν. 

Θα μου πείτε ότι αυτή η πανδημία αποδεικνύεται πιο απρόβλεπτη κι από το πιο ακραίο καιρικό φαινόμενο, οπότε η απαίτηση μου για έγκαιρη προειδοποίηση είναι άνευ νοήματος. Οι επιστημονικές γνώσεις των ειδικών δεν επαρκούν για να καταλάβουν πότε και πως φουντώνει ο ιός μέσα στις κοινότητες, οι αλγόριθμοι και οι πίνακες που έχουν στα χέρια τους είναι ατελείς για να αντιληφθούν την ταχύτητα και το μένος του. Έστω, να το δεχτώ κι αυτό εντελώς καλοπροαίρετα και να πειθαρχήσω στις εντολές.

Προσέξτε όμως. Η καλή μου προαίρεση τελειώνει εκεί που αρχίζει να διαγράφεται εντός μου μια ανεπαίσθητη υποψία ότι πιλότος δεν είναι αιχμάλωτος των λειψών μας γνώσεων για τα δεδομένα του προβλήματος, αλλά έρμαιο γνωμικών και παροιμιών που έλεγε η γιαγιά μου. Διότι αυτό το αλλόκοτο «όσοι έρθουν στην Ελλάδα μετά τις 18 Δεκεμβρίου πρέπει να έχουν και αρνητικό μοριακό τεστ από την χώρα προέλευσης (72 ωρών) και να βγει αρνητικό το υποχρεωτικό rapid test που θα κάνουν στο ελληνικό αεροδρόμιο μόλις φθάσουν και να κάτσουν στην συνέχεια δεκαήμερη καραντίνα», δεν μου φαίνεται πολύ σόι απόφαση. 

Αυτή η τριπλή οχύρωση, στην πραγματικότητα είναι κλείδωμα της χώρας και μάλιστα την τελευταία στιγμή. Ας το λέγανε έτσι να ξεμπλέξουν μια και καλή από απορίες. Ας λέγανε «δεν θέλουμε κανέναν τα Χριστούγεννα, ούτε Έλληνα ούτε τουρίστα». Δεν είναι όμως αυτό το πιο σοβαρό κι ας αναγκάστηκαν χιλιάδες Έλληνες του εξωτερικού να ακυρώσουν τις πτήσεις τους, με το αντίστοιχο κόστος. Το σοβαρότερο είναι ότι η απόφαση μυρίζει φόβο. Είτε αναδρομικό (ανοίξαμε τον τουρισμό και την εστίαση και κοίτα τι πάθαμε), είτε μελλοντικό (έχει γούστο να μας ζητήσει κανείς ποινικές ευθύνες για κρούσματα και θανάτους). 

Αν ισχύει αυτό, τότε τα μαντάτα δεν είναι καλά. Διότι η πανδημία θα κρατήσει ακόμα κάμποσους μήνες παρά το εμβόλιο. Έτσι θα το πάμε ως το καλοκαίρι; Οδηγώντας το τραίνο πάνω στις ράγες του φόβου, δίχως την παραμικρή ευελιξία;